Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2008

Ιστορία

Ιστορίες από την κάθοδο του Δράμαλη στον Μωριά[1]

Η κάθοδο του Δράμαλη εδημιούργησε πολύ μεγάλη σύγχυσι στον ελεύθερο Μοριά. Οι διαδόσεις ωργίαζαν και τί ήταν σωστό κανείς δεν ήξερε! Και η Κυβέρνησι, ακόμη και οι στρατιωτικοί δεν εγνώριζαν τίποτε το σωστό. Ο υπουργός του πολέμου Ιωάννης Κωλέττης είχε μεσάνυχτα και έγραφε στο Γέρο να συνεχίσει την πολιορκία της Πάτρας! Ο Γέρος πάλιν έστειλε τρεις Μαγουλιανίτες, που ήσαν δικοί του έμπιστοι, να πάνε στην Ρούμελη να συναντήσουν τον Οδυσσέα και τον Νικήτα και από κει να του φέρουν είδησι. Ενώ ήταν ο Γέρος στην Τριπολιτσά ήρθαν οι απεσταλμένοι του και τον εβεβαίωσαν για την τόσο τρομερή είδησι, ενώ ήσαν καταλυπημένοι. Ο Γέρος τους είδε τόσο λυπημένους και τους είπε. «μη λυπάσθε, ότι ευρεθήκατε σεις να φέρετε την λυπηράν είδησιν, εγώ έχω τας ελπίδας μου εις τον Θεόν και τους Έλληνάς μου, ώστε εις τον τόπον αυτόν θα έλθη πάλιν χαρά και αγαλίασις. Καθώς ο Αθηναίος[2] έφερε την αγγελίαν της νίκης εις την πόλιν των Αθηνών, ούτω και σεις πατριώται πάλιν θα φέρετε την καλήν είδησιν της νίκης».

Εις την Αργολίδα όλοι ήσαν σε απελπιστική κατάστασι. Σαν η Κυβέρνησι έφυγε από το Άργος και μπήκε στα πλοία ο Λαός τάχασε. Θρήνοι και κλαυθμοί ηκούοντο στο Άργος. Όλοι χωρίς Αρχηγό, χωρίς οδηγίες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να σωθούν και να σώσουν ό,τι μορούσαν από το βιος τους.

Ο Γέρος από την Τρίπολη πήρε πρωτοβουλία: διέταξε γενική επιστράτευσι και προσπάθησε να τονώση το ηθικό του Λαού. … Ο ίδιος με 300 παλληκάρια πήρε το δρόμο για το Άργος. Στον δρόμο συνάντησε τον Παλαμήδη[3] και α΄λλους που πήγαιναν για την Τρίπολι με τα πράγματά τους φορτωμένα σε ζώα. Ένας Ζατουνίτης με δύο φορτώματα πετσιά αργασμένα αναγκάστηκε να τα παραδώση στον Γέρο για τους στρατιώτες. Του έδωσε απόδειξι να πληρωθή από το ελληνικό ταμείο, όταν ευπορήση … Συνάντησε και Μανιάτες στου Αγά-Πασσά το Χάνι του Αχλαδόκαμπου που πήγαιναν με φορτώματα λάφυρα. Αυτούς τους έβρισε και τέλος τους είπε: «Στου διαβόλου την μάνα να πάτε Κακαβούλια …!»[4]

Ο Δράμαλης πέρασε τον ισθμό της Κορίνθου και μπήκε στην κόρινθο. Η πόλι και ο Ακροκόρινθος είχαν ελευθερωθή από τους Έλληνες. Ο Φρούραρχος Αχιλλέας Θεοδωρίδης από την Μονεμβασιά ήταν στο Κάστρο με την φρουρά του που ήταν 150 άνδρες. Μέσα εμπήκαν άμαχος κόσμος και κυρίως γυναικόπαιδα και μερικοί άνδρες που είχαν έλθει από τα Μέγαρα. Ο Θεοδωρίδης είχε αναλάβει και την φρούρησι του περίφημου Κιαμήλ-μπέη, της οικογενείας του και του χαρεμιού. Ο Κιαμήλ είχε μεγάλο θησαυρό τον οποίο είχε κρύψει στο Κάστρο γι’ αυτό ο Θεοδωρίδης τον επίεζε να του αποκαλύψη πού τον είχε. Τώρα με την άφιξι του Δράμαλη επειδή εσκέπτετο να εγκαταλείψη το Κάστρο επίεζε πιο πολύ τον Κιαμήλ να του υποδείξη την θέσι του θησαυρού μα χωρίς αποτέλεσμα. Σαν αποείδε πήρε την απόφασι να σκοτώση τον κιαμήλ, πράγμα που ανέθεσε στον Δημ. Μπενάκη και τον μοναχό της φανερωμένης Παρθένιον Βλάχο. Αυτοί εξετέλεσαν το έργο τους και κείνος μπήκε στο χαρέμι του Κιαμήλ και εβίασε πολλές γυναίκες. Μετά έφυγε και πήγε στην Επίδαυρο. Η Διοίκησι σαν έμαθε τις αθλιότητες του Θεοδωρίδη, τον συνέλαβε και τον εφυλάκισε στο μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων της Ερμιόνης. Ο Θεοδωρίδης δεν άντεξε την ντροπή και αυτοκτόνησε.

Ο Δράμαλης στις 7 Ιουλίου άρχισε τις ανιχνεύσεις γύρω στον Ακροκόρινθο, ο οποίος ήταν έρημος από ανθρώπους. Τέλος πήρε την απόφασι να πλησιάση την πύλη του Κάστρου που ήταν βαρειά μανταλωμένη. Όταν επιχείρησε να ανοίξη την πόρτα, του άνοιξαν η μητέρα του Κιαμήλ μπέη και η γυναίκα του. Αυτές του έδειξαν τους θησαυρούς του Κιαμήλ στο βάθος ενός πηγαδιού. Ο Δράμαλης έβαλε ανθρώπους και τον έβγαλαν. Ήταν 40.000 πουγγιά χρυσά νομίσματα. Ο Δράμαλης για να πάρη τον μεγάλο θησαυρό δικαιωματικά, παντρεύτηκε την χήρα του Κιαμήλ κάνοντας ένα πολυτελέστατο γάμο. …

Μετά από αυτά εκάλεσε σε πολεμικό συμβούλιο του Πασσάδες. Σ’ αυτό, όπως εσυνήθιζε δεν άκουγε την γνώμη κανενός αλλά ό,τι έλεγε αυτός, αυτό και έκανε. Έτσι πήρε απόφασι να κατευθυνθή μ’ όλο το στρατό του στο Άργος και από κει να κτυπήση την επανάστσι στην καρδιά της – την Τρίπολι. Εις μάτην προσεπάθησαν να τον κάμουν να αλλάξη γνώμη ο Γιουσούφ-Πασσάς της Πάτρας και ο Αλή-Πασάς του Άργους (και μετά του Ναυπλίου). …

Ο Δράμαλης ξεκίνησε από την Κόρινθο στις 10 Ιουλίου. Προχώρησε και το απόγευμα άρχισε ο στρατός του να χύνεται σαν σίφουνας στον Αργείτικο κάμπο. Στο Χαρβάτι – Φίχτι τον επολέμησε ο Πλαπούτας … Στις 11 Ιουλίου τον πολέμησαν εμπρός στο Κουτσοπόδι Ο Γεώργ. Μαυτομιχάλης, ο Αντώνης Μαυρομιχάλης, οι Τσάκωνες, ο Δημ. Ευμορφόπουλος και ο Πάνος Κολοκοτρώνης. Το βράδυ προχώρησαν εμπρός 49 τούρκοι καβαλαραίοι και μπήκαν εις το Άργος. Η άλλη στρατιά μπήκε στις 12 Ιουλίου στην πόλι ενώ εκείνοι που τον επολέμησαν εις το Κουτσοπόδι μπήκαν εις το φρούριο του Άργους και εταμπουρώθηκαν εκεί.

Εν τω μεταξύ ο κάμπος του Άργους παρουσίαζε όψι ερημώσεως. Τούτο διότι ο Γέρος διέταξε να καταστραφή η παραγωγή. Έτσι θα εδυσκολεύετο πολύ ο Δράμαλης να εύρη τροφές για το στρατό του και ζωοτροφές για τα ζώα του. Αλλά κι’ ο ίδιος με την φωτιά και το τσεκούρι συνεπλήρωσε την καταστροφή των δέντρων και των αμπέλων. Το Ναύπκλιο ετροφοδοτήθη από τον Δράμαλη και ο Αλή Πασσάς ήλθε στο Άργος για να προτείνη άλλα σχέδια στον Τούρκο Στρατηλάτη. Ο μαχμούτ απέρριψε κι’ αυτά κι’ έτσι ο μεν Αλής γύρισε στο Ναυπλιο ο δε Δράμαλης άρχισε την πολιορκία του Άργους.

Ο Δράμαλης άρχισε να στερήται. Η μεγάλη στρατειά του και τα τόσα ζώα, που είχε, πείνασαν. Είχε μάλιστα την ανόητη προνοητικότητα να αρχίση το λιγόστεμα του συσιτίου από τους Αλβανούς του στρατού του. Αυτοί σιγά-σιγά άρχισαν να υποφέρουν και να αγανακτούν, γι’ αυτό μαρτύραγαν στους Έλληνες του φρουρίου ό, τι ήξεραν Είπαν λοιπόν, ότι ο Δράμαλης μόλις πάρη το φρούριο θα πάη στην Κόρινθο. Αυτό ευχαριστούσε τους Αλβανούς, γιατί θα τελείωνε η ταλαιπωρία τους και η στέρησί τους, μα και τους Έλληνες, που μάθαιναν τα σχέδια του Δράμαλη από την πιο ασφαλή πηγή.

Ο Δράμαλης εν τω μεταξύ ευρέθη σε πολύ δύσκολη θέσι. Οι τροφές λιγόστεψαν και πουθενά στην Αργολίδα δεν εύρισκε ούτε για το στρατό ούτε για τα ζώα. Να του ‘ρθουν από την Κόρινθο ήταν αδύνατο! Στο φρούριο του Άργους δεν βρήκε τίποτε γιατί τα πήραν μαζή τους οι Έλληνες ή τα χάλασαν. Νερό δεν είχε. Η ξέρα του 1822 ήταν μεγάλη. Τα λίγα πηγάδια του Άργους ήσαν δηλητηριασμένα από τα χαλκώματα πούχαν κρύψει μέσα οι Έλληνες.

Για να βγουν στον κάμπο οι Τούρκοι ήταν επικίνδυνο γιατό παντού είχαν άνδρες οι Έλληνες. Έβγαιναν βέβαια για κανένα σταφύλι ή άγουρο πεπόνι μα κι’ αυτά τους βγήκαν ξυνά, διότι αρρώστησαν, εκτός του ότι πολλοί τους δεν ξαναγύριζαν από τους Έλληνες που φύλαγαν κατά κει.

Και στο στρατό είχε ανωμαλίες ο Δράμαλης. Κατάμουτρα οι αξιωματικοί του έδειχναν την αντιπάθειά τους. Ήσαν εξ άλλου, όλοι του Χουρσίτ Πασσά, τον οποόιο με πονηριές είχε υποσκελίσει ο Δράμαλης. Μόνο απ’ τη θάλασσα μπορούσε να πάρη βοήθεια. Μα τίποτε δεν φαινότανε κι’ από κει[5].

[1] Κωνσταντίνου Κουσουλού, «Η καταστροφή του Δράμαλη», Αθήναι 1962.
[2] Εννοεί τον Μαραθωνοδρόμο Φειδιππίδη (480 πΧ) π’ έφερε την είδησι της νίκης στους Αθηναίους από τον Μαραθώνα.
[3] Η μεγάλη … στρατειά … ξεκίνησε από την Λάρισα της Θεσσαλίας κατά τις 25 Ιουνίου 1822 με κατεύθυνσι τον … Μοριά. Γρήγορα πέρασε την Αλαμάνα, την Στερεά και έφτασε στο κάμπο των … Μεγάρων, χωρίς κανείς να του αντισταθή. Έπρεπε να περάση τα Μεγάλα Δερβένια για να έλθη στον Ισθμό. Εκέι φύλαγαν ο Ρήγας Παλαμήδης, ο Γ. Σέκερης και ο Νέζος, με 700 άνδρες που σαν αντίκρυσαν τις ατέλειωτες σιρές του τούρκικου στρατού να έρχονται μέσα στον Μεγαρίτικο ελαιώνα κατ’ επάνω τους εδείλιασαν και τόβαλαν στα πόδια μαζή με τους άνδρες τους! Μάλιστα ο παλαμήδης όχι μόνον ήρχετο τρέχοντας στο Μοριά μα και όπου συνάνταγε άνθρωπο του μετέδιδε τον πανικό. … Ο Παλαμήδης πήρε το δρόμο για την Τροπολιτζά και σταμάτησε στην Καλαμάτα!
[4] Διάβολοι, κακά πνεύματα.
[5] Από το Χάνι του Ταβουλιού έγραψε ο Γέρος στους πρόκριτους της Ύδρας, των σπετσών, του Πόρου, του Κρανιδιού και Κάτω Νεχαγιέ (Επίδαυρος) να κάνουν ό,τι μπορούν με τα πλοία ώστε να εμποδίσουν τον τούρκικο στόλο διά να μην πλησιάση στον Αργολικό και εφοδιάση του Τούρκους του Δράμαλη ή το Ανάπλι.