Ο μαζικός άνθρωπος[1]
Ο άνθρωπος της μάζας δεν είναι νέο δημιούργημα. Ο Πλάτων τον περιέγραψε με ακρίβεια ως την «δημοκρατική» και «τυραννική» ψυχή του πολυκέφαλου τέρατος. Ο άνθρωπος της μάζας πιστεύει ότι τα υλικά πράγματα είναι συγκεκριμένα, διότι μπορεί να τα αγγίξει, ή ότι είναι όντως αληθινά, παρ’ όλο που αλλοιώνονται στο στόμα του, κατά την προσπάθειά του να τα περιγράψει και να τα ερμηνεύσει. Οι αισθήσεις, που συνδέονται αδιαχώριστα με αυτά, εντάσσονται στο σύστημα αξιών του, όπως τόσες άλλες αντιφατικές και στιγμιαίες συγκινήσεις. Επιζητεί τη σαρκική και τη στομαχική απόλαυση, καθώς και το συναίσθημα της ασφάλειας, θεωρώντας πως συνιστούν το σύνολο της ανθρώπινης ευτυχίας. Επιδοκιμάζει την παιδεία εκείνη που θα μπορούσε να τον οδηγήσει ακούραστα και άμεσα στην απόκτηση χρήματος και υλικών αγαθών. Κατανοεί την επιστήμη εκείνη που θα μπορούσε να έχει άμεσες εφαρμογές και εντυπωσιάζει τις αισθήσεις με τα τεχνολογικά επιτεύγματα.
Επομένως, το νέο δεν είναι η παρουσία του μαζικού ανθρώπου και του τρόπου σκέψης του, αλλά ο πολλαπλασιασμός του, λόγω των συνεπειών της μηχανής (τεχνολογικής ανάπτυξης). Ο μαζικός τρόπος σκέψης και η μηχανή είναι σύμμαχοι. Η τελευταία είναι δυνατόν να επιτύχει τον ύψιστο βαθμό των παραγωγικών δυνατοτήτων της, μόνο όταν μπορεί να κινεί, να υπηρετεί και να ικανοποιεί τις μαζικές ανάγκες. Η μάζα ενδέχεται να επικρατήσει και να καταστεί η μοναδική δύναμη που καθορίζει την πορεία του πολιτισμού, στην περίπτωση που η μηχανή εξασφαλίζει την επάρκεια της τροφής, στέγης, καθώς και όλων των απαραίτητων αγαθών. Με αυτόν τον τρόπο φτάσαμε στο σημείο, όπου η ύπαρξη των μαζών εξαρτάται ολοκληρωτικά από την παρουσία του κολοσσιαίου μηχανισμού που ονομάζεται βιομηχανικός πολιτισμός, ενώ, με τη σειρά του, η βιωσιμότητα του κολοσσιαίου μηχανισμού εξαρτάται από την ύπαρξη των μαζών, χωρίς τις οποίες δεν μπορεί να λειτουργήσει.
Η ανωτέρω περιγραφείσα κατάσταση βρίθει από παράδοξα. Στο πεδίο της οικονομίας η μηχανή παράγει τέτοιο πλεόνασμα αγαθών, όσο δεν είχε γνωρίσει ο κόσμος ποτέ στο παρελθόν. Είναι έτοιμη να προσφέρει χρήμα και στην πλέον απομακρυσμένη γωνιά του πλανήτη. Αλλά, ταυτόχρονα, δημιουργεί τεράστια ανεργία, που διασπείρει στους εργαζόμενους το φόβο πως ανά πάσα ώρα και στιγμή είναι δυνατό να βρεθούν ξεκρέμαστοι και να μην μπορούν να αντεπεξέλθουν στον αγώνα της επιβίωσης. Τα ανώνυμα (και τα κατ’ ευφημισμόν επώνυμα), φτηνά και απρόσωπα προϊόντα κάνουν τα ανθρώπινα πρόσωπα απρόσωπα, με αποτέλεσμα να μην ενδιαφέρονται πραγματικά για τα αγαθά που τους είναι όντως απαραίτητα (αλλά περισσότερο για την κάλυψη των πλασματικών τους ή των κατ’ επίφαση πραγματικών τους αναγκών). Τα εμπορεύματα χρησιμοποιούνται και πετιούνται το ίδιο απερίσκεπτα, όπως παράγονται. Πρόκειται για την σύγχρονη (εκδοχή της) οδύνης του Τάνταλου[2], σύμφωνα με την οποία τίποτα δεν ικανοποιεί, κανένα. Ο μαζικός άνθρωπος είναι ο πλουσιότερος σε αγαθά από κάθε προηγούμενό του ανθρώπινο τύπο, αλλά ταυτόχρονα ο φτωχότερος από την πλευρά της εσωτερικής του ικανοποίησης.
______________________________
[1] Γουστάβος Μύλλερ (Gustav Muller), Λεωνίδας Μπαρτζελιώτης, «Τα φιλοσοφικά θεμέλια της παιδείας», εκδόσεις Έννοια, 2004.
[2] Μυθικός βασιλιάς, φίλος των θεών, που έσφαξε το γιο του, τον Πέλοπα και τον παρέθεσε θρασύτατα ως γεύμα στους θεούς, για να ελέγξει αν είναι παντογνώστες ή αν εξαπατώνται. Οι θεοί ανέστησαν τον Πέλοπα από τους νεκρούς, αλλά καταδίκασαν τον Τάνταλο για την αλαζονεία του σε αιώνιο μαρτύριο στον Άδη. Στέκεται μέσα σε μια λίμνη, ενώ πάνω από το κεφάλι του υπάρχει καρποφόρο δέντρο με τους πιο εύγευστους καρπούς. Κάθε φορά που θέλει να σβήσει την πείνα και τη δίψα του, το νερό και οι καρποί ξεμακραίνουν από το λαίμαργο στόμα του.
Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2007
Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2007
Άνθρωπος
Εργαλεία
Στα αποσπάσματα που ακολουθούν παρακολουθούμε το σταδιακό πέρασμα από την θηρευτική στην γεωργική κοινωνία διαμέσου των ανθρώπινων εφευρέσεων. Ο κοινωνικός αυτός μετασχηματισμός υπήρξε αργός, προϊόν της διαρκούς πάλης του ανθρώπου με την ίδια την φύση που πάντοτε στόχευε στην επιβίωση του ανθρώπινου γένους. Στο βιβλίο «Εφευρέσεις και Ανακαλύψεις[1]» του Ρότζερ Μπρίτζμαν, από τις εκδόσεις «Πλατύπους», απ’ όπου και τα εν λόγω αποσπάσματα, εξιστορείται η εξελικτική αυτή πορεία του ανθρώπου, μέσα από τα επιτεύγματα της ανθρώπινης διάνοιας.
Ι.Λ.
Αγκίστρι
Ένα κομμάτι πέτρας μυτερό και στα δύο άκρα, δεμένο σε ένα σχοινί, όπου περνούσαν το δόλωμα, αποτελούσε την αρχαιότερη μέθοδο ψαρέματος. Αυτός ο «λάρυγγας», όπως ονομάζεται, απλώς σφήνωνε στον λαιμό του ψαριού. Τα πρώτα κανονικά αγκιστριά αναπτύχθηκαν από τους πρώτους «σύγχρονους» ανθρώπους, τους Κρομανιόν. Αυτοί έπιαναν ψάρια χρησιμοποιώντας ένα οδοντωτό κοκάλινο αγκίστρι, ένα από τα πολλά εξειδικευμένα εργαλεία που είχαν δημιουργήσει με την πολλαπλών χρήσεων γλυφίδα που είχαν τελειοποιήσει.
Τόξο και βέλος
Τόξα και βέλη απεικονίζονταν σε τοιχογραφίες σπηλαίων από το 30.000 π.Χ., όμως δεν έχει επιβιώσει μέχρι σήμερα κανένα δείγμα τους. Σταδιακά και έως το 18.000 π.Χ. τα βέλη είχαν εξοπλιστεί με ακμές πυριτόλιθου, γεγονός που τα έκανε θανατηφόρα για τα ζώα. Αργότερα, το τόξο χρησιμοποιήθηκε ως κύριο πολεμικό μέσον και έτσι έγινε θανατηφόρο και έτσι ο ίδιος ο άνθρωπος εκτός από θύτης μετατράπηκε σε θήραμα.
Δρεπάνι
Όταν οι άνθρωποι άρχισαν να καλλιεργούν την γη άρχισαν να κατασκευάζουν και εργαλεία που διευκόλυναν το έργο τους αυτό. Ο θερισμός της σοδειάς ήταν το πρώτο τους μέλημα. Το πρώτο σχετικό εργαλείο που εφηύραν ήταν μια κοντή, ίσια λεπίδα, γνωστή ως «δρεπάνι». Από το 7.000 π.Χ. και μετά το δρεπάνι από πυριτόλιθο ήταν μια από τις εφευρέσεις εκείνες που βοήθησαν στην ανάπτυξη της γεωργίας. Η χρησιμοποίηση της κυρτής λεπίδας που μπορούσε να κόβει αρκετούς βλαστούς με μία κίνηση υπήρξε το επόμενο στάδιο της εξέλιξης του εν λόγω γεωργικού εργαλείου.
Πέλεκυς
Ήδη από το 6.000 π.Χ. αρχίζουν να εμφανίζονται λίθινοι πέλεκεις με ευθύ άκρο και βαριά βάση. Ο αρχαιότερος από αυτούς βρέθηκε στην Σουηδία. Ένα ακόμα βασικό καλλιεργητικό εργαλείο, το σκεπάρνι, εξελίχθηκε την ίδια περίοδο. Έμοιαζε με τον πέλεκυ, όμως η λεπίδα του ήταν τοποθετημένη κάθετα και όχι παράλληλα στην λαβή, όπως στην περίπτωση του πέλεκυ. Το σκεπάρνι χρησιμοποιούταν για την επεξεργασία μεγάλων κομματιών ξύλου.
Αλέτρι
Οι πρώτοι γεωργοί χρησιμοποιούσαν ξύλα για να προετοιμάσουν το έδαφος πριν την σπορά. Το αλέτρι που εφευρέθηκε αργότερα διευκόλυνε, κατά πολύ, το έργο τους, αν και τα πρώτα αλέτρια απλώς θρυμμάτιζαν του χώμα. Αρχικά οι ίδιοι οι άνθρωποι έσπρωχναν και τραβούσαν το αλέτρι κάνοντας απλώς χρήση της μυϊκής τους δύναμης. Έως το 4.000 π.Χ. είχε αρχίσει να γενικεύεται η χρήση των βοοειδών στην γεωργία, γεγονός που βελτίωνε περισσότερο την αποτελεσματικότητα των ανθρώπινων γεωργικών εργαλείων.
________________
[1] Ρότζερ Μπρίτζμαν, «Εφευρέσεις και Ανακαλύψεις», σε συνεργασία με το Βρετανικό Μουσείο Επιστημών, Πλατύπους εκδοτική, 2005.
Στα αποσπάσματα που ακολουθούν παρακολουθούμε το σταδιακό πέρασμα από την θηρευτική στην γεωργική κοινωνία διαμέσου των ανθρώπινων εφευρέσεων. Ο κοινωνικός αυτός μετασχηματισμός υπήρξε αργός, προϊόν της διαρκούς πάλης του ανθρώπου με την ίδια την φύση που πάντοτε στόχευε στην επιβίωση του ανθρώπινου γένους. Στο βιβλίο «Εφευρέσεις και Ανακαλύψεις[1]» του Ρότζερ Μπρίτζμαν, από τις εκδόσεις «Πλατύπους», απ’ όπου και τα εν λόγω αποσπάσματα, εξιστορείται η εξελικτική αυτή πορεία του ανθρώπου, μέσα από τα επιτεύγματα της ανθρώπινης διάνοιας.
Ι.Λ.
Αγκίστρι
Ένα κομμάτι πέτρας μυτερό και στα δύο άκρα, δεμένο σε ένα σχοινί, όπου περνούσαν το δόλωμα, αποτελούσε την αρχαιότερη μέθοδο ψαρέματος. Αυτός ο «λάρυγγας», όπως ονομάζεται, απλώς σφήνωνε στον λαιμό του ψαριού. Τα πρώτα κανονικά αγκιστριά αναπτύχθηκαν από τους πρώτους «σύγχρονους» ανθρώπους, τους Κρομανιόν. Αυτοί έπιαναν ψάρια χρησιμοποιώντας ένα οδοντωτό κοκάλινο αγκίστρι, ένα από τα πολλά εξειδικευμένα εργαλεία που είχαν δημιουργήσει με την πολλαπλών χρήσεων γλυφίδα που είχαν τελειοποιήσει.
Τόξο και βέλος
Τόξα και βέλη απεικονίζονταν σε τοιχογραφίες σπηλαίων από το 30.000 π.Χ., όμως δεν έχει επιβιώσει μέχρι σήμερα κανένα δείγμα τους. Σταδιακά και έως το 18.000 π.Χ. τα βέλη είχαν εξοπλιστεί με ακμές πυριτόλιθου, γεγονός που τα έκανε θανατηφόρα για τα ζώα. Αργότερα, το τόξο χρησιμοποιήθηκε ως κύριο πολεμικό μέσον και έτσι έγινε θανατηφόρο και έτσι ο ίδιος ο άνθρωπος εκτός από θύτης μετατράπηκε σε θήραμα.
Δρεπάνι
Όταν οι άνθρωποι άρχισαν να καλλιεργούν την γη άρχισαν να κατασκευάζουν και εργαλεία που διευκόλυναν το έργο τους αυτό. Ο θερισμός της σοδειάς ήταν το πρώτο τους μέλημα. Το πρώτο σχετικό εργαλείο που εφηύραν ήταν μια κοντή, ίσια λεπίδα, γνωστή ως «δρεπάνι». Από το 7.000 π.Χ. και μετά το δρεπάνι από πυριτόλιθο ήταν μια από τις εφευρέσεις εκείνες που βοήθησαν στην ανάπτυξη της γεωργίας. Η χρησιμοποίηση της κυρτής λεπίδας που μπορούσε να κόβει αρκετούς βλαστούς με μία κίνηση υπήρξε το επόμενο στάδιο της εξέλιξης του εν λόγω γεωργικού εργαλείου.
Πέλεκυς
Ήδη από το 6.000 π.Χ. αρχίζουν να εμφανίζονται λίθινοι πέλεκεις με ευθύ άκρο και βαριά βάση. Ο αρχαιότερος από αυτούς βρέθηκε στην Σουηδία. Ένα ακόμα βασικό καλλιεργητικό εργαλείο, το σκεπάρνι, εξελίχθηκε την ίδια περίοδο. Έμοιαζε με τον πέλεκυ, όμως η λεπίδα του ήταν τοποθετημένη κάθετα και όχι παράλληλα στην λαβή, όπως στην περίπτωση του πέλεκυ. Το σκεπάρνι χρησιμοποιούταν για την επεξεργασία μεγάλων κομματιών ξύλου.
Αλέτρι
Οι πρώτοι γεωργοί χρησιμοποιούσαν ξύλα για να προετοιμάσουν το έδαφος πριν την σπορά. Το αλέτρι που εφευρέθηκε αργότερα διευκόλυνε, κατά πολύ, το έργο τους, αν και τα πρώτα αλέτρια απλώς θρυμμάτιζαν του χώμα. Αρχικά οι ίδιοι οι άνθρωποι έσπρωχναν και τραβούσαν το αλέτρι κάνοντας απλώς χρήση της μυϊκής τους δύναμης. Έως το 4.000 π.Χ. είχε αρχίσει να γενικεύεται η χρήση των βοοειδών στην γεωργία, γεγονός που βελτίωνε περισσότερο την αποτελεσματικότητα των ανθρώπινων γεωργικών εργαλείων.
________________
[1] Ρότζερ Μπρίτζμαν, «Εφευρέσεις και Ανακαλύψεις», σε συνεργασία με το Βρετανικό Μουσείο Επιστημών, Πλατύπους εκδοτική, 2005.
Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2007
Πολιτική ιστορία
Η έξωσις του βασιλέως Όθωνος και το ιδιωτικόν του αρχείον[1]
Ότε ανέτειλεν η 11η Οκτωβρίου 1862, η κατά του βασιλέως Όθωνος και της βασιλίσσης Αμαλίας στρεφομένη επανάστασις είχεν επικρατήσει πλήρως, εις την μεγάληςν δε αίθουσαν του Πανεπιστημίου εσχηματίσθη Προσωρινή Κυβέρνησις υπό την τριανδρίαν Δ. Βούλγαρη, ως προέδρου, Κ. Κανάρη και Μπενιζέλου Ρούφου.
Εν τω μεταξύ, κατά την αυτήν ημέραν, οι βάσιλεις, επιστρέφοντες εκ περιοδείας ανά την Πελοπόννησον, όπου είχον τύχει πανηγυρικής υποδοχής, έφθασαν, επιβαίνοντες της ωραίας κορβέττας «Αμαλία», εις Σαλαμίνα. Εκεί, μετά την επίσκεψιν των πρεσβευτών των ξένων Δυνάμεων και σύντομον αλλά τραγική σύσκεψιν, εις την οποίαν μετέσχον οι παραμέιναντες πιστοί εις τον βασιλέα, απεφασίσθη η αναχώρησις του βασιλικού ζεύγους, όχι όμως και η παραίτησις αυτών από των δικαιωμάτων του θρόνου. Η αναχώρησις εγένετο δια του αγγλικού πολεμικού «Σκύλλα», ο δε βασιλεύς απηύθυνε διάγγελμα προς τον λαόν, υπογραμμίζων την προς αυτόν αγάπην του και τας κατά την βασιλείαν του καταβληθείσας προσπαθείας διά «την υλικήν και ηθικήν ανάπτυξιν» αυτού[2].
Κατά την εσπευσμένη εκείνη αναχώρησιν ο Όθων δεν ηδυνήθη να παραλάβη το εις τα ανάκτορα των Αθηνών Αρχείον και ιδίαν την αλληλογραφίαν του, η οποία περιείχε και πολλά απόρρητα έγγραφα προερχόμενα εκ ποικίλων πηγών.
Η εν συνεχεία αίτησίς του όπως του αποδοθούν τα έγγραφα ταύτα, επαναληφθείσα πολλάκις, δεν έγινεν εν τούτοις δεκτή υπό της ελληνικής Κυβερνήσεως, ήτις προέβαλλε την δικαιολογίαν, ότι ταύτα έπρεπε να θεωρηθούν δημόσια έγγραφα και επομένως να παραμείνουν εις τα Αρχεία του Ελληνικού Κράτους.
[1] Από τον «Συνέκδημο Φιλολογικό» της Μαρίας Μαντουβάλου, σελ. 361-362, εκδόσεις αφοί Τολίδη, Αθήνα 1990
[2] Περί των αφορώντων εν γένει εις την έξωσιν του βασιλέως Όθωνος γεγονότων, Σπύρου Β. Μαρκεζίνη, «Πολιτική ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος (1828-1964)», τόμος 1, Αθήναι [1966-1967], σελ. 273 επ. και σελ. 383 (ένθα και το διάγγελμα του Όθωνος προς τους Έλληνας).
Ότε ανέτειλεν η 11η Οκτωβρίου 1862, η κατά του βασιλέως Όθωνος και της βασιλίσσης Αμαλίας στρεφομένη επανάστασις είχεν επικρατήσει πλήρως, εις την μεγάληςν δε αίθουσαν του Πανεπιστημίου εσχηματίσθη Προσωρινή Κυβέρνησις υπό την τριανδρίαν Δ. Βούλγαρη, ως προέδρου, Κ. Κανάρη και Μπενιζέλου Ρούφου.
Εν τω μεταξύ, κατά την αυτήν ημέραν, οι βάσιλεις, επιστρέφοντες εκ περιοδείας ανά την Πελοπόννησον, όπου είχον τύχει πανηγυρικής υποδοχής, έφθασαν, επιβαίνοντες της ωραίας κορβέττας «Αμαλία», εις Σαλαμίνα. Εκεί, μετά την επίσκεψιν των πρεσβευτών των ξένων Δυνάμεων και σύντομον αλλά τραγική σύσκεψιν, εις την οποίαν μετέσχον οι παραμέιναντες πιστοί εις τον βασιλέα, απεφασίσθη η αναχώρησις του βασιλικού ζεύγους, όχι όμως και η παραίτησις αυτών από των δικαιωμάτων του θρόνου. Η αναχώρησις εγένετο δια του αγγλικού πολεμικού «Σκύλλα», ο δε βασιλεύς απηύθυνε διάγγελμα προς τον λαόν, υπογραμμίζων την προς αυτόν αγάπην του και τας κατά την βασιλείαν του καταβληθείσας προσπαθείας διά «την υλικήν και ηθικήν ανάπτυξιν» αυτού[2].
Κατά την εσπευσμένη εκείνη αναχώρησιν ο Όθων δεν ηδυνήθη να παραλάβη το εις τα ανάκτορα των Αθηνών Αρχείον και ιδίαν την αλληλογραφίαν του, η οποία περιείχε και πολλά απόρρητα έγγραφα προερχόμενα εκ ποικίλων πηγών.
Η εν συνεχεία αίτησίς του όπως του αποδοθούν τα έγγραφα ταύτα, επαναληφθείσα πολλάκις, δεν έγινεν εν τούτοις δεκτή υπό της ελληνικής Κυβερνήσεως, ήτις προέβαλλε την δικαιολογίαν, ότι ταύτα έπρεπε να θεωρηθούν δημόσια έγγραφα και επομένως να παραμείνουν εις τα Αρχεία του Ελληνικού Κράτους.
___________________________
[1] Από τον «Συνέκδημο Φιλολογικό» της Μαρίας Μαντουβάλου, σελ. 361-362, εκδόσεις αφοί Τολίδη, Αθήνα 1990
[2] Περί των αφορώντων εν γένει εις την έξωσιν του βασιλέως Όθωνος γεγονότων, Σπύρου Β. Μαρκεζίνη, «Πολιτική ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος (1828-1964)», τόμος 1, Αθήναι [1966-1967], σελ. 273 επ. και σελ. 383 (ένθα και το διάγγελμα του Όθωνος προς τους Έλληνας).
Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2007
Επετειακό
ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΤΟ ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΜΕ ΤΙΣ ΤΣΟΥΚΝΙΔΕΣ
Μιάν από τις ανήλιαγες μέρες εκείνου του χειμώνα, ένα πρωί Σαββάτου, σωρός αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες εζώσανε το μικρό συνοικισμό του Λευτέρη, με τα τρύπια τενεκεδένια παράθυρα και τ’ αυλάκια των οχετών στο δρόμο. Και φωνές άγριες βγάνοντας, εκατεβήκανε άνθρωποι με χυμένη την όψη στο μολύβι και τα μαλλιά ολόισα ίδιο άχερο. Προστάζοντας να συναχτούν οι άντρες όλοι στο οικόπεδο με τις τσουκνίδες. Και ήταν αρματωμένοι από πάνου ως κάτου, με τις μπούκες χαμηλά στραμμένες κατά το μπουλούκι. Και μεγάλος φόβος έπιανε τα παιδιά, επειδή τύχαινε, σχεδόν όλα, να κατέχουνε κάποιο μυστικό στην τσέπη ή στην ψυχή τους. Αλλά τρόπος άλλος δεν ήτανε, και χρέος την ανάγκη κάνοντας, λάβανε θέση στη γραμμή, και οι άνθρωποι με το μολύβι στην όψη, το άχερο στα μαλλιά και τα κοντά μαύρα ποδήματα, ξετυλίξανε γύρω τους το συρματόπλεγμα. Και κόψανε στα δύο τα σύγνεφα, όσο που το χιονόνερο άρχισε να πέφτει, και τα σαγόνια με κόπο κρατούσανε τα δόντια στη θέση τους, μήπως τους φύγουν ή σπάσουνε.
Τότε, από τ’ άλλο μέρος φάνηκε αργά βαδίζοντας να ‘ρχεται Αυτός με το Σβησμένο Πρόσωπο, που σήκωνε το δάχτυλο κι οι ώρες ανατρίχιαζαν στο μεγάλο ρολόι των αγγέλων. Και σε όποιον λάχαινε να σταθεί μπροστά, ευθύς οι άλλοι τον αρπάζανε από τα μαλλιά και τον εσούρνανε χάμου πατώντας τον. Ώσπου έφτασε κάποτε η στιγμή να σταθεί και μπροστά στο Λευτέρη. Αλλά κείνος δε σάλεψε. Σήκωσε μόνο αργά τα μάτια του και τα πήγε μεμιάς τόσο μακριά – μακριά μέσα στο μέλλον του- που ο άλλος ένιωσε το σκούντημα κι έγειρε πίσω με κίντυνο να πέσει. Και σκυλιάζοντας, έκανε ν’ ανασηκώσει το μαύρο του πανί, ναν του φτύσει κατάμουτρα. Μα πάλι ο Λευτέρης δε σάλεψε.
Πάνω σε κείνη τη στιγμή, ο Μεγάλος Ξένος, αυτός που ακολουθούσε με τα τρία σειρήτια στο γιακά, στηρίζοντας στη μέση τα χέρια του, κάγχασε: ορίστε, είπε, ορίστε οι άνθρωποι που θέλουνε, λέει, ν’ αλλάξουνε την πορεία του κόσμου! Και μη γνωρίζοντας ότι έλεγε την αλήθεια ο δυστυχής, καταπρόσωπο τρεις φορές του κατάφερε το μαστίγιο. Αλλά τρίτη φορά ο Λευτέρης δε σάλεψε. Τότε, τυφλός από τη λίγη πέραση που ‘χε η δύναμη στα χέρια του, ο άλλος, μη γνωρίζοντας τι πράττει, τράβηξε το περίστροφο και του το βρόντηξε σύρριζα στο δεξί του αυτί.
Και πολύ τρομάξανε τα παιδιά, και οι άνθρωποι με το μολύβι στην όψη και το άχερο στα μαλλιά και τα κοντά μαύρα ποδήματα, κέρωσαν. Επειδή πήγανε κι ήρθανε γύρω τα χαμόσπιτα, και σε πολλές μεριές το πισσόχαρτο έπεσε και φανήκανε μακριά, πίσω απ’ τον ήλιο, οι γυναίκες να κλαίνε γονατιστές, πάνω σ’ ένα έρημο οικόπεδο, γεμάτο τσουκνίδες και μαύρα πηχτά αίματα. Ενώ σήμαινε δώδεκα ακριβώς το μεγάλο ρολόι των αγγέλων.
____________________________________
Οδυσσέα Ελύτη «Το Άξιον Εστί», εκδόσεις Ίκαρος.
ΤΟ ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΜΕ ΤΙΣ ΤΣΟΥΚΝΙΔΕΣ
Μιάν από τις ανήλιαγες μέρες εκείνου του χειμώνα, ένα πρωί Σαββάτου, σωρός αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες εζώσανε το μικρό συνοικισμό του Λευτέρη, με τα τρύπια τενεκεδένια παράθυρα και τ’ αυλάκια των οχετών στο δρόμο. Και φωνές άγριες βγάνοντας, εκατεβήκανε άνθρωποι με χυμένη την όψη στο μολύβι και τα μαλλιά ολόισα ίδιο άχερο. Προστάζοντας να συναχτούν οι άντρες όλοι στο οικόπεδο με τις τσουκνίδες. Και ήταν αρματωμένοι από πάνου ως κάτου, με τις μπούκες χαμηλά στραμμένες κατά το μπουλούκι. Και μεγάλος φόβος έπιανε τα παιδιά, επειδή τύχαινε, σχεδόν όλα, να κατέχουνε κάποιο μυστικό στην τσέπη ή στην ψυχή τους. Αλλά τρόπος άλλος δεν ήτανε, και χρέος την ανάγκη κάνοντας, λάβανε θέση στη γραμμή, και οι άνθρωποι με το μολύβι στην όψη, το άχερο στα μαλλιά και τα κοντά μαύρα ποδήματα, ξετυλίξανε γύρω τους το συρματόπλεγμα. Και κόψανε στα δύο τα σύγνεφα, όσο που το χιονόνερο άρχισε να πέφτει, και τα σαγόνια με κόπο κρατούσανε τα δόντια στη θέση τους, μήπως τους φύγουν ή σπάσουνε.
Τότε, από τ’ άλλο μέρος φάνηκε αργά βαδίζοντας να ‘ρχεται Αυτός με το Σβησμένο Πρόσωπο, που σήκωνε το δάχτυλο κι οι ώρες ανατρίχιαζαν στο μεγάλο ρολόι των αγγέλων. Και σε όποιον λάχαινε να σταθεί μπροστά, ευθύς οι άλλοι τον αρπάζανε από τα μαλλιά και τον εσούρνανε χάμου πατώντας τον. Ώσπου έφτασε κάποτε η στιγμή να σταθεί και μπροστά στο Λευτέρη. Αλλά κείνος δε σάλεψε. Σήκωσε μόνο αργά τα μάτια του και τα πήγε μεμιάς τόσο μακριά – μακριά μέσα στο μέλλον του- που ο άλλος ένιωσε το σκούντημα κι έγειρε πίσω με κίντυνο να πέσει. Και σκυλιάζοντας, έκανε ν’ ανασηκώσει το μαύρο του πανί, ναν του φτύσει κατάμουτρα. Μα πάλι ο Λευτέρης δε σάλεψε.
Πάνω σε κείνη τη στιγμή, ο Μεγάλος Ξένος, αυτός που ακολουθούσε με τα τρία σειρήτια στο γιακά, στηρίζοντας στη μέση τα χέρια του, κάγχασε: ορίστε, είπε, ορίστε οι άνθρωποι που θέλουνε, λέει, ν’ αλλάξουνε την πορεία του κόσμου! Και μη γνωρίζοντας ότι έλεγε την αλήθεια ο δυστυχής, καταπρόσωπο τρεις φορές του κατάφερε το μαστίγιο. Αλλά τρίτη φορά ο Λευτέρης δε σάλεψε. Τότε, τυφλός από τη λίγη πέραση που ‘χε η δύναμη στα χέρια του, ο άλλος, μη γνωρίζοντας τι πράττει, τράβηξε το περίστροφο και του το βρόντηξε σύρριζα στο δεξί του αυτί.
Και πολύ τρομάξανε τα παιδιά, και οι άνθρωποι με το μολύβι στην όψη και το άχερο στα μαλλιά και τα κοντά μαύρα ποδήματα, κέρωσαν. Επειδή πήγανε κι ήρθανε γύρω τα χαμόσπιτα, και σε πολλές μεριές το πισσόχαρτο έπεσε και φανήκανε μακριά, πίσω απ’ τον ήλιο, οι γυναίκες να κλαίνε γονατιστές, πάνω σ’ ένα έρημο οικόπεδο, γεμάτο τσουκνίδες και μαύρα πηχτά αίματα. Ενώ σήμαινε δώδεκα ακριβώς το μεγάλο ρολόι των αγγέλων.
____________________________________
Οδυσσέα Ελύτη «Το Άξιον Εστί», εκδόσεις Ίκαρος.
Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2007
Λαογραφία
Η ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ Η ΕΙΣ ΑΥΤΗΝ ΠΙΣΤΙΣ
Η αστρολογία από των Αλεξανδρινών χρόνων διεδόθη εις την Ελλάδα διά των Στωϊκών, οίτινες, δεχόμενοι την ταυτότητα Θεού και φύσεως, εθεώρουν τα άστρα θείας φύσεως και επίστευον ότι συμπάθεια και σχέσις υπάρχει μεταξύ των ουρανίων σωμάτων και της γης και των επ’ αυτής σωμάτων. Εντεύθεν προϊόντος του χρόνου επίστευσαν πολλοί ότι τα άστρα επιδρώσι επί τον βίον των ανθρώπων, την περαιτέρω ευτυχίαν ή δυστυχίαν αυτού κανονίζοντα. Υπήρχον λοιπόν πολλοί βεβαιούντες ότι εκ της θέσεως των ζωδίων, και μάλιστα των πλανητών, αλλά και εκ των διαττόντων ακόμη αστέρων ηδύναντο να προϊδωσι το μέλλον τινός, και δη την διάρκειαν της ζωής του, τα προτερήματα ή ελαττώματά του, τα μέλλοντα να συμβούν κατά τον βίον του, ασθενείας π.χ., αν θα ευτυχήσει ή όχι και τα τοιαύτα, προς τούτοις, αν θα υπανδρευτεί, αν κατά την δίκην θα κερδίσει ως και πολλά άλλα.
Η πίστις ότι η ημετέρα ζωή εξαρτάται εκ των ουρανίων σωμάτων απετέλει ίδιον κλάδον μαντικής, την α σ τ ρ ο μ α ν τ ε ί α ν, ήτις εκαλείτο και γ ε ν ε θ λ ι α λ ο γ ί α ή γ ε ν ε θ λ ι α λ ο γ ι κ ή (τέχνη) διότι κυρίως χρήσις αυτής εγίνετο κατά την γενέθλιον ώραν. Επίστευον δ’ εις την γενεθλιαλογία ουχί μόνον απλοί πολίται, αλλά και βασιλείς ακόμη. Ο Μανουήλ π.χ. Κομνηνός ο ευνοήσας τας αστρονομικάς σπουδάς και ιδιαιτέραν αγάπην δείξας προς την αστρολογίαν, επί τη γεννήσει του υιού του Αλεξίου ου μόνον απετάθη εις τους αστρολόγους, διά να μάθη την μέλλουσαν τύχην του τέκνου του, αλλά και, κατά τον Νικήταν Χωνιάτην, « τας πλείστας και μεγίστας των πράξεων ην ταις των άστρων περιπλοκαίςκαι ταις τοιαίσδε θέσεσι και κινήσεσι επανατιθείς», περί δε του Ισαακίου Γ΄Αγγέλου λέγεται ότι ουδέ βήμα έκαμνε χωρίς να συμβουλευθή τους αστρολόγους.
Υπήρχον λοιπόν τότε οι βεβαιούντες ότι εγενήθη τις υπό αγαθόν αστέρα και επομένως θα ευτυχήση, όπως αντιστρόφως ότι υπό δυσμενή αστέρα εγενήθη και θα είναι δυστυχής, περιεφέρετο μάλιστα και αρά τότε «ουαί τω άστρο σου», κατήντησε δε και η λέξις αστρικόν να σημαίνη την τύχην καθ’ όλου, αντιλήψεις, αίτινες και σήμερον έτι σώζονται, αφ’ ου και σήμερον πιστεύεται ότι εγενήθη τις « σε καλό ή κακό άστρο», ότι «το αστρικό του το ‘χει» ή «το ζούδιό του το ‘χει» ή «η πλανέτα του ή το πλανέτο του το ‘χει», ά ζ ο υ δ ο ς δε εν Κρήτη και αλλαχού και κ α κ ό ζ ο υ δ ο ς εν Σικίνω λέγεται ο δυστυχής.
Άξιον δε σημειώσεως είναι ότι οι αστρολόγοι ηρωτώντο ου μόνον περί της τύχης του παιδίου, μετά την γέννησιν αυτού, αλλά και προ αυτής, οπότε επεζητείτο να γνωσθεί το γένος του γενηθησομένου, αφ’ ου ως διισχυρίζοντο, η ώρα της συλλήψεως ώριζε και το γένος του τεχθησομένου.
Εννοείται ότι δια τα τοιαύτα διεμαρτύροντο οι πατέρες της εκκλησίας λέγοντες «ότι ουκ έστι της αστρονομίας έργον από των άστρων ειδέναι τους τικτομένους». Ως δ’ είναι φυσικόν, οι περί του γένους του γεννηθησομένου ερωτώμενοι αστρολόγοι ήρχοντο εις δύσκολον θέσιν, διά να είναι δ’ ασφαλείς, εφρόντιζον άλλο εις άλλους των οικείων να προλέγωσι το γένος αυτού.
Είπον μικρόν ανωτέρω ότι η τύχη του αρτιγέννητου προελέγετο εκ της θέσεως των πλανητών εν τω ζωδιακώ κύκλω κατά την ώραν της γεννήσεώς του. Το αυτό επιστεύετο ότι ίσχυε και κατά τα γενέθλια μιάς πόλεως. Και τότε δήλα δη εγίνετο θ ε μ ά τ ι ο ν , όπως κατωτέρω θα είπωμεν, και εζητείτο να γνωσθή, αν η νεοϊδρυθείσα πόλις θα ζήση επί πολλά έτη π.χ. ως συνέβη με την Κωνσταντινούπολιν, οπότε ο Μ. Κωνσταντίνος διέταξε τον αστρολόγον Ουάλεντα να προείπη το μέλλον αυτής.
Οι αστρολόγοι, εννοείται, δεν περιωρίζοντο μόνον εις τας ανωτέρω προρήσεις, αλλά, ως ανωτέρω εσημειώθη, προέλεγον προς τούτοις επαναστάσεις εθνών και πράξεις βασιλέων και κηρύξεις πολέμων και αλώσεις πόλεων και αιχμαλωσίας και φόνους ανθρώπων και λοιμούς, λέγεται δε και περί Μανουήλ του Κομνηνού, ότι, όταν ο στόλος του υπό τον Κωνσταντίνον Άγγελον επρόκειτο να πλεύσει κατά της Σικελίας, ηρώτησε πρώτον τους αστρολόγους περί της εκβάσεως της εκστρατείας.(…)
_____________________________________
Φαίδωνος Κουκουλέ « Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τόμος Α΄ ΙΙ, σελ. 139-142, εκδόσεις Παπαζήση.
Η αστρολογία από των Αλεξανδρινών χρόνων διεδόθη εις την Ελλάδα διά των Στωϊκών, οίτινες, δεχόμενοι την ταυτότητα Θεού και φύσεως, εθεώρουν τα άστρα θείας φύσεως και επίστευον ότι συμπάθεια και σχέσις υπάρχει μεταξύ των ουρανίων σωμάτων και της γης και των επ’ αυτής σωμάτων. Εντεύθεν προϊόντος του χρόνου επίστευσαν πολλοί ότι τα άστρα επιδρώσι επί τον βίον των ανθρώπων, την περαιτέρω ευτυχίαν ή δυστυχίαν αυτού κανονίζοντα. Υπήρχον λοιπόν πολλοί βεβαιούντες ότι εκ της θέσεως των ζωδίων, και μάλιστα των πλανητών, αλλά και εκ των διαττόντων ακόμη αστέρων ηδύναντο να προϊδωσι το μέλλον τινός, και δη την διάρκειαν της ζωής του, τα προτερήματα ή ελαττώματά του, τα μέλλοντα να συμβούν κατά τον βίον του, ασθενείας π.χ., αν θα ευτυχήσει ή όχι και τα τοιαύτα, προς τούτοις, αν θα υπανδρευτεί, αν κατά την δίκην θα κερδίσει ως και πολλά άλλα.
Η πίστις ότι η ημετέρα ζωή εξαρτάται εκ των ουρανίων σωμάτων απετέλει ίδιον κλάδον μαντικής, την α σ τ ρ ο μ α ν τ ε ί α ν, ήτις εκαλείτο και γ ε ν ε θ λ ι α λ ο γ ί α ή γ ε ν ε θ λ ι α λ ο γ ι κ ή (τέχνη) διότι κυρίως χρήσις αυτής εγίνετο κατά την γενέθλιον ώραν. Επίστευον δ’ εις την γενεθλιαλογία ουχί μόνον απλοί πολίται, αλλά και βασιλείς ακόμη. Ο Μανουήλ π.χ. Κομνηνός ο ευνοήσας τας αστρονομικάς σπουδάς και ιδιαιτέραν αγάπην δείξας προς την αστρολογίαν, επί τη γεννήσει του υιού του Αλεξίου ου μόνον απετάθη εις τους αστρολόγους, διά να μάθη την μέλλουσαν τύχην του τέκνου του, αλλά και, κατά τον Νικήταν Χωνιάτην, « τας πλείστας και μεγίστας των πράξεων ην ταις των άστρων περιπλοκαίςκαι ταις τοιαίσδε θέσεσι και κινήσεσι επανατιθείς», περί δε του Ισαακίου Γ΄Αγγέλου λέγεται ότι ουδέ βήμα έκαμνε χωρίς να συμβουλευθή τους αστρολόγους.
Υπήρχον λοιπόν τότε οι βεβαιούντες ότι εγενήθη τις υπό αγαθόν αστέρα και επομένως θα ευτυχήση, όπως αντιστρόφως ότι υπό δυσμενή αστέρα εγενήθη και θα είναι δυστυχής, περιεφέρετο μάλιστα και αρά τότε «ουαί τω άστρο σου», κατήντησε δε και η λέξις αστρικόν να σημαίνη την τύχην καθ’ όλου, αντιλήψεις, αίτινες και σήμερον έτι σώζονται, αφ’ ου και σήμερον πιστεύεται ότι εγενήθη τις « σε καλό ή κακό άστρο», ότι «το αστρικό του το ‘χει» ή «το ζούδιό του το ‘χει» ή «η πλανέτα του ή το πλανέτο του το ‘χει», ά ζ ο υ δ ο ς δε εν Κρήτη και αλλαχού και κ α κ ό ζ ο υ δ ο ς εν Σικίνω λέγεται ο δυστυχής.
Άξιον δε σημειώσεως είναι ότι οι αστρολόγοι ηρωτώντο ου μόνον περί της τύχης του παιδίου, μετά την γέννησιν αυτού, αλλά και προ αυτής, οπότε επεζητείτο να γνωσθεί το γένος του γενηθησομένου, αφ’ ου ως διισχυρίζοντο, η ώρα της συλλήψεως ώριζε και το γένος του τεχθησομένου.
Εννοείται ότι δια τα τοιαύτα διεμαρτύροντο οι πατέρες της εκκλησίας λέγοντες «ότι ουκ έστι της αστρονομίας έργον από των άστρων ειδέναι τους τικτομένους». Ως δ’ είναι φυσικόν, οι περί του γένους του γεννηθησομένου ερωτώμενοι αστρολόγοι ήρχοντο εις δύσκολον θέσιν, διά να είναι δ’ ασφαλείς, εφρόντιζον άλλο εις άλλους των οικείων να προλέγωσι το γένος αυτού.
Είπον μικρόν ανωτέρω ότι η τύχη του αρτιγέννητου προελέγετο εκ της θέσεως των πλανητών εν τω ζωδιακώ κύκλω κατά την ώραν της γεννήσεώς του. Το αυτό επιστεύετο ότι ίσχυε και κατά τα γενέθλια μιάς πόλεως. Και τότε δήλα δη εγίνετο θ ε μ ά τ ι ο ν , όπως κατωτέρω θα είπωμεν, και εζητείτο να γνωσθή, αν η νεοϊδρυθείσα πόλις θα ζήση επί πολλά έτη π.χ. ως συνέβη με την Κωνσταντινούπολιν, οπότε ο Μ. Κωνσταντίνος διέταξε τον αστρολόγον Ουάλεντα να προείπη το μέλλον αυτής.
Οι αστρολόγοι, εννοείται, δεν περιωρίζοντο μόνον εις τας ανωτέρω προρήσεις, αλλά, ως ανωτέρω εσημειώθη, προέλεγον προς τούτοις επαναστάσεις εθνών και πράξεις βασιλέων και κηρύξεις πολέμων και αλώσεις πόλεων και αιχμαλωσίας και φόνους ανθρώπων και λοιμούς, λέγεται δε και περί Μανουήλ του Κομνηνού, ότι, όταν ο στόλος του υπό τον Κωνσταντίνον Άγγελον επρόκειτο να πλεύσει κατά της Σικελίας, ηρώτησε πρώτον τους αστρολόγους περί της εκβάσεως της εκστρατείας.(…)
_____________________________________
Φαίδωνος Κουκουλέ « Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τόμος Α΄ ΙΙ, σελ. 139-142, εκδόσεις Παπαζήση.
Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2007
Ιστορικά Ανέκδοτα
Διογένης ο Κυνικός (404-323 π.Χ.)
Ο ξακουστός για την ιδιόρρυθμη ζωή του φιλόσοφος γεννήθηκε στη Σινώπη και πέθανε στην Κόρινθο. Δίδασκε την απαλλαγή από κάθε ανάγκη και περιφερόταν στους δρόμους ξυπόλητος και ρακένδυτος. Τα αποφθέγματά του διακρίνονται για το σκωπτικό και σαρκαστικό τους πνεύμα.
Λένε πως, όταν είδε το γιό μιας εταίρας να λιθοβολεί το πλήθος, τον επέπληξε λέγοντας:
-Πρόσεξε μη χτυπήσεις τον πατέρα σου!.
Περαστικός ο Διογένης από το σπίτι ενός μοχθηρού ευνούχου, διάβασε μία επιγραφή στην πόρτα του, η οποία έλεγε: « Μηδέν εισίτω κακόν». Δηλαδή: Ας μη μπη κανένα κακό μέσα σ’ αυτό το σπίτι.
Κι ο Διογένης μειδιώντας:
-Τότε ο οικοδεσπότης από πού θα μπη;
Ένας φαλακρός στην αγορά νόμισε πως βρήκε το κατάλληλο πρόσωπο κι άρχισε να ειρωνεύεται το Διογένη. Αυτός τον άφησε να εξαντλήσει το απόθεμα της «εξυπνάδας» του και τότε, κοιτάζοντας τη φαλάκρα του ανθρώπου εκείνου, είπε:
- Τιμή και δόξα στα μαλλιά, που είχαν την πρόνοια να εγκαταλείψουν εγκαίρως ένα τέτοιο κεφάλι σαν το δικό σου!
Σε κάποιον, ο οποίος τον ρώτησε πότε πρέπει κανείς να τρώη, αποκρίθηκε:
-Οι πλούσιοι όποτε θέλουν και οι φτωχοί όποτε έχουν…
Στο γιατρό Διδύμωνα, ο οποίος είχε τη φήμη γυναικά και διαφθορέως, όταν τον είδε στο ιατρείο του να περιποιείται το μάτι μιας κοπέλας, του είπε:
-Πρόσεχε, μήπως θεραπεύων τους οφθαλμούς φθείρης την κόρην!
Όταν τον επισκέφτηκε ο Αλέξανδρος, τον ρώτησε:
-Τι ζητάς μέσα στο πιθάρι, Διογένη;
-Ψάχνω να βρω τα οστά του πατέρα σου και τα οστά του δούλου μου, μα δεν μπορώ να τα ξεχωρίσω, γιατί δεν υπάρχει καμμιά διαφορά μεταξύ τους.
Λέγεται πως οι δύο άντρες πέθαναν την ίδια μέρα το 323 π.Χ.
Αρίστιππος ο Κυρηναίος ( 435-355 π.Χ.)
Αρχαίος φιλόσοφος από την Κυρήνη της Β. Αφρικής, μαθητής του Σωκράτους και ιδρυτής της Κυρηναϊκής Σχολής. Δίδασκε πως η ηδονή αποτελεί αγαθόν και ο πόνος κακόν.
Ο Αρίστιππος ζητούσε υψηλά δίδακτρα από τους μαθητές του. Κάποτε λοιπόν τον επισκέφτηκε ένας πατέρας, ο οποίος φιλοδοξούσε να εγγράψη το γιό του, αλλά τσιγκούνης καθώς ήταν, είπε στον φιλόσοφο, όταν άκουσε την τιμή:
-Πολλά μου ζητάς! Εγώ με τόσα χρήματα θα μπορούσα να αγοράσω ένα βόδι.
- Τότε, απάντησε ο φιλόσοφος, αγόρασέ το, για να έχεις δύο.
Κάποιος νέος καυχιόταν ότι είχε διαβάσει άπειρα βιβλία. Και ο Αρίστιππος που τον άκουσε, παρατήρησε:
-Όμως όσοι τρώνε πολύ δεν είναι πάντοτε οι υγιέστεροι. Υγιέστεροι είναι όσοι χωνεύουν καλά.
Όταν έφτασε ναυαγός κάποτε στη Ρόδο και βρέθηκε χωρίς χρήματα, πήγε σ’ ένα γυμναστήριο και μίλησε τόσο ωραία, που τους γοήτευσε όλους. Εκείνοι τότε του έδωσαν ό,τι είχε ανάγκη.
Ο φιλόσοφος δεν έχασε την ευκαιρία να τονίσει πως οι γονείς πρέπει να οπλίζουν τα παιδιά τους με τέτοιο πλούτο, ο οποίος ακόμα και ύστερ’ από ένα ναυάγιο να είναι ικανός να φτάσει κολυμπώντας μαζί με τον ιδιοκτήτη του στη στεριά!
Ο Αρίστιππος επέμενε να πληρώνεται για τη διδασκαλία του και δε δίσταζε να κολακεύει τους τυράννους, για να επιτύχει το σκοπό του. Όταν ο Διονύσιος ο Α΄ τον έφτυσε κάποτε στο πρόσωπο, χαμογέλασε με υπομονή και είπε:
-Ένας ψαράς πρέπει να υποστεί μεγαλύτερη υγρασία από αυτή, για να πιάσει και το πιο μικρό ψάρι!
Όταν ένας φίλος του τον κατηγόρησε, γιατί γονάτισε μπροστά στον τύραννο Διονύσιο, εκείνος απάντησε:
-Και τι φταίω εγώ, αν ο βασιλιάς έχη τα ώτα εις τους πόδας;
Εν τούτοις, ένοιωθε περιφρόνηση για ‘κείνους που ζητούσαν τον πλούτο μόνο για χάρη του πλούτου. Γι’ αυτό, όταν κάποτε ένας πλούσιος από τη Φρυγία, ονόματι Σίμος, του επέδειξε την πολυτελή οικία του, στρωμένη παντού με μάρμαρα, ο Αρίστιππος τον έφτυσε στο πρόσωπο! Στη διαμαρτυρία του Σίμου για την απρεπή αυτή πράξη ο φιλόσοφος απάντησε:
-Εδώ που μ’ έφερες, ανάμεσα σε τόσα γυαλιστερά μάρμαρα, δε βρήκα πιο κατάλληλο μέρος, για να φτύσω!
_______________________________________
Ευάγγελου Κ. Μιλλεούνη « Ανθολογία Ιστορικών Ανεκδότων από την Παγκόσμια Ιστορία», σελ. 46-47, 40-41, εκδόσεις Γρηγόρη.
Ο ξακουστός για την ιδιόρρυθμη ζωή του φιλόσοφος γεννήθηκε στη Σινώπη και πέθανε στην Κόρινθο. Δίδασκε την απαλλαγή από κάθε ανάγκη και περιφερόταν στους δρόμους ξυπόλητος και ρακένδυτος. Τα αποφθέγματά του διακρίνονται για το σκωπτικό και σαρκαστικό τους πνεύμα.
Λένε πως, όταν είδε το γιό μιας εταίρας να λιθοβολεί το πλήθος, τον επέπληξε λέγοντας:
-Πρόσεξε μη χτυπήσεις τον πατέρα σου!.
Περαστικός ο Διογένης από το σπίτι ενός μοχθηρού ευνούχου, διάβασε μία επιγραφή στην πόρτα του, η οποία έλεγε: « Μηδέν εισίτω κακόν». Δηλαδή: Ας μη μπη κανένα κακό μέσα σ’ αυτό το σπίτι.
Κι ο Διογένης μειδιώντας:
-Τότε ο οικοδεσπότης από πού θα μπη;
Ένας φαλακρός στην αγορά νόμισε πως βρήκε το κατάλληλο πρόσωπο κι άρχισε να ειρωνεύεται το Διογένη. Αυτός τον άφησε να εξαντλήσει το απόθεμα της «εξυπνάδας» του και τότε, κοιτάζοντας τη φαλάκρα του ανθρώπου εκείνου, είπε:
- Τιμή και δόξα στα μαλλιά, που είχαν την πρόνοια να εγκαταλείψουν εγκαίρως ένα τέτοιο κεφάλι σαν το δικό σου!
Σε κάποιον, ο οποίος τον ρώτησε πότε πρέπει κανείς να τρώη, αποκρίθηκε:
-Οι πλούσιοι όποτε θέλουν και οι φτωχοί όποτε έχουν…
Στο γιατρό Διδύμωνα, ο οποίος είχε τη φήμη γυναικά και διαφθορέως, όταν τον είδε στο ιατρείο του να περιποιείται το μάτι μιας κοπέλας, του είπε:
-Πρόσεχε, μήπως θεραπεύων τους οφθαλμούς φθείρης την κόρην!
Όταν τον επισκέφτηκε ο Αλέξανδρος, τον ρώτησε:
-Τι ζητάς μέσα στο πιθάρι, Διογένη;
-Ψάχνω να βρω τα οστά του πατέρα σου και τα οστά του δούλου μου, μα δεν μπορώ να τα ξεχωρίσω, γιατί δεν υπάρχει καμμιά διαφορά μεταξύ τους.
Λέγεται πως οι δύο άντρες πέθαναν την ίδια μέρα το 323 π.Χ.
Αρίστιππος ο Κυρηναίος ( 435-355 π.Χ.)
Αρχαίος φιλόσοφος από την Κυρήνη της Β. Αφρικής, μαθητής του Σωκράτους και ιδρυτής της Κυρηναϊκής Σχολής. Δίδασκε πως η ηδονή αποτελεί αγαθόν και ο πόνος κακόν.
Ο Αρίστιππος ζητούσε υψηλά δίδακτρα από τους μαθητές του. Κάποτε λοιπόν τον επισκέφτηκε ένας πατέρας, ο οποίος φιλοδοξούσε να εγγράψη το γιό του, αλλά τσιγκούνης καθώς ήταν, είπε στον φιλόσοφο, όταν άκουσε την τιμή:
-Πολλά μου ζητάς! Εγώ με τόσα χρήματα θα μπορούσα να αγοράσω ένα βόδι.
- Τότε, απάντησε ο φιλόσοφος, αγόρασέ το, για να έχεις δύο.
Κάποιος νέος καυχιόταν ότι είχε διαβάσει άπειρα βιβλία. Και ο Αρίστιππος που τον άκουσε, παρατήρησε:
-Όμως όσοι τρώνε πολύ δεν είναι πάντοτε οι υγιέστεροι. Υγιέστεροι είναι όσοι χωνεύουν καλά.
Όταν έφτασε ναυαγός κάποτε στη Ρόδο και βρέθηκε χωρίς χρήματα, πήγε σ’ ένα γυμναστήριο και μίλησε τόσο ωραία, που τους γοήτευσε όλους. Εκείνοι τότε του έδωσαν ό,τι είχε ανάγκη.
Ο φιλόσοφος δεν έχασε την ευκαιρία να τονίσει πως οι γονείς πρέπει να οπλίζουν τα παιδιά τους με τέτοιο πλούτο, ο οποίος ακόμα και ύστερ’ από ένα ναυάγιο να είναι ικανός να φτάσει κολυμπώντας μαζί με τον ιδιοκτήτη του στη στεριά!
Ο Αρίστιππος επέμενε να πληρώνεται για τη διδασκαλία του και δε δίσταζε να κολακεύει τους τυράννους, για να επιτύχει το σκοπό του. Όταν ο Διονύσιος ο Α΄ τον έφτυσε κάποτε στο πρόσωπο, χαμογέλασε με υπομονή και είπε:
-Ένας ψαράς πρέπει να υποστεί μεγαλύτερη υγρασία από αυτή, για να πιάσει και το πιο μικρό ψάρι!
Όταν ένας φίλος του τον κατηγόρησε, γιατί γονάτισε μπροστά στον τύραννο Διονύσιο, εκείνος απάντησε:
-Και τι φταίω εγώ, αν ο βασιλιάς έχη τα ώτα εις τους πόδας;
Εν τούτοις, ένοιωθε περιφρόνηση για ‘κείνους που ζητούσαν τον πλούτο μόνο για χάρη του πλούτου. Γι’ αυτό, όταν κάποτε ένας πλούσιος από τη Φρυγία, ονόματι Σίμος, του επέδειξε την πολυτελή οικία του, στρωμένη παντού με μάρμαρα, ο Αρίστιππος τον έφτυσε στο πρόσωπο! Στη διαμαρτυρία του Σίμου για την απρεπή αυτή πράξη ο φιλόσοφος απάντησε:
-Εδώ που μ’ έφερες, ανάμεσα σε τόσα γυαλιστερά μάρμαρα, δε βρήκα πιο κατάλληλο μέρος, για να φτύσω!
_______________________________________
Ευάγγελου Κ. Μιλλεούνη « Ανθολογία Ιστορικών Ανεκδότων από την Παγκόσμια Ιστορία», σελ. 46-47, 40-41, εκδόσεις Γρηγόρη.
Εικόνες :
Ραφαήλ_"η Σχολή των Αθηνών"_Διογένης
Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2007
Πολιτική ιστορία
Στρατηγού Μακρυγιάννη, απάνθισμα απομνημονευμάτων[1]
Μακρυγιάννης κατά Καποδίστρια
Ήταν κάποτε ένα λιβάδι πολλά αξιόλογον. Είχε πολλά αγαθά μέσα διά τους ανθρώπους και καλή τροφή διά τα ζώα. Σε αυτό το λιβάδι ήταν ένα θερίον οπού το εξουσίαζε. Ούτε άνθρωποι μπορούσαν να λάβουν τα’ αγαθά του, ούτε τα ζώα την καλή χλόγη. Τότε ένας κακός άνθρωπος ηύρε το καϊμένο τα’ άλογο και του λέγει του λιβαδιού τα’ αγαθά. Και του λέγει: «να σκύψης να σε καβαλλικέψω εσένα κ’ εγώ με τα’ άρματά μου να σκοτώσωμεν το θερίον, να γοδέρωμεν αυτόν τον καλόν τόπον. Μπιστεύτηκε το καϊμένο τ’ άλογον διά την καλήν την τροφή κ’ έκλινε τον αυχένα του. Κι ο κακοροίζικος ο άνθρωπος τόβαλε την σέλλα, και την έσφιξε καλά, και το χαλινό. Καβαλλίκεψε ο άνθρωπος αρματωμένος, σκότωσαν το θερίον. Του λέγει το δυστυχισμένο τα’ άλογον: «Το θερίον το σκοτώσαμεν, εσύ παίρνεις τα’ αγαθά του τόπου – βγάλε τον χαλινό και την σέλλα οπού μόβαλες και κατέβα τώρα από πάνου μου να βοσκήσω κ’ εγώ. – Ο χαλινός και η σέλλα δεν βγαίνει από πάνου σου, ούτε εγώ θα κατέβω πλέον». Αφού του βοήθησε τ’ άλογον και με τη δύναμή του σκότωσε το θερίον κ’ έλαβεν εις την εξουσίαν του εκείνον τον λαμπρόν τόπον και γοδέρει τ’ αγαθά του, το δυστυχισμένο τ’ άλογον όχι που δεν ωφελήθη, αλλά του μπήκε κι’ ο χαλινός και η σέλλα – κι ο διαβολάνθρωπος καβάλλα τ’ άφηνε νηστικόν και φορτωμένο.
Μακρυγιάννης κατά Κωλέττη
Ήταν ένα παλάτι χαλασμένο και το γκρεμίσαμεν από θεμελιούθεν και το φκειάσαμεν να καθίσουμεν όλοι μέσα. Βάλαμεν εις τις πόρτες εγγλέζικες κλειδωνιές και σου δώσαμεν τα κλειδιά εσένα διά να βαίνης εκείνους οπού κοπιάσαν κ’ έφκειασαν το σπίτι αυτό, οπού βαστάς τα κλειδιά. Του λόγου σου ανοιγοκλείνοντας διά το νιτερέσιον μόνον το δικόν σου κι’ όχι του σπιτιού, χάλασες αυτές τις παλιοκλειδωνιές κ’ έβαλες εις το σπίτι κλειδωνιές τεφαρίκια Ευρωπαίγικα και της παλιοκλειδωνιές της πέταξες εις τα σκούπρα (εις της χάψες), εκεί οπού να μην αναμείνη τζίτα γερή και χρήσιμη. Θυμίσου, κύριε Κωλέτη, αυτό το σπίτι είπε ο Θεός να χτιστή και θέλει εκείνους οπού αγωνίστηκαν κ’ έγινε – θαρθή καιρός να ψάξης εσύ κ’ οι συντρόφοι δι’ αυτές της κλειδωνιές της σάπιες και να μην ευρήτε καμμίνια. Εσείς τότε θα βαρέσετε το κεφάλι σας. Τώρα είναι πολλά ήσυχον.
Μακρυγιάννης κατά Φαναριωτών και Βαυαρών
Οι ακαθαρσίες της Κωνσταντινούπολής και της Ευρώπης καρότζες, μπάλους, πολυτέλειες, λούσια πλήθος. Αυτείνοι αφεντάδες μας κ’ εμείς είλωτές τους. Πήραν τα καλύτερα υποστατικά, της καλύτερες θέσες τους σπιτότοπους, ‘σ τα υπουργεία βαρειούς μιστούς. Δανείζουν τα χρήματά τους δυο και τρία τα εκατό τον μήνα, παίρνουν υποθήκες – ‘σ ένα χρόνο και λιγώτερο κάνει δέκα το παίρνει ένα. Γίνηκαν όλοι ‘διοχτήτες. Κριταί αυτείνοι, αφεντάδες αυτείνοι. Όπου να πάνε οι Έλληνες όλο ξυλιές τρώνε. Η φτώχια άξηνε. Λίγον φταίξιμο να κάμη ο αγωνιστής, χάψη άλλος επί ζωγής, άλλος κόψιμον με την τζελατίνα. Όλο τέτοιες καλωσύνες έχομεν. Γιόμωσαν οι χάψες του κράτους. Και θησαύρισαν οι κριταί μας και οι αβοκάτοι μας. Το κράτος έτσι πάγει πολλά ομπρός !
περί Θεού…
Η αγαθότη του Θεού είναι άβυσσος της θαλάσσης, τους μωρούς τους κάνει σοφούς, τους σοφούς μωρούς, τους αντρείους δειλούς, τους δειλούς αντρείους, διά να δοξάζεται ο πλάστης του παντός.
_______________________
[1] Ο στρατηγός Μακρυγιάννης άρχισε να γράφει τα Απομνημονεύματά του μόλις τελείωσε ο πόλεμος, στα 1829 στο Άργος όπου ο Καποδίστριας του είχε δώσει ένα αξίωμα με τον πομπώδη τίτλο: Γενικός Αρχηγός της Εκτελεστικής Δυνάμεως της Πελοποννήσου και της Σπάρτης.
Μακρυγιάννης κατά Καποδίστρια
Ήταν κάποτε ένα λιβάδι πολλά αξιόλογον. Είχε πολλά αγαθά μέσα διά τους ανθρώπους και καλή τροφή διά τα ζώα. Σε αυτό το λιβάδι ήταν ένα θερίον οπού το εξουσίαζε. Ούτε άνθρωποι μπορούσαν να λάβουν τα’ αγαθά του, ούτε τα ζώα την καλή χλόγη. Τότε ένας κακός άνθρωπος ηύρε το καϊμένο τα’ άλογο και του λέγει του λιβαδιού τα’ αγαθά. Και του λέγει: «να σκύψης να σε καβαλλικέψω εσένα κ’ εγώ με τα’ άρματά μου να σκοτώσωμεν το θερίον, να γοδέρωμεν αυτόν τον καλόν τόπον. Μπιστεύτηκε το καϊμένο τ’ άλογον διά την καλήν την τροφή κ’ έκλινε τον αυχένα του. Κι ο κακοροίζικος ο άνθρωπος τόβαλε την σέλλα, και την έσφιξε καλά, και το χαλινό. Καβαλλίκεψε ο άνθρωπος αρματωμένος, σκότωσαν το θερίον. Του λέγει το δυστυχισμένο τα’ άλογον: «Το θερίον το σκοτώσαμεν, εσύ παίρνεις τα’ αγαθά του τόπου – βγάλε τον χαλινό και την σέλλα οπού μόβαλες και κατέβα τώρα από πάνου μου να βοσκήσω κ’ εγώ. – Ο χαλινός και η σέλλα δεν βγαίνει από πάνου σου, ούτε εγώ θα κατέβω πλέον». Αφού του βοήθησε τ’ άλογον και με τη δύναμή του σκότωσε το θερίον κ’ έλαβεν εις την εξουσίαν του εκείνον τον λαμπρόν τόπον και γοδέρει τ’ αγαθά του, το δυστυχισμένο τ’ άλογον όχι που δεν ωφελήθη, αλλά του μπήκε κι’ ο χαλινός και η σέλλα – κι ο διαβολάνθρωπος καβάλλα τ’ άφηνε νηστικόν και φορτωμένο.
Μακρυγιάννης κατά Κωλέττη
Ήταν ένα παλάτι χαλασμένο και το γκρεμίσαμεν από θεμελιούθεν και το φκειάσαμεν να καθίσουμεν όλοι μέσα. Βάλαμεν εις τις πόρτες εγγλέζικες κλειδωνιές και σου δώσαμεν τα κλειδιά εσένα διά να βαίνης εκείνους οπού κοπιάσαν κ’ έφκειασαν το σπίτι αυτό, οπού βαστάς τα κλειδιά. Του λόγου σου ανοιγοκλείνοντας διά το νιτερέσιον μόνον το δικόν σου κι’ όχι του σπιτιού, χάλασες αυτές τις παλιοκλειδωνιές κ’ έβαλες εις το σπίτι κλειδωνιές τεφαρίκια Ευρωπαίγικα και της παλιοκλειδωνιές της πέταξες εις τα σκούπρα (εις της χάψες), εκεί οπού να μην αναμείνη τζίτα γερή και χρήσιμη. Θυμίσου, κύριε Κωλέτη, αυτό το σπίτι είπε ο Θεός να χτιστή και θέλει εκείνους οπού αγωνίστηκαν κ’ έγινε – θαρθή καιρός να ψάξης εσύ κ’ οι συντρόφοι δι’ αυτές της κλειδωνιές της σάπιες και να μην ευρήτε καμμίνια. Εσείς τότε θα βαρέσετε το κεφάλι σας. Τώρα είναι πολλά ήσυχον.
Μακρυγιάννης κατά Φαναριωτών και Βαυαρών
Οι ακαθαρσίες της Κωνσταντινούπολής και της Ευρώπης καρότζες, μπάλους, πολυτέλειες, λούσια πλήθος. Αυτείνοι αφεντάδες μας κ’ εμείς είλωτές τους. Πήραν τα καλύτερα υποστατικά, της καλύτερες θέσες τους σπιτότοπους, ‘σ τα υπουργεία βαρειούς μιστούς. Δανείζουν τα χρήματά τους δυο και τρία τα εκατό τον μήνα, παίρνουν υποθήκες – ‘σ ένα χρόνο και λιγώτερο κάνει δέκα το παίρνει ένα. Γίνηκαν όλοι ‘διοχτήτες. Κριταί αυτείνοι, αφεντάδες αυτείνοι. Όπου να πάνε οι Έλληνες όλο ξυλιές τρώνε. Η φτώχια άξηνε. Λίγον φταίξιμο να κάμη ο αγωνιστής, χάψη άλλος επί ζωγής, άλλος κόψιμον με την τζελατίνα. Όλο τέτοιες καλωσύνες έχομεν. Γιόμωσαν οι χάψες του κράτους. Και θησαύρισαν οι κριταί μας και οι αβοκάτοι μας. Το κράτος έτσι πάγει πολλά ομπρός !
περί Θεού…
Η αγαθότη του Θεού είναι άβυσσος της θαλάσσης, τους μωρούς τους κάνει σοφούς, τους σοφούς μωρούς, τους αντρείους δειλούς, τους δειλούς αντρείους, διά να δοξάζεται ο πλάστης του παντός.
_______________________
[1] Ο στρατηγός Μακρυγιάννης άρχισε να γράφει τα Απομνημονεύματά του μόλις τελείωσε ο πόλεμος, στα 1829 στο Άργος όπου ο Καποδίστριας του είχε δώσει ένα αξίωμα με τον πομπώδη τίτλο: Γενικός Αρχηγός της Εκτελεστικής Δυνάμεως της Πελοποννήσου και της Σπάρτης.
Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2007
Ποίηση
ΥΠΑΡΧΟΥΜΕ [1]
Βλέπεις της νύχτας τη φωτιά που βγαίνει απ’ το καβούκι της
Και το δάσος το βλέπεις χωμένο στη δροσιά
Βλέπεις γυμνό τον κάμπο
Στα πλευρά ενός ουρανού αργοκύλητου
Αψηλά το χιόνι ωσάν θάλασσα
Κι αψηλά τη θάλασσα μες στον γλαυκόν ορίζοντα
Πέτρες τέλεια δουλεμένες
Γλυκά δάση καταφύγια σκεπαστά
Βλέπεις πέρα στη χρυσή τους τη μελαγχολία πόλεις
Πεζοδρόμια όλο ευγένειες
Μια πλατεία όπου το άγαλμα της μοναξιάς
Χαμογελάει κι ο έρωτας έχει ένα σπίτι μόνο
Βλέπεις τα ζώα σωσίες πονηρούς
Αλληλοθυσιασμένους
Άσπιλ’ αδέρφια που η σκιά τους μακριά
Σμίγει σε μιάν αιμάτινη έρημο
Βλέπεις ένα ωραίο παιδί πώς παίζει πώς γελά
Που ‘ναι μικρούλι που ‘ναι πιο μικρό
Κι απ’ το πιο μικρό πουλί της άκριας των κλαριών
Ένα τοπίο που γεύεσαι σαν το νερό ή το λάδι
Κι όπου δεν είναι βράχος πιά μα όπου εγκαταλείπει η γης
Στο θέρος τη χλωράδα της νάν τη σκεπάσει φρούτα
Γυναίκες κατεβαίνοντας από τ’ αρχαίο τους κάτοπτρο
Σου φέρνουν μια νεότητα μια πίστη στη δική σου
Κάποια μ’ ένα μαγνάδι φως που σε τραβάει σε κάνει
Κρυφά τον κόσμο να κοιτάς έξω απ’ τον εαυτό σου
Μαζί με μας θα ζωντανέψουνε όλα
Ζώα σωστά χρυσά μπαϊράκια μου
Κάμποι γλυκές μου περιπέτειες
Χρήσιμη χλόη πολιτείες ευαίσθητες
Θα ‘ρθει μια μέρα που θα σας διαφεντεύουνε άνθρωποι
Άνθρωποι πόχουνε περάσει από δαρμούς και δάκρυα
Μα που τα όνειρά τους πια θα τα δρέπουν ακέραια
Βλέπω σωστούς ευαίσθητους χρήσιμους και καλούς
Ανθρώπους να τινάζουν από πάνω τους
Ένα βάρος αχνότερο από θάνατο
Και να κοιμούνται από χαρά μέσα στο βρόντο του ήλιου.
Πωλ Ελυάρ ( Paul Eluard)[2]
_____________________________________
[1]Οδυσσέα Ελύτη «Δεύτερη Γραφή», σελ. 110-111, Ίκαρος εκδοτική εταιρία 1996.
Σε αυτό το βιβλίο περιλαμβάνονται έργα μεγάλων ξένων ποιητών μεταφρασμένα από τον Οδυσσέα Ελύτη.
[2]Πωλ Ελυάρ(1895-1952): από τους μεγαλύτερους Γάλλους υπερρεαλιστές ποιητές. Ενδιαφερόταν έντονα για πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Το 1940 αφοσιώθηκε στην γαλλική Αντίσταση και έγινε ο ποιητής-σύμβολό της. Π άνω απ’ όλα όμως ο Ελυάρ εξύμνησε τον έρωτα και την γυναίκα. Τα πάντα γι’ αυτόν περιστρέφονται γύρω απ’ αυτούς τους δύο πόλους. Έργα του: Χρέος και αγωνία(1917), Ποιήματα για την ειρήνη(1918), Έρωτας, ποίηση(1929), Γόνιμα μάτια(1936), Ποίηση και αλήθεια(1942), Ξεχειλιζει ο χρόνος(1947), Πολιτικά ποιήματα(1948) κ.ά.
Βλέπεις της νύχτας τη φωτιά που βγαίνει απ’ το καβούκι της
Και το δάσος το βλέπεις χωμένο στη δροσιά
Βλέπεις γυμνό τον κάμπο
Στα πλευρά ενός ουρανού αργοκύλητου
Αψηλά το χιόνι ωσάν θάλασσα
Κι αψηλά τη θάλασσα μες στον γλαυκόν ορίζοντα
Πέτρες τέλεια δουλεμένες
Γλυκά δάση καταφύγια σκεπαστά
Βλέπεις πέρα στη χρυσή τους τη μελαγχολία πόλεις
Πεζοδρόμια όλο ευγένειες
Μια πλατεία όπου το άγαλμα της μοναξιάς
Χαμογελάει κι ο έρωτας έχει ένα σπίτι μόνο
Βλέπεις τα ζώα σωσίες πονηρούς
Αλληλοθυσιασμένους
Άσπιλ’ αδέρφια που η σκιά τους μακριά
Σμίγει σε μιάν αιμάτινη έρημο
Βλέπεις ένα ωραίο παιδί πώς παίζει πώς γελά
Που ‘ναι μικρούλι που ‘ναι πιο μικρό
Κι απ’ το πιο μικρό πουλί της άκριας των κλαριών
Ένα τοπίο που γεύεσαι σαν το νερό ή το λάδι
Κι όπου δεν είναι βράχος πιά μα όπου εγκαταλείπει η γης
Στο θέρος τη χλωράδα της νάν τη σκεπάσει φρούτα
Γυναίκες κατεβαίνοντας από τ’ αρχαίο τους κάτοπτρο
Σου φέρνουν μια νεότητα μια πίστη στη δική σου
Κάποια μ’ ένα μαγνάδι φως που σε τραβάει σε κάνει
Κρυφά τον κόσμο να κοιτάς έξω απ’ τον εαυτό σου
Μαζί με μας θα ζωντανέψουνε όλα
Ζώα σωστά χρυσά μπαϊράκια μου
Κάμποι γλυκές μου περιπέτειες
Χρήσιμη χλόη πολιτείες ευαίσθητες
Θα ‘ρθει μια μέρα που θα σας διαφεντεύουνε άνθρωποι
Άνθρωποι πόχουνε περάσει από δαρμούς και δάκρυα
Μα που τα όνειρά τους πια θα τα δρέπουν ακέραια
Βλέπω σωστούς ευαίσθητους χρήσιμους και καλούς
Ανθρώπους να τινάζουν από πάνω τους
Ένα βάρος αχνότερο από θάνατο
Και να κοιμούνται από χαρά μέσα στο βρόντο του ήλιου.
Πωλ Ελυάρ ( Paul Eluard)[2]
_____________________________________
[1]Οδυσσέα Ελύτη «Δεύτερη Γραφή», σελ. 110-111, Ίκαρος εκδοτική εταιρία 1996.
Σε αυτό το βιβλίο περιλαμβάνονται έργα μεγάλων ξένων ποιητών μεταφρασμένα από τον Οδυσσέα Ελύτη.
[2]Πωλ Ελυάρ(1895-1952): από τους μεγαλύτερους Γάλλους υπερρεαλιστές ποιητές. Ενδιαφερόταν έντονα για πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Το 1940 αφοσιώθηκε στην γαλλική Αντίσταση και έγινε ο ποιητής-σύμβολό της. Π άνω απ’ όλα όμως ο Ελυάρ εξύμνησε τον έρωτα και την γυναίκα. Τα πάντα γι’ αυτόν περιστρέφονται γύρω απ’ αυτούς τους δύο πόλους. Έργα του: Χρέος και αγωνία(1917), Ποιήματα για την ειρήνη(1918), Έρωτας, ποίηση(1929), Γόνιμα μάτια(1936), Ποίηση και αλήθεια(1942), Ξεχειλιζει ο χρόνος(1947), Πολιτικά ποιήματα(1948) κ.ά.
Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2007
Πόλεμος και Διεθνές Δίκαιο
το άγνωστο «Ολοκαύτωμα»
Από το φθινόπωρο του 1941 παρατηρήθηκε αύξηση της αντιστασιακής δραστηριότητας [κατά των Γερμανών κατακτητών[1]] στην περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας. Στον νομό Κιλκίς δρούσε η μικρή αντιστασιακή ομάδα «Αθανάσιος Διάκος».
Μετά τον φόνο δύο Γερμανών στρατιωτικών – και τον τραυματισμό ενός τρίτου – σε ενέδρα, διατάχθηκε η επιβολή εκτεταμένων αντιποίνων[2]. Άλλωστε, είχε προηγηθεί η έκδοση μιας γενικής διαταγής από το αρχηγείο της Βέρμαχτ (Wehrmacht) στις 16 Σεπτεμβρίου 1941, η οποία θα ίσχυε για όλες τις χώρες της κατεχόμενης Ευρώπης. Σύμφωνα με αυτήν την διαταγή, η οποία αποσκοπούσε στην αποτροπή εμφάνισης αντιστασιακών κινημάτων, θα εκτελούντο 50 άμαχοι πολίτες για τον φόνο κάθε Γερμανού στρατιώτη.
Στην περιοχή του Κιλκίς οι γερμανικές δυνάμεις κατέστρεψαν τον Οκτώβριο του 1941 ολοσχερώς τα χωριά όπου έδρευαν τα μέλη των αντιστασιακών ομάδων (Άνω και Κάτω Κερδύλλια, Μεσόβουνο). Συγκεκριμένα, στις 17 Οκτωβρίου 1941 γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις περικύκλωσαν το χωριό Άνω Κερδύλλιο. Αφού ανάγκασαν όλους τους κατοίκους του χωριού να συγκεντρωθούν στην πλατεία, προχώρησαν σε διαχωρισμό των ενήλικων αρρένων από τις γυναίκες και τα παιδιά. Οι άντρες εκτελέστηκαν, συνολικά 138 άτομα, ενώ επίσης καταστράφηκαν αρκετά κτίσματα του χωριού. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας σημειώθηκαν εκτελέσεις 84 αμάχων πολιτών στο Κάτω Κερδύλλιο, ενώ ανάλογα περιστατικά σημειώθηκαν στις 20 Οκτωβρίου στο Καλόκαστρο, όπου απαγχονίστηκαν 12 άτομα, στις 23 Οκτωβρίου στο Μεσόβουνο, όπου εκτελέστηκαν 135 άτομα και στις 25 Οκτωβρίου στο Αμπελόφυτο, όπου εκτελέστηκαν 18 άτομα. Οι θάνατοι των αμάχων πολιτών από τις επιχειρήσεις αυτές ανήλθαν σε 389 άτομα, ενώ ένας μεγάλος αριθμός γυναικών και παιδιών αναγκάστηκε λόγω των συνθηκών να μετοικήσει σε άλλους οικισμούς.
[1] Το 1942 παρουσιάστηκε στο Βερολίνο μια γερμανική Λευκή Βίβλος με τον τίτλο «Παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου από μέρους των βρετανικών στρατιωτικών αρχών και του αστικού πληθυσμού της Κρήτης». Στην εν λόγω Βίβλο καταγγελλόταν, εκ μέρους των επιτιθέμενων Γερμανών, το σχετικά άγνωστο γεγονός του ακρωτηριασμού πτωμάτων Γερμανών αλεξιπτωτιστών – εισβολέων και η συνυπευθυνότητα των κατοίκων της νήσου, που συμμετείχαν στην προσπάθεια απόκρουσης της γερμανικής εισβολής.
[2] Η Γερμανική στρατιωτική παρουσία στην Ελλάδα υπήρξε αρχικά ήπια, καθώς οι Γερμανοί επιδίωκαν να κερδίσουν την συμπάθεια του ελληνικού πληθυσμού. Ο αρχικά ευμενής αυτός τόνος της γερμανικής κατοχής διαταράχτηκε οριστικά από τις βάναυσες πράξεις αντιποίνων [συνεπεία αντιστασιακής δραστηριότητας] εκ μέρους των δυνάμεων κατοχής, οι οποίες έλαβαν χώρα αμέσως μετά την ολοκλήρωση της κατάληψης της Κρήτης.
Από το φθινόπωρο του 1941 παρατηρήθηκε αύξηση της αντιστασιακής δραστηριότητας [κατά των Γερμανών κατακτητών[1]] στην περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας. Στον νομό Κιλκίς δρούσε η μικρή αντιστασιακή ομάδα «Αθανάσιος Διάκος».
Μετά τον φόνο δύο Γερμανών στρατιωτικών – και τον τραυματισμό ενός τρίτου – σε ενέδρα, διατάχθηκε η επιβολή εκτεταμένων αντιποίνων[2]. Άλλωστε, είχε προηγηθεί η έκδοση μιας γενικής διαταγής από το αρχηγείο της Βέρμαχτ (Wehrmacht) στις 16 Σεπτεμβρίου 1941, η οποία θα ίσχυε για όλες τις χώρες της κατεχόμενης Ευρώπης. Σύμφωνα με αυτήν την διαταγή, η οποία αποσκοπούσε στην αποτροπή εμφάνισης αντιστασιακών κινημάτων, θα εκτελούντο 50 άμαχοι πολίτες για τον φόνο κάθε Γερμανού στρατιώτη.
Στην περιοχή του Κιλκίς οι γερμανικές δυνάμεις κατέστρεψαν τον Οκτώβριο του 1941 ολοσχερώς τα χωριά όπου έδρευαν τα μέλη των αντιστασιακών ομάδων (Άνω και Κάτω Κερδύλλια, Μεσόβουνο). Συγκεκριμένα, στις 17 Οκτωβρίου 1941 γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις περικύκλωσαν το χωριό Άνω Κερδύλλιο. Αφού ανάγκασαν όλους τους κατοίκους του χωριού να συγκεντρωθούν στην πλατεία, προχώρησαν σε διαχωρισμό των ενήλικων αρρένων από τις γυναίκες και τα παιδιά. Οι άντρες εκτελέστηκαν, συνολικά 138 άτομα, ενώ επίσης καταστράφηκαν αρκετά κτίσματα του χωριού. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας σημειώθηκαν εκτελέσεις 84 αμάχων πολιτών στο Κάτω Κερδύλλιο, ενώ ανάλογα περιστατικά σημειώθηκαν στις 20 Οκτωβρίου στο Καλόκαστρο, όπου απαγχονίστηκαν 12 άτομα, στις 23 Οκτωβρίου στο Μεσόβουνο, όπου εκτελέστηκαν 135 άτομα και στις 25 Οκτωβρίου στο Αμπελόφυτο, όπου εκτελέστηκαν 18 άτομα. Οι θάνατοι των αμάχων πολιτών από τις επιχειρήσεις αυτές ανήλθαν σε 389 άτομα, ενώ ένας μεγάλος αριθμός γυναικών και παιδιών αναγκάστηκε λόγω των συνθηκών να μετοικήσει σε άλλους οικισμούς.
____________________
[1] Το 1942 παρουσιάστηκε στο Βερολίνο μια γερμανική Λευκή Βίβλος με τον τίτλο «Παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου από μέρους των βρετανικών στρατιωτικών αρχών και του αστικού πληθυσμού της Κρήτης». Στην εν λόγω Βίβλο καταγγελλόταν, εκ μέρους των επιτιθέμενων Γερμανών, το σχετικά άγνωστο γεγονός του ακρωτηριασμού πτωμάτων Γερμανών αλεξιπτωτιστών – εισβολέων και η συνυπευθυνότητα των κατοίκων της νήσου, που συμμετείχαν στην προσπάθεια απόκρουσης της γερμανικής εισβολής.
[2] Η Γερμανική στρατιωτική παρουσία στην Ελλάδα υπήρξε αρχικά ήπια, καθώς οι Γερμανοί επιδίωκαν να κερδίσουν την συμπάθεια του ελληνικού πληθυσμού. Ο αρχικά ευμενής αυτός τόνος της γερμανικής κατοχής διαταράχτηκε οριστικά από τις βάναυσες πράξεις αντιποίνων [συνεπεία αντιστασιακής δραστηριότητας] εκ μέρους των δυνάμεων κατοχής, οι οποίες έλαβαν χώρα αμέσως μετά την ολοκλήρωση της κατάληψης της Κρήτης.
* Από τις μονογραφίες του περιοδικού "Στρατιωτική Ιστορία", 1939-1945 Εγκλήματα Πολέμου του Άξονα, σελ. 55, εκδόσεις Περισκόπιο
Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2007
ιστορικές μνήμες
Εθνική Αξιοπρέπεια
Πέμπτη, 16 Οκτωβρίου 1941[1]
… Το επισιτιστικό πρόβλημα είναι το βασικό πρόβλημα του κόσμου. Το περασμένο Σάββατο είχαμε μείνει χωρίς ψωμί. Την Κυριακή επίσης. Ευτυχώς την Δευτέρα και Τρίτη έδωσαν από 60 δράμια κι από χτες έχουν αναγγείλει πως θα δίνουν 50 δράμια τη μέρα. Στο μεταξύ ο κόσμος βρίσκεται σε απόγνωση. Τα φασόλια έφτασαν τις 600 δρχ., το αλεύρι τις 635. Μια πάστα στου Φλόκα έχει 40 δρχ., ένα φλιτζάνι σοκολάτα 50 δρχ. Για τους σωλήνες, που έβγαλα από το σπίτι μου στο Ελληνικό, μου είχαν προσφέρει 80 δρχ. το μέτρο. Χθες ένας μου πρόσφερε 175 για τους γαλβανισμένους κι 130 για τους μαύρους. Το τυρί έφτασε τις 900 δρχ. την οκά. Μέλι είπα να μου πάρουν προς 800 δρχ. την οκά. Τα λαχανικά είναι ανέβρετα, κι όσα βρίσκονται είναι σε τιμές πάνω από 120 δρχ. Πώς μπορεί, με τέτοιες τιμές να φάει ο λαός;
Έχω την εντύπωση πως το δράμα προκάλεσε την προσοχή των Γερμανών και πως κάτι πρόκειται να κάνουν. Από χτες έφτασε εδώ ο Δρ. Κλαούντιους (Dr. Claudius). Ο Χατζημιχάλης είχε πάει στο Βερολίνο και γύρισε χτες. Νομίζω πως θα κοιτάξουν να βάλουν κάποια τάξη στο επισιτιστικό μας πρόβλημα. Αλλά είμαι βέβαιος πως αυτό θα γίνει με ανταλλάγματα εις βάρος της εθνικής μας αξιοπρέπειας …
Παρασκευή, 17 Οκτωβρίου 1941[2]
Εκτελέσεις ομήρων από τους Γερμανούς
Τελευταία, το Γερμανικό Στρατηγείο ανακοίνωσε στις εφημερίδες και τοιχοκόλλησε τα ονόματα τεσσάρων Ελλήνων που τουφεκίστηκαν για «πράξεις σαμποτάζ», καθώς λέει. Ο Φαίδων Βεγλερής μου είπε χθες πως κατά την αφήγηση του δικηγόρου Γεωργάκη, η εκτέλεσή τους έγινε στις φυλακές Αβέρωφ κι ήταν πολύ δραματική. Οι τρεις από τους τέσσερις ήταν πατριώτες. Ο τέταρτος ήταν πλιατσικολόγος. Οι Γερμανοί έβαλαν τους καταδίκους να παραστούν διαδοχικά στην εκτέλεση των προηγουμένων τους.
Από τους τέσσερις ο πρώτος ήταν τραυματίας του Σαγγάριου. Αρνήθηκε να του δέσουν τα μάτια, λέγοντας πως δεν φοβόταν τους Γερμανούς. Εξακολούθησε να καπνίζει το σιγαρέτο του και να τους βρίζει.
Ο δεύτερος ήταν τραυματίας του τωρινού πολέμου. Κι αυτός στάθηκε παλικάρι – λέγοντας πως, εκείνος, που δεν φοβήθηκε τον Χάρο στα βουνά της Αρβανιτιάς, δεν ήταν να φοβηθεί τους λέτσους Γερμανούς τώρα. Άνοιξε το πουκάμισό του για να τον χτυπήσουν κατάστηθα.
Ο τρίτος λιγοψύχησε κι άρχισε να κλαίει. Τότε ο παπάς που βρισκόταν εκεί – τον λένε νομίζω Πουλάκο – τον άρπαξε από το χέρι και τον κούνησε: «Μην κοιτάζεις αυτούς τους βρωμιάρηδες, του είπε, σήκωσε τα μάτια σου στον Ουρανό». Έτσι του έδωσε κουράγιο. Τον συνέφερε κι έπεσε κι αυτός με παλικαριά.
Μονάχα ο τέταρτος, ο πλιατσικολόγος πέθανε άσκημα. …
Χρ. Χρηστίδης
____________________________
[1] «Ημερολόγιο Κατοχής 1941 – 1942», τόμος Α, σελ. 84, εκδόσεις Μέτρον
[2] «Ημερολόγιο Κατοχής 1941 – 1942», τόμος Α, σελ. 84 – 85, εκδόσεις Μέτρον
Πέμπτη, 16 Οκτωβρίου 1941[1]
… Το επισιτιστικό πρόβλημα είναι το βασικό πρόβλημα του κόσμου. Το περασμένο Σάββατο είχαμε μείνει χωρίς ψωμί. Την Κυριακή επίσης. Ευτυχώς την Δευτέρα και Τρίτη έδωσαν από 60 δράμια κι από χτες έχουν αναγγείλει πως θα δίνουν 50 δράμια τη μέρα. Στο μεταξύ ο κόσμος βρίσκεται σε απόγνωση. Τα φασόλια έφτασαν τις 600 δρχ., το αλεύρι τις 635. Μια πάστα στου Φλόκα έχει 40 δρχ., ένα φλιτζάνι σοκολάτα 50 δρχ. Για τους σωλήνες, που έβγαλα από το σπίτι μου στο Ελληνικό, μου είχαν προσφέρει 80 δρχ. το μέτρο. Χθες ένας μου πρόσφερε 175 για τους γαλβανισμένους κι 130 για τους μαύρους. Το τυρί έφτασε τις 900 δρχ. την οκά. Μέλι είπα να μου πάρουν προς 800 δρχ. την οκά. Τα λαχανικά είναι ανέβρετα, κι όσα βρίσκονται είναι σε τιμές πάνω από 120 δρχ. Πώς μπορεί, με τέτοιες τιμές να φάει ο λαός;
Έχω την εντύπωση πως το δράμα προκάλεσε την προσοχή των Γερμανών και πως κάτι πρόκειται να κάνουν. Από χτες έφτασε εδώ ο Δρ. Κλαούντιους (Dr. Claudius). Ο Χατζημιχάλης είχε πάει στο Βερολίνο και γύρισε χτες. Νομίζω πως θα κοιτάξουν να βάλουν κάποια τάξη στο επισιτιστικό μας πρόβλημα. Αλλά είμαι βέβαιος πως αυτό θα γίνει με ανταλλάγματα εις βάρος της εθνικής μας αξιοπρέπειας …
Παρασκευή, 17 Οκτωβρίου 1941[2]
Εκτελέσεις ομήρων από τους Γερμανούς
Τελευταία, το Γερμανικό Στρατηγείο ανακοίνωσε στις εφημερίδες και τοιχοκόλλησε τα ονόματα τεσσάρων Ελλήνων που τουφεκίστηκαν για «πράξεις σαμποτάζ», καθώς λέει. Ο Φαίδων Βεγλερής μου είπε χθες πως κατά την αφήγηση του δικηγόρου Γεωργάκη, η εκτέλεσή τους έγινε στις φυλακές Αβέρωφ κι ήταν πολύ δραματική. Οι τρεις από τους τέσσερις ήταν πατριώτες. Ο τέταρτος ήταν πλιατσικολόγος. Οι Γερμανοί έβαλαν τους καταδίκους να παραστούν διαδοχικά στην εκτέλεση των προηγουμένων τους.
Από τους τέσσερις ο πρώτος ήταν τραυματίας του Σαγγάριου. Αρνήθηκε να του δέσουν τα μάτια, λέγοντας πως δεν φοβόταν τους Γερμανούς. Εξακολούθησε να καπνίζει το σιγαρέτο του και να τους βρίζει.
Ο δεύτερος ήταν τραυματίας του τωρινού πολέμου. Κι αυτός στάθηκε παλικάρι – λέγοντας πως, εκείνος, που δεν φοβήθηκε τον Χάρο στα βουνά της Αρβανιτιάς, δεν ήταν να φοβηθεί τους λέτσους Γερμανούς τώρα. Άνοιξε το πουκάμισό του για να τον χτυπήσουν κατάστηθα.
Ο τρίτος λιγοψύχησε κι άρχισε να κλαίει. Τότε ο παπάς που βρισκόταν εκεί – τον λένε νομίζω Πουλάκο – τον άρπαξε από το χέρι και τον κούνησε: «Μην κοιτάζεις αυτούς τους βρωμιάρηδες, του είπε, σήκωσε τα μάτια σου στον Ουρανό». Έτσι του έδωσε κουράγιο. Τον συνέφερε κι έπεσε κι αυτός με παλικαριά.
Μονάχα ο τέταρτος, ο πλιατσικολόγος πέθανε άσκημα. …
Χρ. Χρηστίδης
____________________________
[1] «Ημερολόγιο Κατοχής 1941 – 1942», τόμος Α, σελ. 84, εκδόσεις Μέτρον
[2] «Ημερολόγιο Κατοχής 1941 – 1942», τόμος Α, σελ. 84 – 85, εκδόσεις Μέτρον
Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2007
Ποίηση
ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ
Το έργο μπροστά του
οι εργάτες απολυμένοι
μα σεβάσμιοι στέκουν πιο κει !
ο εργοδότης απορεί
για όλα αυτά που ασύνδετα του φαίνονται
μα ακατανόητα είναι ,
μόνο από αυτόν .
Βουλιάζει στην καρέκλα ...
ο Μικρός εξουσίας Πότης
Συνειδητός Μειοδότης
της συνείδησης , της ψυχής
Τελικά της ζωής .
- Κάθεται -
Πίσω από το γραφείο
ο Κένταυρος σηκώνει την οπλή του
το έντυπο της απόλυσης του συμπληρώνει
χωρίς αποζημίωση με νόημα σημειώνει
απολύει τον εαυτό του !!!
και ενώνεται με τους εργάτες ...
Νίκος Ανδρείος
___________________________________________
Συνδικαλιστική ελευθερία
Η πολλαπλή κατοχύρωση της συνδικαλιστικής ελευθερίας διαδηλώνει την μεγάλη σημασία της. Πράγματι, η συνδικαλιστική ελευθερία δεν είναι μόνο αναγκαία για την διασφάλιση και βελτίωση των όρων και της αμοιβής της εργασίας. Επιπλέον οι ισχυρές και ανεξάρτητες συνδικαλιστικές οργανώσεις αποτελούν σπουδαία εγγύηση της δημοκρατίας και της ελευθερίας εν γένει, ώστε η πραγματική κατοχύρωσή τους (και όχι απλώς η διακήρυξή τους στο Σύνταγμα ή άλλα κείμενα) να αποτελεί ασφαλές κριτήριο του επιπέδου της ελευθερίας και της δημοκρατίας μίας χώρας. Η άμεση ή έμμεση ένταξη των συνδικαλιστικών οργανώσεων στον κρατικό μηχανισμό αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα δικτατορικών καθεστώτων δεξιάς ή αριστεράς κατευθύνσεως. Είναι επομένως ανάγκη να διασφαλίζεται η συνδικαλιστική ελευθερία υπό την έννοια της ελευθερίας και ανεξαρτησίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Από την άλλη πλευρά είναι δυνατόν η ανεξαρτησία και ισχύς των συνδικαλιστικών οργανώσεων να παρεκτραπεί στην αντιδημοκρατική τους διάρθρωση και λειτουργία, την ιδιωφελή συσσώρευση προνομίων των συνδικαλιστικών ηγετών και την δημιουργία «κράτους εν κράτει». Είναι γι’ αυτόν τον λόγο αναγκαίο να διασφαλίζεται η συνδικαλιστική ελευθερία και ως ατομικό δικαίωμα των φυσικών προσώπων, καθώς και η υποχρέωση δημοκρατικής διαρθρώσεως και διοικήσεως και δικαιοκρατικής λειτουργίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Η συνδικαλιστική ελευθερία ως ατομικό δικαίωμα
1. Η συνδικαλιστική ελευθερία ως δικαίωμα του ατόμου σημαίνει πρώτον, την ε λ ε υ θ ε ρ ί α τ ω ν ε ρ γ α ζ ο μ έ ν ω ν κ α ι τ ω ν ε ρ γ ο δ ο τ ώ ν ν α ι δ ρ ύ ο υ ν τοπικές, εθνικές ή διεθνείς συνδικαλιστικές οργανώσεις και να προσχωρούν σε μία ή περισσότερες από αυτές για την προστασία των οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων τους, χωρίς να εξαρτώνται από προηγούμενη άδεια, συναίνεση ή πλήρωση άλλων προϋποθέσεων ούτε να υπόκεινται σε δυσμενείς συνέπειες. Δεν αντίκειται όμως στην συνδικαλιστική ελευθερία η υποχρέωση κ α τ ο χ υ ρ ώ σ ε ω ς της συνδικαλιστικής οργανώσεως που προκαλεί τον έλεγχο απλής νομιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της δημοκρατικής δομής της συνδικαλιστικής οργανώσεως.(…)
2. Η συνδικαλιστική ελευθερία ως δικαίωμα του ατόμου κατοχυρώνεται όμως όχι μόνο ως «θετική» αλλά και ως α ρ ν η τ ι κ ή σ υ ν δ ι κ α λ ι σ τ ι κ ή ε λ ε υ θ ε ρ ί α, ως το δικαίωμα δηλαδή του ατόμου να μην προσχωρήσει σε καμιά ή να μην προσχωρήσει σε μία ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση ή να αποχωρήσει από άλλη και μάλιστα χωρίς δυσμενείς έννομες συνέπειες. Υπ’ αυτή την έννοια η συνδικαλιστική ελευθερία είναι και ελευθερία έναντι της συνδικαλιστικής οργανώσεως.
Η αρνητική συνδικαλιστική ελευθερία δεν συμβιβάζεται ούτε με την ρήτρα «κλειστού επαγγέλματος» ή την ρήτρα οργανώσεως που εξαρτά την εργασία σε μία επιχείρηση από την συμμετοχή σε μία ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση, ούτε με την διαπραγμάτευση ρητρών σε συλλογικές συμβάσεις εργασίας που ευνοούν τα μέλη των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
___________________________________________________
Π. Δ. Δαγτόγλου " Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα Β΄" σελ.843-844, 848-850, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1991
Το έργο μπροστά του
οι εργάτες απολυμένοι
μα σεβάσμιοι στέκουν πιο κει !
ο εργοδότης απορεί
για όλα αυτά που ασύνδετα του φαίνονται
μα ακατανόητα είναι ,
μόνο από αυτόν .
Βουλιάζει στην καρέκλα ...
ο Μικρός εξουσίας Πότης
Συνειδητός Μειοδότης
της συνείδησης , της ψυχής
Τελικά της ζωής .
- Κάθεται -
Πίσω από το γραφείο
ο Κένταυρος σηκώνει την οπλή του
το έντυπο της απόλυσης του συμπληρώνει
χωρίς αποζημίωση με νόημα σημειώνει
απολύει τον εαυτό του !!!
και ενώνεται με τους εργάτες ...
Νίκος Ανδρείος
___________________________________________
Συνδικαλιστική ελευθερία
Η πολλαπλή κατοχύρωση της συνδικαλιστικής ελευθερίας διαδηλώνει την μεγάλη σημασία της. Πράγματι, η συνδικαλιστική ελευθερία δεν είναι μόνο αναγκαία για την διασφάλιση και βελτίωση των όρων και της αμοιβής της εργασίας. Επιπλέον οι ισχυρές και ανεξάρτητες συνδικαλιστικές οργανώσεις αποτελούν σπουδαία εγγύηση της δημοκρατίας και της ελευθερίας εν γένει, ώστε η πραγματική κατοχύρωσή τους (και όχι απλώς η διακήρυξή τους στο Σύνταγμα ή άλλα κείμενα) να αποτελεί ασφαλές κριτήριο του επιπέδου της ελευθερίας και της δημοκρατίας μίας χώρας. Η άμεση ή έμμεση ένταξη των συνδικαλιστικών οργανώσεων στον κρατικό μηχανισμό αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα δικτατορικών καθεστώτων δεξιάς ή αριστεράς κατευθύνσεως. Είναι επομένως ανάγκη να διασφαλίζεται η συνδικαλιστική ελευθερία υπό την έννοια της ελευθερίας και ανεξαρτησίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Από την άλλη πλευρά είναι δυνατόν η ανεξαρτησία και ισχύς των συνδικαλιστικών οργανώσεων να παρεκτραπεί στην αντιδημοκρατική τους διάρθρωση και λειτουργία, την ιδιωφελή συσσώρευση προνομίων των συνδικαλιστικών ηγετών και την δημιουργία «κράτους εν κράτει». Είναι γι’ αυτόν τον λόγο αναγκαίο να διασφαλίζεται η συνδικαλιστική ελευθερία και ως ατομικό δικαίωμα των φυσικών προσώπων, καθώς και η υποχρέωση δημοκρατικής διαρθρώσεως και διοικήσεως και δικαιοκρατικής λειτουργίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Η συνδικαλιστική ελευθερία ως ατομικό δικαίωμα
1. Η συνδικαλιστική ελευθερία ως δικαίωμα του ατόμου σημαίνει πρώτον, την ε λ ε υ θ ε ρ ί α τ ω ν ε ρ γ α ζ ο μ έ ν ω ν κ α ι τ ω ν ε ρ γ ο δ ο τ ώ ν ν α ι δ ρ ύ ο υ ν τοπικές, εθνικές ή διεθνείς συνδικαλιστικές οργανώσεις και να προσχωρούν σε μία ή περισσότερες από αυτές για την προστασία των οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων τους, χωρίς να εξαρτώνται από προηγούμενη άδεια, συναίνεση ή πλήρωση άλλων προϋποθέσεων ούτε να υπόκεινται σε δυσμενείς συνέπειες. Δεν αντίκειται όμως στην συνδικαλιστική ελευθερία η υποχρέωση κ α τ ο χ υ ρ ώ σ ε ω ς της συνδικαλιστικής οργανώσεως που προκαλεί τον έλεγχο απλής νομιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της δημοκρατικής δομής της συνδικαλιστικής οργανώσεως.(…)
2. Η συνδικαλιστική ελευθερία ως δικαίωμα του ατόμου κατοχυρώνεται όμως όχι μόνο ως «θετική» αλλά και ως α ρ ν η τ ι κ ή σ υ ν δ ι κ α λ ι σ τ ι κ ή ε λ ε υ θ ε ρ ί α, ως το δικαίωμα δηλαδή του ατόμου να μην προσχωρήσει σε καμιά ή να μην προσχωρήσει σε μία ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση ή να αποχωρήσει από άλλη και μάλιστα χωρίς δυσμενείς έννομες συνέπειες. Υπ’ αυτή την έννοια η συνδικαλιστική ελευθερία είναι και ελευθερία έναντι της συνδικαλιστικής οργανώσεως.
Η αρνητική συνδικαλιστική ελευθερία δεν συμβιβάζεται ούτε με την ρήτρα «κλειστού επαγγέλματος» ή την ρήτρα οργανώσεως που εξαρτά την εργασία σε μία επιχείρηση από την συμμετοχή σε μία ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση, ούτε με την διαπραγμάτευση ρητρών σε συλλογικές συμβάσεις εργασίας που ευνοούν τα μέλη των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
___________________________________________________
Π. Δ. Δαγτόγλου " Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα Β΄" σελ.843-844, 848-850, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1991
Εικόνες :
[Β] Σικάγο 1η Μάη 1886,
[A] Κενταυρομαχία
Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2007
Ζωγραφική
Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ
Ο Θεόφιλος δεν είναι ο ζωγράφος που θα μας διασκεδάσει με την αφέλειά του και την αθωότητά του, ούτε ο χωρικός εις βάρος του οποίου θα γελάσουμε λιγάκι με αγαθότητα προστατευτικά. Αν η καθ’ υπερβολή ιδεαλιστική εποχή μας- και ας λένε μερικοί το αντίθετο- βρίσκει στον Θεόφιλο μερικά στοιχεία χωριάτικα και αφελή, αυτά είναι πολύ λίγα, ιδίως σχετικά με τα στοιχεία της γνώσεως, της βαθύτερης γνώσεως των πραγμάτων της ζωγραφικής.
Ο Θεόφιλος είναι ζωγράφος και μόνον ως τέτοιον πρέπει να τον πάρουμε. Όλη του η σημασία έγκειται εις το εξής: ότι ξέρει να ζωγραφίζει και πολύ καλά μάλιστα.
Εκείνο που στο Θεόφιλο φαίνεται για τους περισσότερους ως αμάθεια και αφέλεια, κατά βάθος δεν είναι παρά μία άλλη αντίληψη της ζωγραφικής, ίσως μάλιστα η σωστότερη. Μόνο άμα κριθεί μ’ αυτό το πνεύμα ο Θεόφιλος, δηλαδή ως ζωγράφος που βλέπει τη φύση ως χρώμα και ως σχέδιο και η σκιά είναι χρώμα- και όχι με το μεταφυσικό τρόπο της Αναγεννήσεως, η οποία είχε ανάγκη να κάνει αφαίρεση του πράγματος που λέγεται χρώμα στη φύση και να δώσει στο αντικείμενο ένα φωτισμό τεχνητό εργαστηρίου με μελετημένες αντιθέσεις, μ’ έναν τρόπο νέο που θυμίζει όμως γλυπτική, μόνο τότε μπορούμε να εκτιμήσουμε τις πραγματικές του αρετές. Τότε θα δούμε ένα σοφό καλλιτέχνη και όχι τον αθώο και διασκεδαστικό χωρικό. Αυτοί που θάθελαν να συγκρίνουν τον Θεόφιλο με αξίες πιο κλασικές, ή πιο διάσημες τουλάχιστον, θάπρεπε να τον συγκρίνουν με τους ποστ-εμπρεσιονίστ, με τους φωβ, με τον Ματίς. Με τέτοιες συγκρίσεις ο Θεόφιλος δεν βγαίνει εύκολα ζημιωμένος. Μία σύγκριση όμως, και μάλιστα στενοκέφαλη, με τον Ραφαήλ, με τους Βενετσιάνους ακόμα, με τον τελώνη Ρουσσώ τέλος, θάταν άσκοπη γιατί ο Θεόφιλος, όποια κι αν είναι η αξία του, έχει άλλους σκοπούς στη ζωγραφική του, όπως το δείχνουν φανερά τα πολυάριθμα έργα του.
Το καταπληκτικό είναι, εκ πρώτης όψεως, πως αυτός ο αγράμματος και αποτραβηγμένος άνθρωπος, συμβαδίζει με τους πιο μεγάλους ζωγράφους της εποχής του. Αλλά σ’ αυτό δεν πρέπει να δίνουμε τόση σημασία, γιατί θάδειχνε πως βάζουμε σε ανώτερη μοίρα την εκ των υστέρων τοποθέτηση των τάσεων της τέχνης, ενώ το πιο εκπληκτικό πάντα θα είναι η εμφάνιση ενός ταλέντου, είτε αυτό εμφανίζεται στο Παρίσι, είτε σ’ ένα έρημο χωριό.(…)
__________________________
Γιάννης Τσαρούχης «Αγαθόν το εξομολογείσθαι», σελ. 17-18, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1989.
Ο Θεόφιλος δεν είναι ο ζωγράφος που θα μας διασκεδάσει με την αφέλειά του και την αθωότητά του, ούτε ο χωρικός εις βάρος του οποίου θα γελάσουμε λιγάκι με αγαθότητα προστατευτικά. Αν η καθ’ υπερβολή ιδεαλιστική εποχή μας- και ας λένε μερικοί το αντίθετο- βρίσκει στον Θεόφιλο μερικά στοιχεία χωριάτικα και αφελή, αυτά είναι πολύ λίγα, ιδίως σχετικά με τα στοιχεία της γνώσεως, της βαθύτερης γνώσεως των πραγμάτων της ζωγραφικής.
Ο Θεόφιλος είναι ζωγράφος και μόνον ως τέτοιον πρέπει να τον πάρουμε. Όλη του η σημασία έγκειται εις το εξής: ότι ξέρει να ζωγραφίζει και πολύ καλά μάλιστα.
Δυστυχώς οι πιο πολλοί άνθρωποι, όπως είναι φανερό, έχουν μείνει στην αντίληψη της Τζοκόντας όταν μιλούν για ζωγραφική, είναι δε αυτό η πιο μεγάλη παρανόηση του Ντα Βίντσι γιατί αυτός είναι που έθεσε με τέτοιον τρόπο τα πράγματα, ώστε να δημιουργηθεί μεν η Τζοκόντα, αλλά και να σπαρθούν όλες οι ανησυχίες, αυτές που έγιναν ανησυχίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού και που κατέληξαν στον εμπρεσιονισμό και τη νεώτερη ζωγραφική.
Εκείνο που στο Θεόφιλο φαίνεται για τους περισσότερους ως αμάθεια και αφέλεια, κατά βάθος δεν είναι παρά μία άλλη αντίληψη της ζωγραφικής, ίσως μάλιστα η σωστότερη. Μόνο άμα κριθεί μ’ αυτό το πνεύμα ο Θεόφιλος, δηλαδή ως ζωγράφος που βλέπει τη φύση ως χρώμα και ως σχέδιο και η σκιά είναι χρώμα- και όχι με το μεταφυσικό τρόπο της Αναγεννήσεως, η οποία είχε ανάγκη να κάνει αφαίρεση του πράγματος που λέγεται χρώμα στη φύση και να δώσει στο αντικείμενο ένα φωτισμό τεχνητό εργαστηρίου με μελετημένες αντιθέσεις, μ’ έναν τρόπο νέο που θυμίζει όμως γλυπτική, μόνο τότε μπορούμε να εκτιμήσουμε τις πραγματικές του αρετές. Τότε θα δούμε ένα σοφό καλλιτέχνη και όχι τον αθώο και διασκεδαστικό χωρικό. Αυτοί που θάθελαν να συγκρίνουν τον Θεόφιλο με αξίες πιο κλασικές, ή πιο διάσημες τουλάχιστον, θάπρεπε να τον συγκρίνουν με τους ποστ-εμπρεσιονίστ, με τους φωβ, με τον Ματίς. Με τέτοιες συγκρίσεις ο Θεόφιλος δεν βγαίνει εύκολα ζημιωμένος. Μία σύγκριση όμως, και μάλιστα στενοκέφαλη, με τον Ραφαήλ, με τους Βενετσιάνους ακόμα, με τον τελώνη Ρουσσώ τέλος, θάταν άσκοπη γιατί ο Θεόφιλος, όποια κι αν είναι η αξία του, έχει άλλους σκοπούς στη ζωγραφική του, όπως το δείχνουν φανερά τα πολυάριθμα έργα του.
Το καταπληκτικό είναι, εκ πρώτης όψεως, πως αυτός ο αγράμματος και αποτραβηγμένος άνθρωπος, συμβαδίζει με τους πιο μεγάλους ζωγράφους της εποχής του. Αλλά σ’ αυτό δεν πρέπει να δίνουμε τόση σημασία, γιατί θάδειχνε πως βάζουμε σε ανώτερη μοίρα την εκ των υστέρων τοποθέτηση των τάσεων της τέχνης, ενώ το πιο εκπληκτικό πάντα θα είναι η εμφάνιση ενός ταλέντου, είτε αυτό εμφανίζεται στο Παρίσι, είτε σ’ ένα έρημο χωριό.(…)
__________________________
Γιάννης Τσαρούχης «Αγαθόν το εξομολογείσθαι», σελ. 17-18, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1989.
Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007
Περιβάλλον
Μία οικογένεια με ένα παιδάκι έκανε ανέμελη τη βόλτα της στο Θησείο, μασουλώντας συγχρόνως σάντουιτς και πίνοντας χυμούς σε τυποποιημένες συσκευασίες. Ήταν μία ευχαρίστηση να τους βλέπει κανείς, με το παιδάκι να χοροπηδάει χαρούμενο και τους γονείς να το κοιτάζουν γελαστοί. Όταν τελείωσαν αυτά που έτρωγαν και αφού ήπιαν και την τελευταία σταγόνα χυμού, συγκέντρωσαν χαρωποί τα σκουπίδια στην αγκαλιά της μαμάς, η οποία με μία χαριτωμένη χορευτική κίνηση, τα άφησε να πέσουν από την αγκαλιά της σχεδόν στη μέση του πεζόδρομου. Αφού τα έσπρωξε με το πόδι της ελαφρά προς την άκρη του οδοστρώματος, συνέχισε ικανοποιημένη τη βόλτα της με τους υπόλοιπους. Ένας ηλικιωμένος κύριος που παρακολούθησε τη σκηνή, με ευγένεια τους σταμάτησε και τους επεσήμανε ότι θα έπρεπε να τα μαζέψουν και να τα πετάξουν στο καλάθι που βρισκόταν λίγα μέτρα πιο πέρα. Αυτό, όπως αποδείχτηκε, ήταν μεγάλο ατόπημα από μέρους του κυρίου. Το υβρεολόγιο που ακολούθησε εκ μέρους των τρυφερών γονιών προς το θρασύτατο υποκείμενο που τόλμησε να τους κάνει παρατήρηση τη στιγμή που «και ο ίδιος στο σπίτι του τα ίδια κάνει και ζει σαν γουρούνι» ήταν ανεπανάληπτο. Όχι δεν ήταν γνωστοί και δεν ήξεραν τι έκανε ο κύριος στο σπίτι του. Απλώς ήταν άξεστοι και απαίδευτοι, χωρίς ίχνος οικολογικής συνείδησης. Και το χειρότερο; Μάλλον χωρίς καμία πιθανότητα να αποκτήσουν ποτέ. _ Α.Χ.
ΚΑΝΟΝΕΣ ΒΙΩΣΙΜΟΥ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΟΥ [1]
Αν η δόμηση βιωσίμου κράτους απαιτεί ικανό χρόνο, η διάπλαση βιωσίμου συμπεριφοράς του υπευθύνου πολίτου μπορεί και πρέπει να αρχίσει από τώρα. Είναι χρήσιμο, λοιπόν, οι κανόνες βιωσίμου αναπτύξεως να απλοποιηθούν σε πρακτικές οδηγίες, ως κατωτέρω.
1.Δημόσια οικολογική τάξη
Η ορθή διαχείριση του περιβάλλοντος και των πόρων του είναι το πρώτο καθήκον του κράτους. Η οικολογική ευταξία είναι ευθύνη του. Δεν προκύπτει αυτομάτως. Οποιαδήποτε κι αν είναι η ιδιότητά σου, σέβου την ευταξία αυτή. Χωρίς αυτήν δεν υπάρχει ελευθερία, αλλά εντροπία, δηλ. καταστροφή.
2.Βιωσιμότης
Διαφύλαξε το φυσικό κεφάλαιο της Χώρας και χρησιμοποίησε με φειδώ τους πόρους του. Εκείνο είναι αναντικατάστατο και αυτοί περιορισμένοι. Καμμιά τεχνολογία δεν μπορεί να παραγάγη υποκατάστατά τους από το μηδέν. Η φύση δεν έχει μόνον χρησιμότητα. Είναι η ίδια η ζωή. Μην την καταστρέφεις με τα έργα σου, μικρά ή μεγάλα. Διαφύλαξέ την για τα παιδιά σου και τα παιδιά των παιδιών σου.
3.Φέρουσα Ικανότης
Μη βιάζεις και μη κλονίζεις την ισορροπία του φυσικού περιβάλλοντος και των ανθρωπίνων συστημάτων. Όλα έχουν όρια αντοχής. Ζήτησε να τα μάθεις και μην τα υπερβαίνεις.
4.Αποκατάσταση οικοσυστημάτων
Όπου έχεις βλάψει το περιβάλλον, διόρθωσε το λάθος σου και αποκατάστησε την βλάβη. Χρειαζόμαστε ακέραιο το φυσικό περιβάλλον και η ελάττωσή του υπονομεύει την αναγκαία ισορροπία.
5.Βιοποικιλότης
Όλα τα έμβια είδη συμβάλλουν στην ισορροπία του περιβάλλοντος. Ο αριθμός τους είναι ο αληθινός πλούτος της Χώρας. Διατήρησέ τον υψηλό και μην τον μειώνεις, διότι, έτσι, αποσταθεροποιείς τα οικοσυστήματα.
6.Κοινή Φυσική Κληρονομία
Η καρδιά της φύσεως είναι η πηγή και το απόθεμα της ζωής. Είναι για τούτο ιερή και ανήκει σε όλους.
7. Ευπαθή Οικοσυστήματα
Ωρισμένα μέρη της φύσεως –τα πιο ενδιαφέροντα- είναι ευαίσθητα και ευπαθή. Η συμβίωση με αυτά απαιτεί ηυξημένη προσοχή.
8.Χωρονομία
Δεν νοείται διαφύλαξη φυσικού κεφαλαίου ούτε φειδώ στην χρήση των πόρων, χωρίς ορθολογική χωροταξία. Πρέπει να υπάρχει τάξη στις ανθρώπινες δραστηριότητες για να μη συγκρούονται και καταστρέφουν το περιβάλλον. Ο σχεδιασμός αυτός είναι το πλαίσιο ασφαλείας και διατηρεί την ελευθερία σου. Πρέπει να είναι σεβαστός.
9.Πολιτιστικό Περιβάλλον
Η πολιτιστική κληρονομία είναι το έρμα του ανθρώπου. Προστατεύοντάς την διατηρείς την εθνική σου ταυτότητα και την συνέχεια του πολιτισμού σου.
10.Αστικό Περιβάλλον
Η πόλη είναι το κατ’ εξοχήν ανθρώπινο ενδιαίτημα. Ο πολιτισμός ξεκινά από την πόλη. Η πόλη είναι κοιτίδα του πολιτισμού. Σήμερα η πόλη υποκύπτει στην εντροπία και αποσυντίθεται. Σώσε την πόλη. Αγωνίσου για βιώσιμο αστικό περιβάλλον.
11.Φυσικό Κάλλος
Η φύση δεν έχει μόνο πόρους. Έχει και κάλλος. Η γεωμορφολογία της φύσεως συνδυάζει το κάλλος αυτό με την λειτουργικότητα. Δεν νοείται ανθρώπινη τέχνη που καταστρέφει την ομορφιά της φύσεως. Σέβου το κάλλος της φύσεως και την αισθητική του τοπίου και προσάρμοσε σ’ αυτό τα έργα σου, μικρά ή μεγάλα.
12.Οικολογική συνείδηση
Μην περιμένεις την σωτηρία του περιβάλλοντος μόνο από το κράτος. Έχεις και σύ ευθύνη. Κάνε και σύ το καθήκον σου. Πληροφορήσου, ανάπτυξε οικολογική συνείδηση και δώσε την γνώμη σου, για τα περιβαλλοντικά προβλήματα, μόνος ή οργανωμένος. Να επαγρυπνείς, να υπερασπίζεσαι τη φύση και, όπου χρειάζεται, να ενεργοποιείς την δικαστική προστασία.
___________________
[1] Μιχαήλ Δεκλερή, «Ο Δωδεκάδελτος του Περιβάλλοντος» σελ. 383-385, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1996.
ΚΑΝΟΝΕΣ ΒΙΩΣΙΜΟΥ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΟΥ [1]
Αν η δόμηση βιωσίμου κράτους απαιτεί ικανό χρόνο, η διάπλαση βιωσίμου συμπεριφοράς του υπευθύνου πολίτου μπορεί και πρέπει να αρχίσει από τώρα. Είναι χρήσιμο, λοιπόν, οι κανόνες βιωσίμου αναπτύξεως να απλοποιηθούν σε πρακτικές οδηγίες, ως κατωτέρω.
1.Δημόσια οικολογική τάξη
Η ορθή διαχείριση του περιβάλλοντος και των πόρων του είναι το πρώτο καθήκον του κράτους. Η οικολογική ευταξία είναι ευθύνη του. Δεν προκύπτει αυτομάτως. Οποιαδήποτε κι αν είναι η ιδιότητά σου, σέβου την ευταξία αυτή. Χωρίς αυτήν δεν υπάρχει ελευθερία, αλλά εντροπία, δηλ. καταστροφή.
2.Βιωσιμότης
Διαφύλαξε το φυσικό κεφάλαιο της Χώρας και χρησιμοποίησε με φειδώ τους πόρους του. Εκείνο είναι αναντικατάστατο και αυτοί περιορισμένοι. Καμμιά τεχνολογία δεν μπορεί να παραγάγη υποκατάστατά τους από το μηδέν. Η φύση δεν έχει μόνον χρησιμότητα. Είναι η ίδια η ζωή. Μην την καταστρέφεις με τα έργα σου, μικρά ή μεγάλα. Διαφύλαξέ την για τα παιδιά σου και τα παιδιά των παιδιών σου.
3.Φέρουσα Ικανότης
Μη βιάζεις και μη κλονίζεις την ισορροπία του φυσικού περιβάλλοντος και των ανθρωπίνων συστημάτων. Όλα έχουν όρια αντοχής. Ζήτησε να τα μάθεις και μην τα υπερβαίνεις.
4.Αποκατάσταση οικοσυστημάτων
Όπου έχεις βλάψει το περιβάλλον, διόρθωσε το λάθος σου και αποκατάστησε την βλάβη. Χρειαζόμαστε ακέραιο το φυσικό περιβάλλον και η ελάττωσή του υπονομεύει την αναγκαία ισορροπία.
5.Βιοποικιλότης
Όλα τα έμβια είδη συμβάλλουν στην ισορροπία του περιβάλλοντος. Ο αριθμός τους είναι ο αληθινός πλούτος της Χώρας. Διατήρησέ τον υψηλό και μην τον μειώνεις, διότι, έτσι, αποσταθεροποιείς τα οικοσυστήματα.
6.Κοινή Φυσική Κληρονομία
Η καρδιά της φύσεως είναι η πηγή και το απόθεμα της ζωής. Είναι για τούτο ιερή και ανήκει σε όλους.
7. Ευπαθή Οικοσυστήματα
Ωρισμένα μέρη της φύσεως –τα πιο ενδιαφέροντα- είναι ευαίσθητα και ευπαθή. Η συμβίωση με αυτά απαιτεί ηυξημένη προσοχή.
8.Χωρονομία
Δεν νοείται διαφύλαξη φυσικού κεφαλαίου ούτε φειδώ στην χρήση των πόρων, χωρίς ορθολογική χωροταξία. Πρέπει να υπάρχει τάξη στις ανθρώπινες δραστηριότητες για να μη συγκρούονται και καταστρέφουν το περιβάλλον. Ο σχεδιασμός αυτός είναι το πλαίσιο ασφαλείας και διατηρεί την ελευθερία σου. Πρέπει να είναι σεβαστός.
9.Πολιτιστικό Περιβάλλον
Η πολιτιστική κληρονομία είναι το έρμα του ανθρώπου. Προστατεύοντάς την διατηρείς την εθνική σου ταυτότητα και την συνέχεια του πολιτισμού σου.
10.Αστικό Περιβάλλον
Η πόλη είναι το κατ’ εξοχήν ανθρώπινο ενδιαίτημα. Ο πολιτισμός ξεκινά από την πόλη. Η πόλη είναι κοιτίδα του πολιτισμού. Σήμερα η πόλη υποκύπτει στην εντροπία και αποσυντίθεται. Σώσε την πόλη. Αγωνίσου για βιώσιμο αστικό περιβάλλον.
11.Φυσικό Κάλλος
Η φύση δεν έχει μόνο πόρους. Έχει και κάλλος. Η γεωμορφολογία της φύσεως συνδυάζει το κάλλος αυτό με την λειτουργικότητα. Δεν νοείται ανθρώπινη τέχνη που καταστρέφει την ομορφιά της φύσεως. Σέβου το κάλλος της φύσεως και την αισθητική του τοπίου και προσάρμοσε σ’ αυτό τα έργα σου, μικρά ή μεγάλα.
12.Οικολογική συνείδηση
Μην περιμένεις την σωτηρία του περιβάλλοντος μόνο από το κράτος. Έχεις και σύ ευθύνη. Κάνε και σύ το καθήκον σου. Πληροφορήσου, ανάπτυξε οικολογική συνείδηση και δώσε την γνώμη σου, για τα περιβαλλοντικά προβλήματα, μόνος ή οργανωμένος. Να επαγρυπνείς, να υπερασπίζεσαι τη φύση και, όπου χρειάζεται, να ενεργοποιείς την δικαστική προστασία.
___________________
[1] Μιχαήλ Δεκλερή, «Ο Δωδεκάδελτος του Περιβάλλοντος» σελ. 383-385, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1996.
Εικόνες :
βιομηχανοποίηση και ατμοσφαιρική ρύπανση
Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2007
Λογοτεχνία
-ΤΟΥΦΕΚΙΣΜΑ !
Δηλαδή δεν είμαστε κι όλοι μας για τουφέκισμα, αλλά να … η επιτακτική αυτή ανάγκη για άμεσες εκκαθαρίσεις είναι το βασικό χαρακτηριστικό του μέσου Νεοέλληνα, που … με περηφάνια περισσή άγεται από ‘δω και φέρεται από ‘κει κι είναι πάντοτε με όλους και με κανέναν … χουντικός αν χρειαστεί, καραμανλικός όταν επιβάλλεται, παπανδρεϊκός αν είναι του συρμού και πάνω απ’ όλα αντιστασιακός.
«Αγαπητέ αναγνώστη, μην εξίστασαι και μην απορείς,
που ο Νεοέλληνας είν’ απρεπής και παλίνδρομος,
αλλά και ευτυχής, συνάμα και δυστυχής …
Νεοέλληνας να γίνεις μπορείς»
Ι.Λ.
_______________________
-Τουφέκισμα[1] !
Ο Λάμπρος καθόταν –όπως πάντα- δίπλα στο παράθυρο. Ένας βλάκας, στο ίδιο κουπέ, έτρωγε τ’ αυτιά του διπλανού του. Ήταν και οι δύο μεσήλικες, ο ένας ήταν ο κλασικός τύπος που τρώει τ’ αυτιά του διπλανού του στο τρένο και ο άλλος ο κλασσικός τύπος που ακούει με υποταγή και- μερικές φορές- με θαυμασμό. Και οι δύο είχαν ταιριάξει στους ρόλους τους.
-Μήπως νομίζετε ότι είμαστε κράτος; Όχι, κύριέ μου, δεν είμαστε. Δεν είμαστε, πάει και τελείωσε. Και δε θα γίνουμε ποτέ. Εγώ σου λέω: Διπλοπαρκάρει κανένας; Προσπερνάει αντικανονικά; Περνάει με κόκκινο; Τουφέκισμα ! Να σου πω εγώ –ξαναπαρκάρεις, κύριε; Όχι, πες…
Ο άβουλος κομπάρσος συγκατένευσε «έχετε δίκιο», ενώ ο Λάμπρος βασανιζόταν με το οξύμωρο σχήμα του τουφεκισμένου τύπου που προσπαθεί να ξαναδιπλοπαρκάρει, με τα αίματα να στάζουν στα καθίσματα και να παρακαλάει το όργανο: «Μόνο μισό λεπτάκι, κύριε τροχονόμε, μόνο μισό…».
Ο Λάμπρος κοίταξε έξω. Δε φαινόταν τίποτα.
-Καλή η δημοκρατία, δε λέω, αλλά τι να το κάνεις, ο Έλληνας θέλει βούρδουλα. Να γιατί δεν πάμε μπροστά. Και όχι μπροστά δεν πάμε, αλλά πάμε και πίσω. Κατά διαόλου πάμε. Στην κατοχή δεν είχαμε καθόλου λωποδύτες. Τώρα το ενενήντα τοις εκατό των νέων είναι χασισοπότες. Εγώ είμαι προοδευτικός –έχω πολλούς φίλους κομμουνιστές- αλλά το σωστό θα το πω: Επί χούντας ο κόσμος ευημερούσε. Δεν είμαι, δηλαδή, χουντικός και γνωρίζω ότι υπήρξαν διώξεις. Όμως, σε γενικές γραμμές, ο λαός ευημερούσε. Και αυτό τώρα αποκτάει μεγαλύτερη σημασία, γιατί σ’ το λέει άνθρωπος αντιστασιακός, ε ; Εγώ, δηλαδή, ήμουνα καραμανλικός, αλλά το ’81 ψήφισα ΠΑΣΟΚ, ε; Γιατί ήταν το καινούργιο, το μοντέρνο. Και κομμουνισμό θα ψήφιζα, αν χρειαζόταν. Αλλά τι τα θέλετε, κύριε, ο Έλληνας θέλει βούρδουλα.
Ο ακροατής ψιθύρισε ένα ακόμα «έχετε δίκιο» και μετά σώπασαν και οι δύο.
______________________
[1] Λένος Χρηστίδης «Bororo», εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1995
* Οι «Μπορορό» είναι φυλή ιθαγενών της Νοτίου Αμερικής. Ο πυρήνας της φυλής εστιάζεται στην περιοχή του Μάτο Γκρόσσο, στην Βραζιλία. Οι «Μπορορό», όμως, εξαπλώνονται σε μεγάλη ακτίνα, δυτικά δε έως και την Βολιβία.
- επιλογή κειμένου: Αγγελική Χρυσικοπούλου
Δηλαδή δεν είμαστε κι όλοι μας για τουφέκισμα, αλλά να … η επιτακτική αυτή ανάγκη για άμεσες εκκαθαρίσεις είναι το βασικό χαρακτηριστικό του μέσου Νεοέλληνα, που … με περηφάνια περισσή άγεται από ‘δω και φέρεται από ‘κει κι είναι πάντοτε με όλους και με κανέναν … χουντικός αν χρειαστεί, καραμανλικός όταν επιβάλλεται, παπανδρεϊκός αν είναι του συρμού και πάνω απ’ όλα αντιστασιακός.
«Αγαπητέ αναγνώστη, μην εξίστασαι και μην απορείς,
που ο Νεοέλληνας είν’ απρεπής και παλίνδρομος,
αλλά και ευτυχής, συνάμα και δυστυχής …
Νεοέλληνας να γίνεις μπορείς»
Ι.Λ.
_______________________
-Τουφέκισμα[1] !
Ο Λάμπρος καθόταν –όπως πάντα- δίπλα στο παράθυρο. Ένας βλάκας, στο ίδιο κουπέ, έτρωγε τ’ αυτιά του διπλανού του. Ήταν και οι δύο μεσήλικες, ο ένας ήταν ο κλασικός τύπος που τρώει τ’ αυτιά του διπλανού του στο τρένο και ο άλλος ο κλασσικός τύπος που ακούει με υποταγή και- μερικές φορές- με θαυμασμό. Και οι δύο είχαν ταιριάξει στους ρόλους τους.
-Μήπως νομίζετε ότι είμαστε κράτος; Όχι, κύριέ μου, δεν είμαστε. Δεν είμαστε, πάει και τελείωσε. Και δε θα γίνουμε ποτέ. Εγώ σου λέω: Διπλοπαρκάρει κανένας; Προσπερνάει αντικανονικά; Περνάει με κόκκινο; Τουφέκισμα ! Να σου πω εγώ –ξαναπαρκάρεις, κύριε; Όχι, πες…
Ο άβουλος κομπάρσος συγκατένευσε «έχετε δίκιο», ενώ ο Λάμπρος βασανιζόταν με το οξύμωρο σχήμα του τουφεκισμένου τύπου που προσπαθεί να ξαναδιπλοπαρκάρει, με τα αίματα να στάζουν στα καθίσματα και να παρακαλάει το όργανο: «Μόνο μισό λεπτάκι, κύριε τροχονόμε, μόνο μισό…».
Ο Λάμπρος κοίταξε έξω. Δε φαινόταν τίποτα.
-Καλή η δημοκρατία, δε λέω, αλλά τι να το κάνεις, ο Έλληνας θέλει βούρδουλα. Να γιατί δεν πάμε μπροστά. Και όχι μπροστά δεν πάμε, αλλά πάμε και πίσω. Κατά διαόλου πάμε. Στην κατοχή δεν είχαμε καθόλου λωποδύτες. Τώρα το ενενήντα τοις εκατό των νέων είναι χασισοπότες. Εγώ είμαι προοδευτικός –έχω πολλούς φίλους κομμουνιστές- αλλά το σωστό θα το πω: Επί χούντας ο κόσμος ευημερούσε. Δεν είμαι, δηλαδή, χουντικός και γνωρίζω ότι υπήρξαν διώξεις. Όμως, σε γενικές γραμμές, ο λαός ευημερούσε. Και αυτό τώρα αποκτάει μεγαλύτερη σημασία, γιατί σ’ το λέει άνθρωπος αντιστασιακός, ε ; Εγώ, δηλαδή, ήμουνα καραμανλικός, αλλά το ’81 ψήφισα ΠΑΣΟΚ, ε; Γιατί ήταν το καινούργιο, το μοντέρνο. Και κομμουνισμό θα ψήφιζα, αν χρειαζόταν. Αλλά τι τα θέλετε, κύριε, ο Έλληνας θέλει βούρδουλα.
Ο ακροατής ψιθύρισε ένα ακόμα «έχετε δίκιο» και μετά σώπασαν και οι δύο.
______________________
[1] Λένος Χρηστίδης «Bororo», εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1995
* Οι «Μπορορό» είναι φυλή ιθαγενών της Νοτίου Αμερικής. Ο πυρήνας της φυλής εστιάζεται στην περιοχή του Μάτο Γκρόσσο, στην Βραζιλία. Οι «Μπορορό», όμως, εξαπλώνονται σε μεγάλη ακτίνα, δυτικά δε έως και την Βολιβία.
- επιλογή κειμένου: Αγγελική Χρυσικοπούλου
Εικόνες :
Νεοέλληνας...της φυλής των "Μπορορό"
Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2007
Ιστορία
Το Ανατολικό Κράτος[1]
[στα ίχνη του Ρήγα]
Το κίνημα των Νεοτούρκων, από την πρώτη κυοφορία – στη διάρκεια του 19ου αιώνα – ως την τελική επικράτησή του, το καλοκαίρι του 1908, έτεινε να αποτελέσει για τον αλύτρωτο ελληνισμό την πηγή ελπίδων αλλά και ανησυχιών.
Στο επίκεντρο του βαθύτερου αυτού πολιτικού προβληματισμού εντασσόταν η τολμηρή προσπάθεια της ομάδας του Ίωνα Δραγούμη[2] και του Αθανασίου Σουλιώτη-Νικολαΐδη για την δυναμική ανανέωση και προσαρμογή της φαναριώτικης πολιτικής στην σύγχρονη οθωμανική πραγματικότητα. Διαποτισμένοι από την ιδέα της κυριαρχικής ελληνικής παρουσίας στον ιστορικό χώρο της νότιας Βαλκανικής και της Εγγύς Ανατολής, οι δύο άνδρες μετέφεραν το 1908 στην Πόλη την σκληρή εμπειρία από την συμμετοχή τους στον Μακεδονικό αγώνα, αλλά και την τολμηρή ελπίδα για την χειραφέτηση και συναδέλφωση των λαών της αυτοκρατορίας, Χριστιανών και Μουσουλμάνων, στο πλαίσιο ενός ενιαίου «Ανατολικού» κράτους. Ο Δραγούμης και ο Σουλιώτης διέβλεπαν στην μακροπρόθεσμη ευόδωση του σχεδίου τους την εξουδετέρωση της σλαβικής απειλής και την πλατιά επικράτηση του ελληνικού στοιχείου, σε συνδυασμό προς την ουσιαστική κατοχύρωση των εθνικών συμφερόντων των λαών της περιοχής, απέναντι σε κάθε εξωτερική πίεση. Ο Συνταγματικός Πολιτικός Σύνδεσμος – ουσιαστικά ταυτόσημος με την μυστική Οργάνωση της Κωνσταντινουπόλεως – αποτελούσε το κύριο επιτελικό όργανο στην προσπάθεια για τη σύμπραξη τόσο των υποτελών μειονοτήτων, όσο και των ιθυνόντων Νεοτούρκων.
Η θερμή συμπαράσταση των χριστιανών βουλευτών του τουρκικού κοινοβουλίου – επικεφαλής ο Μπούσιος – και του Οικουμενικού Πατριάρχη, η προσχώρηση εκπροσώπων των μειονοτήτων – όπως, ιδίως, ο Βούλγαρος Έξαρχος και ο Πατριάρχης των Γρηγοριανών Αρμενίων – και τέλος, μεταξύ των Οθωμανών η σύμπραξη του πρίγκιπα Σαμπαχεντίν και της κομματικής ομάδας «Ελευθερία – Συνεννόηση», έμελλαν να οροθετήσουν την απήχηση των προτάσεων του Συνταγματικού Πολιτικού Συνδέσμου.
Δεν προορίζονταν, όμως, να αρκέσουν για την εκπλήρωση των σκοπών της κινήσεως. Η προοδευτική κατίσχυση των ακραίων εθνικιστικών και συγκεντρωτικών τάσεων στους κόλπους της νεοτουρκικής ηγεσίας αποδεικνυόταν ασυμβίβαστη με την χειραφέτηση των μειονοτήτων και την ενεργή συμμετοχή τους στην διαχείριση των υποθέσεων της αυτοκρατορίας, κάτω από την σκέπη των συνταγματικά κατοχυρωμένων αρχών της ισονομίας και της ισοπολιτείας. Οπωσδήποτε όμως, η ευόδωση του σχεδίου προσέκρουε και σε ενδογενείς αντιφάσεις: στην έλλειψη απόλυτης σύμπνοιας ακόμη και μεταξύ των μη σλαβικών εθνικών ομάδων της αυτοκρατορίας, αλλά και στην ύπαρξη, παράλληλα με τις βαθιές αντιθέσεις, κοινών συμφερόντων μεταξύ Ελλήνων και Σλάβων.
[1] Κωνσταντίνου Σβολόπουλου, «Η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική 1900 – 1945», σελ. 52-54, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1994
[2] «Φτάνουν πια οι Μάρτυρες. Χρειάζονται τώρα ήρωες. Γενείτε ήρωες. Να ξέρετε πως αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει». Ο Ιωάννης ή Ίων Δραγούμης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 2 Σεπτεμβρίου 1878. Ο πατέρας του ήταν δικαστικός και ο μετέπειτα Πρωθυπουργός της Επανάστασης στο Γουδί, Στέφανος Δραγούμης. Ο νεαρός Ίων μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον πιστό στα εθνικά ιδεώδη, εμπνεόμενος από ένθερμο πατριωτισμό. Οι ρίζες της εθνικιστικής ιδεολογίας του θα πρέπει να αναζητηθούν στην ελληνοκεντρική του ανατροφή και στον «Μεγαλοϊδεατικό» περίγυρο της εποχής. Η σκέψη του επηρεάζεται, ιδιαίτερα, από τους Νίτσε και Μπαρρές. Το απόγευμα της επομένης της απόπειρας δολοφονίας κατά του Βενιζέλου στο Παρίσι [30/07/1920], ο Ίων Δραγούμης, βουλευτής και πολιτικός αντίπαλος του πρώτου, συλλαμβάνεται από τα φιλοβενιζελικά τάγματα χωροφυλακής του Γρυπάρη και εκτελείται, την στιγμή που μεταβαίνει από το σπίτι της Μαρίκας Κοτοπούλη, στην Κηφισιά, στα γραφεία του περιοδικού του «Πολιτική Επιθεώρηση». Η πολιτική δολοφονία του σοκάρει τον πολιτικό κόσμο της εποχής και στερεί την Ελλάδα ένα λαμπρό πολιτικό.
[στα ίχνη του Ρήγα]
Το κίνημα των Νεοτούρκων, από την πρώτη κυοφορία – στη διάρκεια του 19ου αιώνα – ως την τελική επικράτησή του, το καλοκαίρι του 1908, έτεινε να αποτελέσει για τον αλύτρωτο ελληνισμό την πηγή ελπίδων αλλά και ανησυχιών.
Στο επίκεντρο του βαθύτερου αυτού πολιτικού προβληματισμού εντασσόταν η τολμηρή προσπάθεια της ομάδας του Ίωνα Δραγούμη[2] και του Αθανασίου Σουλιώτη-Νικολαΐδη για την δυναμική ανανέωση και προσαρμογή της φαναριώτικης πολιτικής στην σύγχρονη οθωμανική πραγματικότητα. Διαποτισμένοι από την ιδέα της κυριαρχικής ελληνικής παρουσίας στον ιστορικό χώρο της νότιας Βαλκανικής και της Εγγύς Ανατολής, οι δύο άνδρες μετέφεραν το 1908 στην Πόλη την σκληρή εμπειρία από την συμμετοχή τους στον Μακεδονικό αγώνα, αλλά και την τολμηρή ελπίδα για την χειραφέτηση και συναδέλφωση των λαών της αυτοκρατορίας, Χριστιανών και Μουσουλμάνων, στο πλαίσιο ενός ενιαίου «Ανατολικού» κράτους. Ο Δραγούμης και ο Σουλιώτης διέβλεπαν στην μακροπρόθεσμη ευόδωση του σχεδίου τους την εξουδετέρωση της σλαβικής απειλής και την πλατιά επικράτηση του ελληνικού στοιχείου, σε συνδυασμό προς την ουσιαστική κατοχύρωση των εθνικών συμφερόντων των λαών της περιοχής, απέναντι σε κάθε εξωτερική πίεση. Ο Συνταγματικός Πολιτικός Σύνδεσμος – ουσιαστικά ταυτόσημος με την μυστική Οργάνωση της Κωνσταντινουπόλεως – αποτελούσε το κύριο επιτελικό όργανο στην προσπάθεια για τη σύμπραξη τόσο των υποτελών μειονοτήτων, όσο και των ιθυνόντων Νεοτούρκων.
Η θερμή συμπαράσταση των χριστιανών βουλευτών του τουρκικού κοινοβουλίου – επικεφαλής ο Μπούσιος – και του Οικουμενικού Πατριάρχη, η προσχώρηση εκπροσώπων των μειονοτήτων – όπως, ιδίως, ο Βούλγαρος Έξαρχος και ο Πατριάρχης των Γρηγοριανών Αρμενίων – και τέλος, μεταξύ των Οθωμανών η σύμπραξη του πρίγκιπα Σαμπαχεντίν και της κομματικής ομάδας «Ελευθερία – Συνεννόηση», έμελλαν να οροθετήσουν την απήχηση των προτάσεων του Συνταγματικού Πολιτικού Συνδέσμου.
Δεν προορίζονταν, όμως, να αρκέσουν για την εκπλήρωση των σκοπών της κινήσεως. Η προοδευτική κατίσχυση των ακραίων εθνικιστικών και συγκεντρωτικών τάσεων στους κόλπους της νεοτουρκικής ηγεσίας αποδεικνυόταν ασυμβίβαστη με την χειραφέτηση των μειονοτήτων και την ενεργή συμμετοχή τους στην διαχείριση των υποθέσεων της αυτοκρατορίας, κάτω από την σκέπη των συνταγματικά κατοχυρωμένων αρχών της ισονομίας και της ισοπολιτείας. Οπωσδήποτε όμως, η ευόδωση του σχεδίου προσέκρουε και σε ενδογενείς αντιφάσεις: στην έλλειψη απόλυτης σύμπνοιας ακόμη και μεταξύ των μη σλαβικών εθνικών ομάδων της αυτοκρατορίας, αλλά και στην ύπαρξη, παράλληλα με τις βαθιές αντιθέσεις, κοινών συμφερόντων μεταξύ Ελλήνων και Σλάβων.
_______________________
[1] Κωνσταντίνου Σβολόπουλου, «Η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική 1900 – 1945», σελ. 52-54, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1994
[2] «Φτάνουν πια οι Μάρτυρες. Χρειάζονται τώρα ήρωες. Γενείτε ήρωες. Να ξέρετε πως αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει». Ο Ιωάννης ή Ίων Δραγούμης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 2 Σεπτεμβρίου 1878. Ο πατέρας του ήταν δικαστικός και ο μετέπειτα Πρωθυπουργός της Επανάστασης στο Γουδί, Στέφανος Δραγούμης. Ο νεαρός Ίων μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον πιστό στα εθνικά ιδεώδη, εμπνεόμενος από ένθερμο πατριωτισμό. Οι ρίζες της εθνικιστικής ιδεολογίας του θα πρέπει να αναζητηθούν στην ελληνοκεντρική του ανατροφή και στον «Μεγαλοϊδεατικό» περίγυρο της εποχής. Η σκέψη του επηρεάζεται, ιδιαίτερα, από τους Νίτσε και Μπαρρές. Το απόγευμα της επομένης της απόπειρας δολοφονίας κατά του Βενιζέλου στο Παρίσι [30/07/1920], ο Ίων Δραγούμης, βουλευτής και πολιτικός αντίπαλος του πρώτου, συλλαμβάνεται από τα φιλοβενιζελικά τάγματα χωροφυλακής του Γρυπάρη και εκτελείται, την στιγμή που μεταβαίνει από το σπίτι της Μαρίκας Κοτοπούλη, στην Κηφισιά, στα γραφεία του περιοδικού του «Πολιτική Επιθεώρηση». Η πολιτική δολοφονία του σοκάρει τον πολιτικό κόσμο της εποχής και στερεί την Ελλάδα ένα λαμπρό πολιτικό.
Εικόνες :
(Α) Ιών Δραγούμης,
(Β) η Χάρτα του Ρήγα
Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2007
Φιλοσοφία
«όλοι μας μπορούμε να κερδίσουμε τιμή για μια μάχη που πολεμήσαμε καλά[1]»
Σύμφωνα με την άποψη του Επίκτητου για τη ζωή, ακόμη και η τελική «σκηνή» μας ίσως να έχει κάτι ιδιαίτερο να μας προσφέρει. Αντί να φοβάσαι το θάνατό σου, ο Επίκτητος υποστηρίζει ότι πρέπει «να τον κάνεις δόξα σου ή μια ευκαιρία για σένα που θα δείξει στην πράξη τί είδος προσώπου είναι ο άνθρωπος, ο οποίος συμμορφώνεται με τη θέληση της φύσης» [Διατριβαί ΙΙΙ.20.13]. Αφού επισημάνει ότι «δεν μπορώ να αποφύγω το θάνατο», ο Επίκτητος ερωτά ρητορικά: «αντί να αποφύγω το φόβο του θανάτου, θα πεθάνω με θλίψη και τρόμο;» [Διατριβαί Ι.27.9-10]. Αποδεχόμενος το αναπόδραστο του θανάτου, ο φιλόσοφος ελευθερώνει τον εαυτό του για να εστιάσει το ενδιαφέρον του στη διατήρηση της ειρήνης του νου του. Όταν εξετάζει τη θνητότητά του, ο Επίκτητος ελπίζει ότι «ας με βρει ο θάνατος ενώ δεν θα φροντίζω τίποτε άλλο παρά την προαίρεσή μου, για να είμαι απαθής, ανεμπόδιστος, χωρίς εξαναγκασμούς, ελεύθερος» [Διατριβαί ΙΙΙ.5.7].
Ως μια επίθεση στο εξωτερικό που είναι το πλησιέστερο στο αληθινό μας είναι, ο εκφυλισμός του σώματος από μια αρρώστια θέτει τη μεγαλύτερη απειλή στην προαίρεσή μας από οποιοδήποτε γεγονός που δεν εξαρτάται από εμάς. Αν αγωνιστούμε σε αυτή τη μάχη φιλοσοφικά και δεν λάβουμε απεγνωσμένα μέτρα είτε για να διατηρήσουμε είτε για να εγκαταλείψουμε τη ζωή, μπορούμε να εστιάσουμε την προσοχή μας και να ενισχύσουμε την προαίρεσή μας ακόμα καθώς το σώμα μας εξασθενεί και πεθαίνει. Η ανθρώπινη αρετή έγκειται όχι στην αύξηση της σωματικής ανακούφισης αλλά στον υψηλόφρονα αγώνα να αντιμετωπίζει τις πολλές προκλήσεις της ζωής. Μένοντας στο πόστο μας με γενναιότητα μέχρι το τέλος, ανεξάρτητα από το τί συμβαίνει, όλοι μας μπορούμε να κερδίσουμε τιμή για μια μάχη που πολεμήσαμε καλά.
[1] Απόσπασμα από το άρθρο το Χριστόφορου Κοζάνς (Christopher E. Cosans), «Αντιμετωπίζοντας τον θάνατο ως Στωϊκός», το άρθρο αυτό εντάσσεται στο βιβλίο «Βιοηθική, αρχαία θέματα σε σύγχρονους προβληματισμούς» των Κουζέφσκι – Πολάνσκυ (Mark Kuczewski – Ronald Polansky), εκδ. Τραυλός, 2007
Σύμφωνα με την άποψη του Επίκτητου για τη ζωή, ακόμη και η τελική «σκηνή» μας ίσως να έχει κάτι ιδιαίτερο να μας προσφέρει. Αντί να φοβάσαι το θάνατό σου, ο Επίκτητος υποστηρίζει ότι πρέπει «να τον κάνεις δόξα σου ή μια ευκαιρία για σένα που θα δείξει στην πράξη τί είδος προσώπου είναι ο άνθρωπος, ο οποίος συμμορφώνεται με τη θέληση της φύσης» [Διατριβαί ΙΙΙ.20.13]. Αφού επισημάνει ότι «δεν μπορώ να αποφύγω το θάνατο», ο Επίκτητος ερωτά ρητορικά: «αντί να αποφύγω το φόβο του θανάτου, θα πεθάνω με θλίψη και τρόμο;» [Διατριβαί Ι.27.9-10]. Αποδεχόμενος το αναπόδραστο του θανάτου, ο φιλόσοφος ελευθερώνει τον εαυτό του για να εστιάσει το ενδιαφέρον του στη διατήρηση της ειρήνης του νου του. Όταν εξετάζει τη θνητότητά του, ο Επίκτητος ελπίζει ότι «ας με βρει ο θάνατος ενώ δεν θα φροντίζω τίποτε άλλο παρά την προαίρεσή μου, για να είμαι απαθής, ανεμπόδιστος, χωρίς εξαναγκασμούς, ελεύθερος» [Διατριβαί ΙΙΙ.5.7].
Ως μια επίθεση στο εξωτερικό που είναι το πλησιέστερο στο αληθινό μας είναι, ο εκφυλισμός του σώματος από μια αρρώστια θέτει τη μεγαλύτερη απειλή στην προαίρεσή μας από οποιοδήποτε γεγονός που δεν εξαρτάται από εμάς. Αν αγωνιστούμε σε αυτή τη μάχη φιλοσοφικά και δεν λάβουμε απεγνωσμένα μέτρα είτε για να διατηρήσουμε είτε για να εγκαταλείψουμε τη ζωή, μπορούμε να εστιάσουμε την προσοχή μας και να ενισχύσουμε την προαίρεσή μας ακόμα καθώς το σώμα μας εξασθενεί και πεθαίνει. Η ανθρώπινη αρετή έγκειται όχι στην αύξηση της σωματικής ανακούφισης αλλά στον υψηλόφρονα αγώνα να αντιμετωπίζει τις πολλές προκλήσεις της ζωής. Μένοντας στο πόστο μας με γενναιότητα μέχρι το τέλος, ανεξάρτητα από το τί συμβαίνει, όλοι μας μπορούμε να κερδίσουμε τιμή για μια μάχη που πολεμήσαμε καλά.
_______________________
[1] Απόσπασμα από το άρθρο το Χριστόφορου Κοζάνς (Christopher E. Cosans), «Αντιμετωπίζοντας τον θάνατο ως Στωϊκός», το άρθρο αυτό εντάσσεται στο βιβλίο «Βιοηθική, αρχαία θέματα σε σύγχρονους προβληματισμούς» των Κουζέφσκι – Πολάνσκυ (Mark Kuczewski – Ronald Polansky), εκδ. Τραυλός, 2007
Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2007
Ποίηση
Ένας γέροντας στην ακροποταμιά[1]
Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε πώς προχωρούμε.
Να αισθάνεσαι δε φτάνει μήτε να σκέπτεσαι μήτε να κινείσαι
μήτε να κινδυνεύει το σώμα σου στην παλιά πολεμίστρα,
όταν το λάδι ζεματιστό και το λιωμένο μολύβι αυλακώνουνε τα τειχιά.
Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε κατά πού προχωρούμε,
όχι καθώς ο πόνος μας το θέλει και τα πεινασμένα παιδιά μας
και το χάσμα της πρόσκλησης των συντρόφων από τον αντίπερα γιαλό.
Μήτε καθώς το ψιθυρίζει το μελανιασμένο φως στο πρόχειρο νοσοκομείο,
το φαρμακευτικό λαμπύρισμα στο προσκέφαλο του παλικαριού που χειρουργήθηκε το μεσημέρι.
Αλλά με κάποιον άλλο τρόπο, μπορεί να θέλω να πω καθώς
το μακρύ ποτάμι που βγαίνει από τις μεγάλες λίμνες τις κλειστές βαθιά στην Αφρική
και ήτανε κάποτε θεός κι έπειτα γένηκε δρόμος και δωρητής και δικαστής και δέλτα.
Που δεν είναι ποτές του το ίδιο, κατά που δίδασκαν οι παλαιοί γραμματισμένοι,
κι ωστόσο μένει πάντα το ίδιο σώμα, το ίδιο στρώμα, και το ίδιο Σημείο,
ο ίδιος προσανατολισμός.
Δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη.
Γιατί και το τραγούδι το φορτώσαμε με τόσες μουσικές που σιγά – σιγά βουλιάζει
και την τέχνη μας τη στολίσαμε τόσο πολύ που φαγώθηκε από τα μαλάματα το πρόσωπό της
κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια γιατί η ψυχή μας αύριο κάνει πανιά.
Αν είναι ανθρώπινος ο πόνος δεν είμαστε άνθρωποι μόνο για να πονούμε
γι αυτό συλλογίζομαι τόσο πολύ, τούτες τις μέρες, το μεγάλο ποτάμι
αυτό το νόημα που προχωρεί ανάμεσα σε βότανα και σε χόρτα
και ζωντανά που βόσκουν και ξεδιψούν κι ανθρώπους που σπέρνουν και θερίζουν
και σε μεγάλους τάφους ακόμη και μικρές κατοικίες των νεκρών.
Αυτό το ρέμα που τραβάει το δρόμο του και που δεν είναι τόσο διαφορετικό από το αίμα των ανθρώπων
κι από τα μάτια των ανθρώπων όταν κοιτάζουν ίσια – πέρα χωρίς το φόβο μες στην καρδιά τους,
χωρίς την καθημερινή τρεμούλα για τα μικροπράγματα ή έστω και για τα μεγάλα.
Όταν κοιτάζουν ίσια – πέρα καθώς ο στρατοκόπος που συνήθισε ν’ αναμετρά το δρόμο του με τ’ άστρα,
όχι όπως εμείς, την άλλη μέρα, κοιτάζοντας το κλειστό περιβόλι στο κοιμισμένο αράπικο σπίτι,
πίσω από τα καφασωτά, το δροσερό περιβολάκι ν’ αλλάζει σχήμα, να μεγαλώνει και να μικραίνει.
Αλλάζοντας καθώς κοιτάζαμε, κι εμείς, το σχήμα του πόθου μας και της καρδιάς μας,
στη στάλα του μεσημεριού, εμείς το υπομονετικό ζυμάρι ενός κόσμου που μας διώχνει και που μας πλάθει,
πιασμένοι στα πλουμισμένα δίχτυα μιας ζωής που ήτανε σωστή κι έγινε σκόνη και βούλιαξε μέσα στην άμμο
αφήνοντας πίσω της μονάχα εκείνο το απροσδιόριστο λίκνισμα που μας ζάλισε μιας αψηλής φοινικιάς.
Κάιρο, 20 Ιουνίου ‘42
Γιώργος Σεφέρης
Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε πώς προχωρούμε.
Να αισθάνεσαι δε φτάνει μήτε να σκέπτεσαι μήτε να κινείσαι
μήτε να κινδυνεύει το σώμα σου στην παλιά πολεμίστρα,
όταν το λάδι ζεματιστό και το λιωμένο μολύβι αυλακώνουνε τα τειχιά.
Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε κατά πού προχωρούμε,
όχι καθώς ο πόνος μας το θέλει και τα πεινασμένα παιδιά μας
και το χάσμα της πρόσκλησης των συντρόφων από τον αντίπερα γιαλό.
Μήτε καθώς το ψιθυρίζει το μελανιασμένο φως στο πρόχειρο νοσοκομείο,
το φαρμακευτικό λαμπύρισμα στο προσκέφαλο του παλικαριού που χειρουργήθηκε το μεσημέρι.
Αλλά με κάποιον άλλο τρόπο, μπορεί να θέλω να πω καθώς
το μακρύ ποτάμι που βγαίνει από τις μεγάλες λίμνες τις κλειστές βαθιά στην Αφρική
και ήτανε κάποτε θεός κι έπειτα γένηκε δρόμος και δωρητής και δικαστής και δέλτα.
Που δεν είναι ποτές του το ίδιο, κατά που δίδασκαν οι παλαιοί γραμματισμένοι,
κι ωστόσο μένει πάντα το ίδιο σώμα, το ίδιο στρώμα, και το ίδιο Σημείο,
ο ίδιος προσανατολισμός.
Δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη.
Γιατί και το τραγούδι το φορτώσαμε με τόσες μουσικές που σιγά – σιγά βουλιάζει
και την τέχνη μας τη στολίσαμε τόσο πολύ που φαγώθηκε από τα μαλάματα το πρόσωπό της
κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια γιατί η ψυχή μας αύριο κάνει πανιά.
Αν είναι ανθρώπινος ο πόνος δεν είμαστε άνθρωποι μόνο για να πονούμε
γι αυτό συλλογίζομαι τόσο πολύ, τούτες τις μέρες, το μεγάλο ποτάμι
αυτό το νόημα που προχωρεί ανάμεσα σε βότανα και σε χόρτα
και ζωντανά που βόσκουν και ξεδιψούν κι ανθρώπους που σπέρνουν και θερίζουν
και σε μεγάλους τάφους ακόμη και μικρές κατοικίες των νεκρών.
Αυτό το ρέμα που τραβάει το δρόμο του και που δεν είναι τόσο διαφορετικό από το αίμα των ανθρώπων
κι από τα μάτια των ανθρώπων όταν κοιτάζουν ίσια – πέρα χωρίς το φόβο μες στην καρδιά τους,
χωρίς την καθημερινή τρεμούλα για τα μικροπράγματα ή έστω και για τα μεγάλα.
Όταν κοιτάζουν ίσια – πέρα καθώς ο στρατοκόπος που συνήθισε ν’ αναμετρά το δρόμο του με τ’ άστρα,
όχι όπως εμείς, την άλλη μέρα, κοιτάζοντας το κλειστό περιβόλι στο κοιμισμένο αράπικο σπίτι,
πίσω από τα καφασωτά, το δροσερό περιβολάκι ν’ αλλάζει σχήμα, να μεγαλώνει και να μικραίνει.
Αλλάζοντας καθώς κοιτάζαμε, κι εμείς, το σχήμα του πόθου μας και της καρδιάς μας,
στη στάλα του μεσημεριού, εμείς το υπομονετικό ζυμάρι ενός κόσμου που μας διώχνει και που μας πλάθει,
πιασμένοι στα πλουμισμένα δίχτυα μιας ζωής που ήτανε σωστή κι έγινε σκόνη και βούλιαξε μέσα στην άμμο
αφήνοντας πίσω της μονάχα εκείνο το απροσδιόριστο λίκνισμα που μας ζάλισε μιας αψηλής φοινικιάς.
Κάιρο, 20 Ιουνίου ‘42
Γιώργος Σεφέρης
_______________
*επιλογή: Αγγελική Χρυσικοπούλου
Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2007
Ο υπονομευτής
Ο υπονομευτής - ετυμολογία
εργάτης ορύσσων υπονόμους, υπονομοποιός, μιναδόρος. Μτφρ. ο κρυφίως και δολίως ενεργών ίνα βλάψη τινά, ο δολιοφθορεύς, ο σαμποτέρ. [Λεξικόν της Νέας Ελληνικής Γλώσσης, Ιωάννη Σταματάκου].
Ο δρων υπογείως, υπό του νόμου, ο παρανόμως δραστηριοποιούμενος. Ο κινούμενος υπό την νομή (=βοσκή, βοσκότοπος, εξ ου και διανομή), κάτω από το έδαφος.
________________________________
Τα αποσπάσματα που ακολουθούν θα μπορούσαν κάλλιστα να περιγράψουν την πολιτική επικαιρότητα των ημερών μας, ιδιαίτερα δε στον χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αναφέρονται όμως σε γεγονότα που συνέβησαν πριν από 51/2 ολόκληρους αιώνες και δυστυχώς εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο στην σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Εάν επιχειρήσουμε μια προβολή στο σήμερα, των κειμένων των χρονογράφων της εποχής, θα διαπιστώσουμε πως ο κάθε «σουλτάνος» θα πρέπει κάθε τόσο να επινοεί νέα τεχνάσματα, προκειμένου να αλώσει την «Πόλη», προκειμένου δηλαδή να εκπληρώσει του στόχους του. Οι υπονομευτές θα γίνουν στα χέρια του το τέλειο όπλο. Όμως κι ο αμυνόμενος «αυτοκράτορας» και νόμιμος κάτοχος του όποιου θρόνου, με βάση το σύστημα της διαδοχής σε ευθεία εξ αίματος γραμμή, έχει κι αυτός ανάγκη τους υπονομευτές. Όχι απλώς για ν’ αποκρούσει, με τα ίδια όπλα, τις επιθέσεις του «εχθρού», αλλά και για να ισχυροποιήσει την θέση του ως αμυνόμενος και «θύμα» στην άδικη επίθεση του «εχθρού». Και πίσω απ' όλη αυτή την ιστορία, πάντα θα βρίσκεται κάποιος "Μεγάλος Δούκας", φίλος πιστός και υπονομευτής, ταυτόχρονα, του "αυτοκράτορα" και κάποιοι σοφοί "γέροι" που θα δηλώνουν πως η "Πόλη" δεν θα πέσει. Το ποιος είναι τελικά ο θύτης και ποιος το θύμα, το ποιος "σουλτάνος" και το ποιος "αυτοκράτορας" παραμένει ζήτημα της οπτικής γωνίας υπό την οποία καλούμαστε να ερμηνεύσουμε τα γεγονότα. Και αν για το παρελθόν μπορούμε να μιλήσουμε με κάποια ασφάλεια, εκμεταλλευόμενοι την αντικειμενικοποίηση που νομοτελειακά επέρχεται προϊόντος του χρόνου, η κρίση επί των ζητημάτων της πολιτικής μας καθημερινότητας παραμένει αβέβαιη, κάθε δε άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί υπονομευτική…
Ι.Λ.
_____________________________
«Βλέποντας λοιπόν ο σουλτάνος ότι οι διαταγές του δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθούν, ένιωσε μεγάλη ντροπή και αποφάσισε να χρησιμοποιήσει κάποιο άλλο τέχνασμα. Διέταξε δηλαδή να έρθουν ειδικοί στην κατασκευή υπονόμων, ώστε να μπορέσει ο στρατός να μπει εύκολα στην πόλη μέσα απ’ αυτούς. Κάποιος Γερμανός, όμως, που λεγόταν Ιωάννης[1] και ήταν πολύ έμπειρος στις πολεμικές μηχανές και ήξερε να φτιάχνει το «υγρό πυρ[2]», αντιλαμβάνοντας τις προθέσεις του εχθρού, άνοιξε απέναντι άλλη στοά και τη γέμισε με «υγρό πυρ». Όταν λοιπόν οι Τούρκοι άρχισαν να προχωρούν χαρούμενοι μέσα στους υπονόμους τους, έβαλε φωτιά στην άλλη άκρη του ανοίγματος και έκαψε τους περισσότερους, ματαιώνοντας έτσι το σχέδιό τους. Σε μια στοά όμως που διέφυγε της προσοχής του, οι Τούρκοι άναψαν κι εκείνοι το «υγρό πυρ» που είχαν ετοιμάσει, αλλά δεν κατάφεραν σημαντικά πράγματα. Έριξαν μόνο ένα μικρό μέρος κάποιου παλιού πύργου, τον οποίο εμείς επισκευάσαμε αμέσως. Μερικοί ηλικιωμένοι έλεγαν ότι και άλλες φορές, όταν γίνονταν μάχες, οι εχθροί είχαν μεταχειριστεί τους υπονόμους, αλλά δεν πέτυχαν τίποτα επειδή το μεγαλύτερο μέρος της πόλης που βρίσκεται μέσα από τα τείχη είναι πετρώδες. Μετά από αυτή τη νέα του αποτυχία, ο σουλτάνος κατέφυγε σε νέα πολιορκητικά τεχνάσματα. …»
Γεωργίου Φραντζή[3]
«Η Πολιορκία και η Άλωση της Κωνσταντίνουπόλης»
______________________________
«ωρύσσετο μέντοι και ορύγματα τω βασιλεί υπό γην φέροντα ες τείχος. Και οι τε ορυκταί του βασιλεώς πύργους καθίστασαν επί ξύλων μετεώρους τέσσαρας και επιπύργια, ως αυτίκα πυρ ενήσοντες η αυτά. Ου μέντοι γε προεχώρησε τα ορύγματα. Οι γαρ Έλληνες ως ήσθοντο τους πολεμίους ορρύσσοντας, ένδοθεν ώρυσσον και αυτοί, και προϊόντες εύρον τους βασιλέως ορυκτάς, και εξέωσαν πυρ ενιέντες,…»
«Οι Τούρκοι έσκαβαν επίσης ορύγματα που οδηγούσαν στο τείχος. Ενώ οι λαγουμιτζήδες (υπονομευτές) του σουλτάνου στερέωσαν με ξύλα τέσσερεις πύργους και τις οχυρώσεις τους σκοπεύοντας να τους βάλουν φωτιά. Τα ορύγματα όμως δεν έφεραν αποτέλεσμα, επειδή οι Έλληνες, όταν κατάλαβαν ότι οι εχθροί έσκαβαν, άρχισαν να σκάβουν και οι ίδιοι από μέσα και προχωρώντας συνάντησαν τους λαγουμιτζήδες (υπονομευτές) του σουλτάνου, τους έδιωξαν βάζοντας φωτιά και κυρίευσαν τα ορύγματα.»
Λαόνικου Χαλκοκονδύλη[4]
«Βυζαντίου Άλωσις»
___________________
"Οι Τούρκοι είχαν ανοίξει ένα λαγούμι για να μπουν στην Πόλη κάτω από τα τείχη και σήμερα [16 Μαΐου 1453] ανακαλύψαμε αυτό το λαγούμι. Οι Τούρκοι είχαν αρχίσει να το σκάβουν κοντά μισό μίλι μακριά από τα τείχη και ετοιμάζονταν να μπουν υπογείως κάτω από τα θεμέλια της Πόλης. Οι δικοί μας, όμως, στη στεριά άκουσαν την νύχτα τον κρότο που έκαναν σκάβοντας το λαγούμι, γιατί είχαν ήδη περάσει τα θεμέλια των τειχών. Μόλις λοιπόν άκουσαν θόρυβο, αμέσως ο Μεγάλος Δούκας[5] ανέφερε το γεγονός στον γαληνότατο αυτοκράτορα και του εξήγησε πώς ήταν εκείνη η υπόγεια στοά. Εξεπλάγη τα μέγιστα ο αυτοκράτορας μ’ αυτό το πράγμα. Αλλά ο γαληνότατος αμέσως έλαβε μέτρα για το λαγούμι
Την ίδια στιγμή έστειλε να βρουν σ’ όλη τη στεριά όλους τους αρχιτεχνίτες που άνοιγαν υπόγειες σήραγγες. Όταν λοιπόν οι μάστορες βρέθηκαν, εστάλησαν όλοι να παρουσιαστούν στον Μέγα Δούκα και εκείνος τους έβαλε να σκάψουν ένα λαγούμι μέσα στη γη το οποίο θα συναντούσε εκείνο των Τούρκων, και να συναντιόνταν λαγούμι με λαγούμι με τρόπο που το δικό μας να έμπαινε στο δικό τους. Οι μάστορές μας έκαναν γρήγορα κι αμέσως έβαλαν φωτιά[6] στο λαγούμι των Τούρκων. Πήρε λοιπόν φωτιά όλη η ξυλεία και κάηκαν οι ξύλινες αντιστηρίξεις και η γη υποχώρησε. Όλοι οι Τούρκοι που βρίσκονταν μέσα έπαθαν ασφυξία ή κάηκαν. Το λαγούμι αυτό βρέθηκε σε μια τοποθεσία που ονομάζεται Καλιγαρία…"
Νικολό Μπάρμπαρο[7]
«Χρονικό[8] της Πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης»
_______________
[1] Γκραντ Ιωάννης. Γερμανός ή Σκώτος μηχανικός με ειδικότητα στην αντιμετώπιση ορυγμάτων. Προσέφερε πολύτιμές υπηρεσίες κατά την πολιορκία. Η μετέπειτα τύχη του αγνοείται.
[2] Ή ελληνικό πυρ. Ήταν μίγμα εύφλεκτων χημικών ουσιών, το οποίο εφευρέθηκε από τον μηχανικό Καλλίνικο, τον 7ο αιώνα μ.Χ.
[3] Πρωτοβεστιάριος και Μεγάλος Λογοθέτης του Βυζαντίου. Τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά του αιχμαλωτίστηκαν από τους Τούρκους, κατά την Άλωση της Βασιλεύουσας.
[4] Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικόλαος, γόνος της παλαιάς Αθηναϊκής οικογένειας του 11ου αιώνα, των Χαλκοκονδυλών ή Χαλκοκανδυλών. Υπήρξε ο τελευταίος Βυζαντινός ιστοριογράφος. Γνωστός από το εκτενές ιστορικό του έργο με τίτλο «Αποδείξεις Ιστοριών», που καλύπτει την περίοδο 1298-1463. Σύμφωνα με τον Ιταλό αρχαιοδίφη και περιηγητή Κυριακό Αγκωνίτη (Ciriaco Pizzicoli) ο Λαόνικος μαθήτευσε πλάι στον φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό-Πλήθωνα, στον Μυστρά.
[5] Λουκάς Νοταράς
[6] ένας άλλος Λατίνος χρονογράφος ο Τετάλντι μιλά για «υγρό πυρ» ή καπνό και δηλητηριώδη αέρια ή ακόμα και για χείμαρρο νερού.
[7] Ενετός γιατρός. Βρέθηκε αποκλεισμένος με ένα ενετικό καράβι στο λιμάνι της Πόλης και έγινε αυτόπτης μάρτυς της τραγωδίας.
[8] Φυλάσσεται στην Μαρκιανή Βιβλιοθήκη της Βενετίας
εργάτης ορύσσων υπονόμους, υπονομοποιός, μιναδόρος. Μτφρ. ο κρυφίως και δολίως ενεργών ίνα βλάψη τινά, ο δολιοφθορεύς, ο σαμποτέρ. [Λεξικόν της Νέας Ελληνικής Γλώσσης, Ιωάννη Σταματάκου].
Ο δρων υπογείως, υπό του νόμου, ο παρανόμως δραστηριοποιούμενος. Ο κινούμενος υπό την νομή (=βοσκή, βοσκότοπος, εξ ου και διανομή), κάτω από το έδαφος.
________________________________
Τα αποσπάσματα που ακολουθούν θα μπορούσαν κάλλιστα να περιγράψουν την πολιτική επικαιρότητα των ημερών μας, ιδιαίτερα δε στον χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αναφέρονται όμως σε γεγονότα που συνέβησαν πριν από 51/2 ολόκληρους αιώνες και δυστυχώς εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο στην σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Εάν επιχειρήσουμε μια προβολή στο σήμερα, των κειμένων των χρονογράφων της εποχής, θα διαπιστώσουμε πως ο κάθε «σουλτάνος» θα πρέπει κάθε τόσο να επινοεί νέα τεχνάσματα, προκειμένου να αλώσει την «Πόλη», προκειμένου δηλαδή να εκπληρώσει του στόχους του. Οι υπονομευτές θα γίνουν στα χέρια του το τέλειο όπλο. Όμως κι ο αμυνόμενος «αυτοκράτορας» και νόμιμος κάτοχος του όποιου θρόνου, με βάση το σύστημα της διαδοχής σε ευθεία εξ αίματος γραμμή, έχει κι αυτός ανάγκη τους υπονομευτές. Όχι απλώς για ν’ αποκρούσει, με τα ίδια όπλα, τις επιθέσεις του «εχθρού», αλλά και για να ισχυροποιήσει την θέση του ως αμυνόμενος και «θύμα» στην άδικη επίθεση του «εχθρού». Και πίσω απ' όλη αυτή την ιστορία, πάντα θα βρίσκεται κάποιος "Μεγάλος Δούκας", φίλος πιστός και υπονομευτής, ταυτόχρονα, του "αυτοκράτορα" και κάποιοι σοφοί "γέροι" που θα δηλώνουν πως η "Πόλη" δεν θα πέσει. Το ποιος είναι τελικά ο θύτης και ποιος το θύμα, το ποιος "σουλτάνος" και το ποιος "αυτοκράτορας" παραμένει ζήτημα της οπτικής γωνίας υπό την οποία καλούμαστε να ερμηνεύσουμε τα γεγονότα. Και αν για το παρελθόν μπορούμε να μιλήσουμε με κάποια ασφάλεια, εκμεταλλευόμενοι την αντικειμενικοποίηση που νομοτελειακά επέρχεται προϊόντος του χρόνου, η κρίση επί των ζητημάτων της πολιτικής μας καθημερινότητας παραμένει αβέβαιη, κάθε δε άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί υπονομευτική…
Ι.Λ.
_____________________________
«Βλέποντας λοιπόν ο σουλτάνος ότι οι διαταγές του δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθούν, ένιωσε μεγάλη ντροπή και αποφάσισε να χρησιμοποιήσει κάποιο άλλο τέχνασμα. Διέταξε δηλαδή να έρθουν ειδικοί στην κατασκευή υπονόμων, ώστε να μπορέσει ο στρατός να μπει εύκολα στην πόλη μέσα απ’ αυτούς. Κάποιος Γερμανός, όμως, που λεγόταν Ιωάννης[1] και ήταν πολύ έμπειρος στις πολεμικές μηχανές και ήξερε να φτιάχνει το «υγρό πυρ[2]», αντιλαμβάνοντας τις προθέσεις του εχθρού, άνοιξε απέναντι άλλη στοά και τη γέμισε με «υγρό πυρ». Όταν λοιπόν οι Τούρκοι άρχισαν να προχωρούν χαρούμενοι μέσα στους υπονόμους τους, έβαλε φωτιά στην άλλη άκρη του ανοίγματος και έκαψε τους περισσότερους, ματαιώνοντας έτσι το σχέδιό τους. Σε μια στοά όμως που διέφυγε της προσοχής του, οι Τούρκοι άναψαν κι εκείνοι το «υγρό πυρ» που είχαν ετοιμάσει, αλλά δεν κατάφεραν σημαντικά πράγματα. Έριξαν μόνο ένα μικρό μέρος κάποιου παλιού πύργου, τον οποίο εμείς επισκευάσαμε αμέσως. Μερικοί ηλικιωμένοι έλεγαν ότι και άλλες φορές, όταν γίνονταν μάχες, οι εχθροί είχαν μεταχειριστεί τους υπονόμους, αλλά δεν πέτυχαν τίποτα επειδή το μεγαλύτερο μέρος της πόλης που βρίσκεται μέσα από τα τείχη είναι πετρώδες. Μετά από αυτή τη νέα του αποτυχία, ο σουλτάνος κατέφυγε σε νέα πολιορκητικά τεχνάσματα. …»
Γεωργίου Φραντζή[3]
«Η Πολιορκία και η Άλωση της Κωνσταντίνουπόλης»
______________________________
«ωρύσσετο μέντοι και ορύγματα τω βασιλεί υπό γην φέροντα ες τείχος. Και οι τε ορυκταί του βασιλεώς πύργους καθίστασαν επί ξύλων μετεώρους τέσσαρας και επιπύργια, ως αυτίκα πυρ ενήσοντες η αυτά. Ου μέντοι γε προεχώρησε τα ορύγματα. Οι γαρ Έλληνες ως ήσθοντο τους πολεμίους ορρύσσοντας, ένδοθεν ώρυσσον και αυτοί, και προϊόντες εύρον τους βασιλέως ορυκτάς, και εξέωσαν πυρ ενιέντες,…»
«Οι Τούρκοι έσκαβαν επίσης ορύγματα που οδηγούσαν στο τείχος. Ενώ οι λαγουμιτζήδες (υπονομευτές) του σουλτάνου στερέωσαν με ξύλα τέσσερεις πύργους και τις οχυρώσεις τους σκοπεύοντας να τους βάλουν φωτιά. Τα ορύγματα όμως δεν έφεραν αποτέλεσμα, επειδή οι Έλληνες, όταν κατάλαβαν ότι οι εχθροί έσκαβαν, άρχισαν να σκάβουν και οι ίδιοι από μέσα και προχωρώντας συνάντησαν τους λαγουμιτζήδες (υπονομευτές) του σουλτάνου, τους έδιωξαν βάζοντας φωτιά και κυρίευσαν τα ορύγματα.»
Λαόνικου Χαλκοκονδύλη[4]
«Βυζαντίου Άλωσις»
___________________
"Οι Τούρκοι είχαν ανοίξει ένα λαγούμι για να μπουν στην Πόλη κάτω από τα τείχη και σήμερα [16 Μαΐου 1453] ανακαλύψαμε αυτό το λαγούμι. Οι Τούρκοι είχαν αρχίσει να το σκάβουν κοντά μισό μίλι μακριά από τα τείχη και ετοιμάζονταν να μπουν υπογείως κάτω από τα θεμέλια της Πόλης. Οι δικοί μας, όμως, στη στεριά άκουσαν την νύχτα τον κρότο που έκαναν σκάβοντας το λαγούμι, γιατί είχαν ήδη περάσει τα θεμέλια των τειχών. Μόλις λοιπόν άκουσαν θόρυβο, αμέσως ο Μεγάλος Δούκας[5] ανέφερε το γεγονός στον γαληνότατο αυτοκράτορα και του εξήγησε πώς ήταν εκείνη η υπόγεια στοά. Εξεπλάγη τα μέγιστα ο αυτοκράτορας μ’ αυτό το πράγμα. Αλλά ο γαληνότατος αμέσως έλαβε μέτρα για το λαγούμι
Την ίδια στιγμή έστειλε να βρουν σ’ όλη τη στεριά όλους τους αρχιτεχνίτες που άνοιγαν υπόγειες σήραγγες. Όταν λοιπόν οι μάστορες βρέθηκαν, εστάλησαν όλοι να παρουσιαστούν στον Μέγα Δούκα και εκείνος τους έβαλε να σκάψουν ένα λαγούμι μέσα στη γη το οποίο θα συναντούσε εκείνο των Τούρκων, και να συναντιόνταν λαγούμι με λαγούμι με τρόπο που το δικό μας να έμπαινε στο δικό τους. Οι μάστορές μας έκαναν γρήγορα κι αμέσως έβαλαν φωτιά[6] στο λαγούμι των Τούρκων. Πήρε λοιπόν φωτιά όλη η ξυλεία και κάηκαν οι ξύλινες αντιστηρίξεις και η γη υποχώρησε. Όλοι οι Τούρκοι που βρίσκονταν μέσα έπαθαν ασφυξία ή κάηκαν. Το λαγούμι αυτό βρέθηκε σε μια τοποθεσία που ονομάζεται Καλιγαρία…"
Νικολό Μπάρμπαρο[7]
«Χρονικό[8] της Πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης»
_______________
[1] Γκραντ Ιωάννης. Γερμανός ή Σκώτος μηχανικός με ειδικότητα στην αντιμετώπιση ορυγμάτων. Προσέφερε πολύτιμές υπηρεσίες κατά την πολιορκία. Η μετέπειτα τύχη του αγνοείται.
[2] Ή ελληνικό πυρ. Ήταν μίγμα εύφλεκτων χημικών ουσιών, το οποίο εφευρέθηκε από τον μηχανικό Καλλίνικο, τον 7ο αιώνα μ.Χ.
[3] Πρωτοβεστιάριος και Μεγάλος Λογοθέτης του Βυζαντίου. Τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά του αιχμαλωτίστηκαν από τους Τούρκους, κατά την Άλωση της Βασιλεύουσας.
[4] Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικόλαος, γόνος της παλαιάς Αθηναϊκής οικογένειας του 11ου αιώνα, των Χαλκοκονδυλών ή Χαλκοκανδυλών. Υπήρξε ο τελευταίος Βυζαντινός ιστοριογράφος. Γνωστός από το εκτενές ιστορικό του έργο με τίτλο «Αποδείξεις Ιστοριών», που καλύπτει την περίοδο 1298-1463. Σύμφωνα με τον Ιταλό αρχαιοδίφη και περιηγητή Κυριακό Αγκωνίτη (Ciriaco Pizzicoli) ο Λαόνικος μαθήτευσε πλάι στον φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό-Πλήθωνα, στον Μυστρά.
[5] Λουκάς Νοταράς
[6] ένας άλλος Λατίνος χρονογράφος ο Τετάλντι μιλά για «υγρό πυρ» ή καπνό και δηλητηριώδη αέρια ή ακόμα και για χείμαρρο νερού.
[7] Ενετός γιατρός. Βρέθηκε αποκλεισμένος με ένα ενετικό καράβι στο λιμάνι της Πόλης και έγινε αυτόπτης μάρτυς της τραγωδίας.
[8] Φυλάσσεται στην Μαρκιανή Βιβλιοθήκη της Βενετίας
Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2007
Εξωτερική Πολιτική
Το Ζεϊμπέκικο
Τα τελευταία χρόνια ο Ζεϊμπέκικος χορός μετεξελίχθηκε σε οιονεί εργαλείο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η αρχή έγινε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου, ως Υπουργός εξωτερικών επέλεξε τον συγκεκριμένο «ηρωικό» χορό για να θεμελιώσει τις βάσεις της πολιτικής της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, παρουσία του Τούρκου ομολόγου του Ισμαήλ Τζεμ. Πρόσφατα δε επανήλθε στο θέμα [Σεπτέμβριος 2007], ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και δεν δίστασε, υπερασπιζόμενος τις επιλογές του αυτές, να δηλώσει πως θα χόρευε πολλούς ακόμα ζεϊμπέκικους χορούς εάν επρόκειτο με αυτόν τον τρόπο να ισχυροποιηθεί η πολιτική της φιλίας και της συνεννόησης με την γείτονα χώρα.
Μια και λοιπόν το ζήτημα αυτό ξεπέρασε τα όρια της μουσικοχορευτικής μας παιδείας και εντάχθηκε στην σφαίρα των εθνικών μας συμφερόντων, θα ήταν χρήσιμο να παρουσιάσουμε, σε αδρές γραμμές, κάποια στοιχεία για τον αγαπητό αυτό χορό των Ελλήνων.
Ι.Λ.
Ο Ζεϊμπέκικος ξεκίνησε ως καθαρά ανδρικός χορός, αργός και βαρύς που περιελάμβανε πολύ συχνά επίδειξη οπλομαχητικής.
Με την πάροδο του χρόνου ο ζεϊμπέκικος χορός διαφοροποιήθηκε, διατηρώντας, ωστόσο, τα βασικά του χαρακτηριστικά. Μεταξύ άλλων διατηρήθηκε και ο μοναδικός όσο και χαρακτηριστικός ρυθμός των 9/8[1].
Ο ζεϊμπέκικος δεν έχει βήματα και πρόκειται για καθ’ ολοκληρίαν αυτοσχεδιαστικό χορό.
Οι καθεαυτού μάγκες προτιμούν τον γιουρούκικο[2] (βαρύς ζεϊμπέκικος) που τον χορεύουν σέρτικα σχεδόν ακίνητοι. Αυτό που κάνει να ξεχωρίζουν τα διάφορα είδη ζεϊμπέκικου δεν είναι ο ρυθμός, αλλά το ύφος. Χαρακτηριστικό είναι πως ο ζεϊμπέκικος χορεύεται με τα χέρια σε στάση δεήσεως ή ικεσίας.
Ο Μάρκος Βαμβακάρης, προπολεμικά, σχολίαζε τραγουδιστικά το γεγονός της «άλωσης» του ανδρικού ζεϊμπέκικου χορού απ’ τις γυναίκες ως εξής:
“οι γκόμενες φορέσανε τραγιάσκες”
Αντιθέτως, ο Βασίλης Tσιτσάνης "γούσταρε" να βλέπει γυναίκες να χορεύουν μπροστά του. «Όποιος είναι ωραίος και χορεύει ωραία και όποιος έχει μαγκιά, ανεξαρτήτως φύλλου, δικαιούται να χορέψει», έλεγε χαρακτηριστικά. Σε επιβεβαίωση αυτού, στις “12 νέες λαϊκές δημιουργίες” του, το 1977-78, συνειδητά συμπεριέλαβε το εξής τραγούδι:
“Mοντέρνες και μαγκίτισσες, οι πριγκηποαλήτισσες, οι Aθηναίισσες, τα βράδια τρέχουν να βρουν ρεμπέτικη γωνιά κι όλα τα δίνουν για μια ρεμπέτικη πενιά. Kι αφού καθίσουν και τα πιουν, και στα μεράκια τους να μπουν, θα διατάξουνε ένα φίνο ζεμπεκάκι. Nα το χορέψουνε τρελά, που θα τρομάξει ακόμα κι η μαγκιά!”
__________________________
[1] αναλύονται σε 2/8+2/8+2/8+3/8
[2] Γιουρούκοι ή “Γιουρούκηδες” ή “Γιουρούκια”: Νομαδικός λαός από τη Μικρά Ασία. Οι Γιουρούκηδες κατοικούσαν σε «ουμπάδες», σε αντίσκηνα, δηλαδή, καλυμμένα με προβιές και δέρματα, στις ορεινές δασικές περιοχές και ασχολούντο κυρίως με την υλοτομία ως ξυλοσχίστες, υλοτόμοι, μεταπράτες ξύλινων ειδών οικιακής χρήσης και συλλέκτες και έμποροι δαδιού. Είχαν εξισλαμιστεί, ωστόσο διατηρούσαν ιδιαίτερα ήθη και έθιμα, καθώς και ξεχωριστό γλωσσικό ιδίωμα.
Τα τελευταία χρόνια ο Ζεϊμπέκικος χορός μετεξελίχθηκε σε οιονεί εργαλείο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η αρχή έγινε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου, ως Υπουργός εξωτερικών επέλεξε τον συγκεκριμένο «ηρωικό» χορό για να θεμελιώσει τις βάσεις της πολιτικής της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, παρουσία του Τούρκου ομολόγου του Ισμαήλ Τζεμ. Πρόσφατα δε επανήλθε στο θέμα [Σεπτέμβριος 2007], ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και δεν δίστασε, υπερασπιζόμενος τις επιλογές του αυτές, να δηλώσει πως θα χόρευε πολλούς ακόμα ζεϊμπέκικους χορούς εάν επρόκειτο με αυτόν τον τρόπο να ισχυροποιηθεί η πολιτική της φιλίας και της συνεννόησης με την γείτονα χώρα.
Μια και λοιπόν το ζήτημα αυτό ξεπέρασε τα όρια της μουσικοχορευτικής μας παιδείας και εντάχθηκε στην σφαίρα των εθνικών μας συμφερόντων, θα ήταν χρήσιμο να παρουσιάσουμε, σε αδρές γραμμές, κάποια στοιχεία για τον αγαπητό αυτό χορό των Ελλήνων.
Ι.Λ.
Ο Ζεϊμπέκικος ξεκίνησε ως καθαρά ανδρικός χορός, αργός και βαρύς που περιελάμβανε πολύ συχνά επίδειξη οπλομαχητικής.
Με την πάροδο του χρόνου ο ζεϊμπέκικος χορός διαφοροποιήθηκε, διατηρώντας, ωστόσο, τα βασικά του χαρακτηριστικά. Μεταξύ άλλων διατηρήθηκε και ο μοναδικός όσο και χαρακτηριστικός ρυθμός των 9/8[1].
Ο ζεϊμπέκικος δεν έχει βήματα και πρόκειται για καθ’ ολοκληρίαν αυτοσχεδιαστικό χορό.
Οι καθεαυτού μάγκες προτιμούν τον γιουρούκικο[2] (βαρύς ζεϊμπέκικος) που τον χορεύουν σέρτικα σχεδόν ακίνητοι. Αυτό που κάνει να ξεχωρίζουν τα διάφορα είδη ζεϊμπέκικου δεν είναι ο ρυθμός, αλλά το ύφος. Χαρακτηριστικό είναι πως ο ζεϊμπέκικος χορεύεται με τα χέρια σε στάση δεήσεως ή ικεσίας.
Ο Μάρκος Βαμβακάρης, προπολεμικά, σχολίαζε τραγουδιστικά το γεγονός της «άλωσης» του ανδρικού ζεϊμπέκικου χορού απ’ τις γυναίκες ως εξής:
“οι γκόμενες φορέσανε τραγιάσκες”
Αντιθέτως, ο Βασίλης Tσιτσάνης "γούσταρε" να βλέπει γυναίκες να χορεύουν μπροστά του. «Όποιος είναι ωραίος και χορεύει ωραία και όποιος έχει μαγκιά, ανεξαρτήτως φύλλου, δικαιούται να χορέψει», έλεγε χαρακτηριστικά. Σε επιβεβαίωση αυτού, στις “12 νέες λαϊκές δημιουργίες” του, το 1977-78, συνειδητά συμπεριέλαβε το εξής τραγούδι:
“Mοντέρνες και μαγκίτισσες, οι πριγκηποαλήτισσες, οι Aθηναίισσες, τα βράδια τρέχουν να βρουν ρεμπέτικη γωνιά κι όλα τα δίνουν για μια ρεμπέτικη πενιά. Kι αφού καθίσουν και τα πιουν, και στα μεράκια τους να μπουν, θα διατάξουνε ένα φίνο ζεμπεκάκι. Nα το χορέψουνε τρελά, που θα τρομάξει ακόμα κι η μαγκιά!”
__________________________
[1] αναλύονται σε 2/8+2/8+2/8+3/8
[2] Γιουρούκοι ή “Γιουρούκηδες” ή “Γιουρούκια”: Νομαδικός λαός από τη Μικρά Ασία. Οι Γιουρούκηδες κατοικούσαν σε «ουμπάδες», σε αντίσκηνα, δηλαδή, καλυμμένα με προβιές και δέρματα, στις ορεινές δασικές περιοχές και ασχολούντο κυρίως με την υλοτομία ως ξυλοσχίστες, υλοτόμοι, μεταπράτες ξύλινων ειδών οικιακής χρήσης και συλλέκτες και έμποροι δαδιού. Είχαν εξισλαμιστεί, ωστόσο διατηρούσαν ιδιαίτερα ήθη και έθιμα, καθώς και ξεχωριστό γλωσσικό ιδίωμα.
Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2007
Ψυχολογία
Συγχωρέστε, μην κρατάτε κακίες[1]
Όταν ακούμε κάποιες οικογένειες να μιλάνε για τους συγγενείς τους, ακούμε για κάποιους θείους και θείες που έχουν τεθεί εκτός οικογενειακού κύκλου. Ξεκίνησε πριν από χρόνια από κάποιο μικρό περιστατικό, αλλά κανείς δεν έδειξε διάθεση να υποχωρήσει και να κάνει μια προσπάθεια να τα ξαναβρούν. Με τον καιρό το χάσμα έγινε απέραντο και δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να βρεθεί ποτέ λύση. Θα υπέθετε κανείς πως οι συγγενείς εξ αίματος θα προσπαθούσαν να λύσουν τις διαφορές τους, αλλά συχνά κανείς δεν είναι διατεθειμένος να κάνει την πρώτη κίνηση.
Στην δουλειά μου βλέπω την ίδια κατάσταση με πολλούς γονείς και τα παιδιά τους. Νευριάζουν και αγανακτούν ο ένας με τον άλλον μέχρι που η απόσταση που τους χωρίζει είναι όση και η απόσταση που χωρίζει το Βόρειο από το Νότιο πόλο. Είναι εύκολο να φτάσει μια σχέση σε αυτήν την κατάσταση. Είναι πολύ πιο δύσκολο να ξαναγίνει όπως ήταν.
Ως ειρηνόφιλοι γονείς πρέπει να ξεφορτωθούμε τις μνησικακίες, να λύνουμε τις διαφορές και να φέρνουμε τα παιδιά μας πίσω, κοντά σε εμάς. Οι προσπάθειες για συμφιλίωση δεν θα γίνονται πάντα αποδεκτές, αλλά όταν το κλαδί ελιάς προσφέρεται με ειλικρίνεια, συνήθως το αρπάζουν.
Πριν από καιρό ήμουν καλεσμένος σε μια εκπομπή στο ραδιόφωνο όπου τηλεφώνησε μια μητέρα για να αφηγηθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Αυτή και το εξάχρονο παιδί της βρίσκονταν σε συνεχή πόλεμο, σε σημείο που είχε απελπιστεί για το τί απέγινε η σχέση τους.
Είπε πως ένα βράδυ ο άντρας της έλειπε από το σπίτι, τα άλλα παιδιά είχανε πάει για ύπνο και αυτή και ο εξάχρονος γιος της βλέπανε τηλεόραση, καθισμένοι στις δύο άκρες του καναπέ. Αυτός μετακινήθηκε λιγάκι προς το μέρος της. Μετακινήθηκε κι αυτή προς το δικό του. Μετακινηθήκανε λίγο ακόμα. Το παιδί έγειρε στο χέρι της. Η μητέρα έτριψε την πλάτη του και τον κράτησε κοντά της. Με φωνή γεμάτη συναίσθημα τότε είπε: «τα πράγματα αλλάξανε εκείνο το βράδυ».
Τα παιδιά δεν θέλουν να είναι σε πόλεμο με τους γονείς τους. Αφού μας έχουν εκνευρίσει μπορεί να μην απευθύνουν επίσημη απολογία αλλά μας γυροφέρνουν ελπίζοντας πως θα τους δώσουμε ένα κλαδί ελιάς. Να δίνετε γρήγορα τέλος στην εχθρότητα και να τα φέρνετε πάλι κοντά σας.
[1] Από το βιβλίο «Τα Νήπια έγιναν Παιδιά» του Κρίστοφερ Γκρην (Dr Christopher Green), σελ. 65, Πλατύπους εκδοτική, 2005
Όταν ακούμε κάποιες οικογένειες να μιλάνε για τους συγγενείς τους, ακούμε για κάποιους θείους και θείες που έχουν τεθεί εκτός οικογενειακού κύκλου. Ξεκίνησε πριν από χρόνια από κάποιο μικρό περιστατικό, αλλά κανείς δεν έδειξε διάθεση να υποχωρήσει και να κάνει μια προσπάθεια να τα ξαναβρούν. Με τον καιρό το χάσμα έγινε απέραντο και δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να βρεθεί ποτέ λύση. Θα υπέθετε κανείς πως οι συγγενείς εξ αίματος θα προσπαθούσαν να λύσουν τις διαφορές τους, αλλά συχνά κανείς δεν είναι διατεθειμένος να κάνει την πρώτη κίνηση.
Στην δουλειά μου βλέπω την ίδια κατάσταση με πολλούς γονείς και τα παιδιά τους. Νευριάζουν και αγανακτούν ο ένας με τον άλλον μέχρι που η απόσταση που τους χωρίζει είναι όση και η απόσταση που χωρίζει το Βόρειο από το Νότιο πόλο. Είναι εύκολο να φτάσει μια σχέση σε αυτήν την κατάσταση. Είναι πολύ πιο δύσκολο να ξαναγίνει όπως ήταν.
Ως ειρηνόφιλοι γονείς πρέπει να ξεφορτωθούμε τις μνησικακίες, να λύνουμε τις διαφορές και να φέρνουμε τα παιδιά μας πίσω, κοντά σε εμάς. Οι προσπάθειες για συμφιλίωση δεν θα γίνονται πάντα αποδεκτές, αλλά όταν το κλαδί ελιάς προσφέρεται με ειλικρίνεια, συνήθως το αρπάζουν.
Πριν από καιρό ήμουν καλεσμένος σε μια εκπομπή στο ραδιόφωνο όπου τηλεφώνησε μια μητέρα για να αφηγηθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Αυτή και το εξάχρονο παιδί της βρίσκονταν σε συνεχή πόλεμο, σε σημείο που είχε απελπιστεί για το τί απέγινε η σχέση τους.
Είπε πως ένα βράδυ ο άντρας της έλειπε από το σπίτι, τα άλλα παιδιά είχανε πάει για ύπνο και αυτή και ο εξάχρονος γιος της βλέπανε τηλεόραση, καθισμένοι στις δύο άκρες του καναπέ. Αυτός μετακινήθηκε λιγάκι προς το μέρος της. Μετακινήθηκε κι αυτή προς το δικό του. Μετακινηθήκανε λίγο ακόμα. Το παιδί έγειρε στο χέρι της. Η μητέρα έτριψε την πλάτη του και τον κράτησε κοντά της. Με φωνή γεμάτη συναίσθημα τότε είπε: «τα πράγματα αλλάξανε εκείνο το βράδυ».
Τα παιδιά δεν θέλουν να είναι σε πόλεμο με τους γονείς τους. Αφού μας έχουν εκνευρίσει μπορεί να μην απευθύνουν επίσημη απολογία αλλά μας γυροφέρνουν ελπίζοντας πως θα τους δώσουμε ένα κλαδί ελιάς. Να δίνετε γρήγορα τέλος στην εχθρότητα και να τα φέρνετε πάλι κοντά σας.
_________________
[1] Από το βιβλίο «Τα Νήπια έγιναν Παιδιά» του Κρίστοφερ Γκρην (Dr Christopher Green), σελ. 65, Πλατύπους εκδοτική, 2005
*επιλογή, επιμέλεια: Αγγελική Χρυσικοπούλου
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)