Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2008

Πολιτεύματα


Το πολιτειακό πλαίσιο στα ελληνιστικά βασίλεια της Ανατολής[i]

Το πολίτευμα των ελληνιστικών βασιλείων είναι η απόλυτη μοναρχία. Η μακεδονική παράδοση που επέβαλλε τη σύμπραξη της στρατιωτικής συνέλευσης στη διαδικασία επιλογής του διαδόχου εγκαταλείπεται στις ελληνιστικές μοναρχίες και ο τίτλος του βασιλέως είναι πλέον κληρονομητός. Αποβάλλοντας τον στρατιωτικό χαρακτήρα τον μακεδονικών χρόνων, η ελληνιστική μοναρχία αναγνωρίζει τη σύζυγο του μονάρχη ως ισότιμο μέλος στη διακυβέρνηση του κράτους. Το κράτος ταυτίζεται με το πρόσωπο του βασιλέως, ο οποίος αποτελεί "νόμο έμψυχο", έκφραση που θα υιοθετήσουν οι ρωμαίοι αυτοκράτορες και, πολύ αργότερα, οι θεωρητικοί της γαλλικής μοναρχίας. Ο βασιλεύς θεωρείται κύριος του βασιλείου, κύριος της γης, την οποία δικαιούται να απαλλοτριώνει και να εκμεταλλεύεται σύμφωνα με τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου. Το δημόσιο ταμείο ονομάζεται βασιλικόν ταμείον, η δημόσια γη βασιλική γη, οι κρατικές τράπεζες βασιλικού τράπεζαι και οι καλλιεργητές των κρατικών γαιών, βασιλικοί γεωργοί. Ο μονάρχης είναι η ανώτατη νομοθετική, δικαστική και διοικητική αρχή.

Στην πιο απολυταρχική της μορφή, η ελληνιστική μοναρχία εμφανίζεται στην πτολεμαϊκή Αίγυπτο. Η πτολεμαϊκή μοναρχία αποτελεί συγκερασμό μακεδονικών αντιλήψεων και αιγυπτιακών κυρίως επιδράσεων. Ο βασιλεύς είναι αρχηγός του στρατού, ανώτατος δικαστής, επί κεφαλής της διοίκησης, και συγχρόνως αντικείμενο λατρείας, όπως οι αιγύπτιοι Φαραώ. Τα ανώτατα κυβερνητικά αξιώματα καλύπτονται από πρόσωπα του στενού περιβάλλοντος των μοναρχών (φίλοι).

Η μοναρχική ιδεολογία

Οι ιδεολογικές βάσεις της ελληνιστικής μοναρχίας, τις οποίες θα επικαλεσθούν αργότερα και οι ρωμαίοι αυτοκράτορες, βρίσκονται στις πραγματείες περί βασιλείας τον 4ου αιώνα π..Χ. Ο βασιλεύς χαρακτηρίζεται ως φιλάνθρωπος, ευεργέτης και σωτήρ, αρετές που τον καθιστούν σωτήρα του λαού. Οι πρώιμοι θεωρητικοί της μοναρχίας απορρίπτουν τα πρότυπα των βασιλέων της Ανατολής (των Περσών) και δέχονται μια μορφή μοναρχίας εμπνευσμένης από τους μακεδόνες βασιλείς.

Χαρακτηριστικό του μονάρχη είναι η αρετή, από την οποία απορρέουν όλα τα ηθικά, πνευματικά και φυσικά χαρίσματα που πρέπει να συγκεντρώνει ένας μονάρχης. Ο
ηγεμών οφείλει να μεριμνά και να εξασφαλίζει την ευτυχία των υπηκόων του, σεβόμενος το νόμο και τις επιταγές της ηθικής. Τις απόψεις αυτές επαναλαμβάνουν οι ρήτορες των χρόνων της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (Αίλιος Αριστείδης, Δίων ο Χρυσόστομος), θεωρώντας τον αυτοκράτορα "πατέρα" των υπηκόων του, και όχι "δεσπότη".

Οι απόψεις αυτές των θεωρητικών της μοναρχίας εκφράζονται στους τίτλους των ελληνιστικών βασιλέων (αλλά και των ρωμαίων αυτοκρατόρων), οι οποίοι αρέσκονται να χαρακτηρίζονται ως σωτήρες, φιλάνθρωποι, ευεργέτες. Στην πράξη όμως, οι ελληνιστικοί μονάρχες, και το παράδειγμα δόθηκε από τον ίδιο τον Αλέξανδρο, δεν απέρριψαν όλα τα στοιχεία που άφησαν οι προηγούμενοι τους Πέρσες βασιλείς ή Αιγύπτιοι Φαραώ.

[i] Τρωϊάνου, Βελισσαροπούλου-Καράκωστα, «Ιστορία Δικαίου», μέρος πρώτο, σ. 94-95, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 1997.