περί της χαρτογράφησης του ελληνικού κόσμου στον ύστερο μεσαίωνα[1]
Πολλά περιηγητικά χρονικά, εκτός από τα κείμενα εμπλουτίζονται με χαρακτικά, συνοδεύονται δηλαδή, από εικόνες και χάρτες, απόψεις λιμανιών και πόλεων, σχεδιαγράμματα αρχαιολογικών μνημείων, ανθρώπινες φιγούρες κ.ά. Σταθμό θα αποτελέσει στα τέλη του 15ου αιώνα η έκδοση του Bernard von Breydenbach Peregrinationes in Terram Sanctam με σχέδια και απόψεις πόλεων του Erhard Reuwich, όλων εκτελεσμένων με εξαιρετική προσοχή. Πριν από αυτόν ο Φλωρεντινός μοναχός Christophoro Buondelmonti (1380-1430) υπήρξε ο πρώτος Ευρωπαίος που με βάση το νησί της Ρόδου ερεύνησε τον ελληνικό νησιωτικό χώρο. Το πρωτόγραφο του Buondelmonti (1420) δεν σώθηκε, όμως η γνωστοποίηση του έργου του Liber Insularum Archipelagi οφείλεται σε χειρόγραφα αντίγραφα από τα οποία το παλαιότερο, που χρονολογείται μέσα στο πρώτο τέταρτο του 15ου αιώνα, θα αποτελέσει την πρώτη εμπεριστατομένη προσέγγιση του νησιωτικού χώρου με προεξάρχον ενδιαφέρον το γεωγραφικό και τελικό στόχο τις εμπορικές επικοινωνίες. Το ίδιο παρατηρείται σε άλλα ανάλογα έργα που σχετίζονται με τη χαρτογραφία της εποχής. Η τελευταία στηρίχτηκε σε δύο ξεχωριστούς τύπους χαρτών, τους πορτολάνους και τα Isolaria, χειρόγραφους οδηγούς ναυσιπλοΐας με περιγραφές λιμανιών και νησιών αντίστοιχα, και τους πτολεμαϊκούς λεγόμενους χάρτες. Οι , «πορτολάνοι»παρόμοιοι με τους σημερινούς «πλοηγούς» ή τις «ναυτικές οδηγίες», αποτελούν θαυμάσιες πηγές για τη γνώση της γεωγραφίας και της οικονομικής ζωής της εποχής τους. Οι ιταλικοί πορτολάνοι μάλιστα (13ος – 15ος αιώνας), περιέχουν και πλούσιες τοπωνυμικές πληροφορίες για τα παράλια και τα νησιά από το Ιόνιο μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα. Με πρότυπο τα ιταλικά αυτά κείμενα έχει συνταχθεί ο πασίγνωστος τουρκικός πορτολάνος Το Βιβλίον της Θαλάσσης του Piri – Re’is (1521) για χρήση των Τούρκων ναυτικών, όταν οι Οθωμανοί επεδίωκαν την κυριαρχία επί της Ανατολικής Μεσογείου. Χαρακτηριστική είναι η πλατιά διάδοση του έργου αυτού το οποίο περιελάμβανε, εκτός από τα περιγραφικά κείμενα και τα σχέδια ακτών και νησιών, εισαγωγικές γενικές παρατηρήσεις για τους ναυτικούς χάρτες. Τα «Ιζολάρια» που συνοδεύονται από σχέδια, εγκαινιάστηκαν από τους ουμανιστές της Αναγέννησης του 15ου αιώνα, οι οποίοι, ενδιαφερόμενοι για τη μυθολογία, τα αρχαία μνημεία, αλλά και τη μεσαιωνικής ιστορία, επισκέφθηκαν τα νησιά και έδωσαν πληροφορίες για τη γεωγραφία και τη σύγχρονη κατάστασή τους.
Σωζόμενος πορτολάνος[2] γραμμένος από άγνωστο Έλληνα ναυτικό σε ρέοντα δημοτικό λόγο όχι μόνον αποδεικνύει ότι η λαϊκή γλώσσα είχε ήδη διαμορφωθεί μέσα στον 16ο αιώνα, αλλά, επιπλέον, αποτελεί σπουδαία πηγή πληροφοριών για την ιστορία της γεωγραφίας και τους ναυτικούς εμπορικούς δρόμους μέσα στην πρώιμη μεταβυζαντινή περίοδο[3]:
Ουδείς άνθρωπος εγεννήθηκε ποτέ να ηξεύρη όλα τα πράγματα από την κοιλιά της μάνας του. Αμή απόλιγο απόλιγο αναθρεύοντας κατά την τέχνην οπού θέλει καθείς να μάθη και κατά το δεκτικό του νου οπού έχει, προκόβει και γίνεται τέλειος εις εκείνην την τέχνην. Και διά τούτο, και εις την μεγάλην τέχνην και αγνώριστην, λέγω την ναυτικήν, τα κοπέλλια οπού εμπαίνουσι να μάθουν ναύταις πρώτα μαθαίνουν να λάμνουν και να κάμνουν σκαρμούς και τροποτήραις εις τη βάρκα και απέκει να μαθαίνουν να ανεβαίνουν εις τα κατάρτια και εις ταις αντέναις και εις τα σκοινία. Διά τούτο επήρε τον κόπον ένας καλός και τελειωμένος ναύτης να γράψη εις τούτο το μικρόν βιβλιόπουλον όλους εκείνους τους τόπους όπου είναι από την ανατολήν έως και τις κολώνες του Ηρακλέος οπού ονομάζουν φραγκικώτερα εις το στρέτο της Εγλυτέρας ως καθώς τα θέλεις ιδή εις τούτο το βιβλίον γεγραμμένα, αρχίζοντα από την Βενετίαν, απόλιγο απόλιγο λιμιόνες, ραξίματα, ξέρες, νησία, χώραις και άλλον πάσα πράγμα οπού κάμνει χρεία να γνωρίζει τινάς πάσα τόπον …
Και από περιγραφή των ακτών της Μάνης:
Αν θέλης να υπάς εις το Βίτυλον, άφηνε όλον το ακρωτήριν της Μάνης εις το μεσημέριν και υπάς εις την άλλην μερίαν μέσα εις την σελάδαν από κάτω εις το βουνίν οπού έχει καμπήν ωσάν καμήλας. Και ωσάν σιμώσης θωρείς το κάστρον και αφήνεις το ζερβά σου και δεξιά ευρίσεις ακρωτηράκιν λιγνόν, άσπρον και έχει κατ’ ακρώτηρα μονόπετρα και αλαργάριζε τα μισόν πλωρήσιν και βάλε τα κάτω. Και έχει σπιτάκιν, και πιάνεις τα πλωρήσια. Και απάνω εις το ακρωτηράκιν στέκει μια εκκλησία και έχει αποκάτω εις την εκκλησίαν νερόν …
Οι πτολεμαϊκοί λεγόμενοι χάρτες, σχεδιασμένοι σύμφωνα με τις περιγραφές του Αλεξανδρινού Κλαύδιου Πτολεμαίου στο έργο του Γεωγραφική υφήγησις – με εξαντλητική περιγραφή της τότε οικουμένης – αντιγράφηκαν από τους Βυζαντινούς και διαδόθηκαν μέσω των λογίων που κατέφυγαν στην Ιταλία μετά την Άλωση. Η πρώτη απόδοση της Γεωγραφίας ή Κοσμογραφίας, όπως έγινε γνωστό το έργο του Πτολεμαίου, εκδόθηκε στη Bologna το 1477 και περιλαμβάνει τους πρώτους μεμονωμένους χάρτες του ελληνικού κόσμου.
[1] Κατερίνα Κορρέ – Ζωγράφου, «Παραδοσιακή ζωή και τέχνη, στα κείμενα των περιηγητών», Αθήνα 2003.
[2] Χειρόγραφο Βενετίας
[3] Κυριάκου Σιμόπουλου, Ξένοι Περιηγητές στην Ελλάδα Α΄, Αθήνα 1972, 84-86).