Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2009

Ψυχολογία

Η «ανατομία» της παιδικής ψυχής[1]

Το κλειδί για μια καλή σχέση, είτε αυτή είναι ανάμεσα σε δύο ενήλικες είτε μεταξύ γονιού και παιδιού, είναι να φέρεσαι στο άλλο άτομο όπως θα ήθελες να σου φέρεται.

Τα παιδιά δεν χρειάζονται «ποιοτικό χρόνο», χρειάζονται ένα γονιό που θα είναι διαθέσιμος να καθίσει, να ακούσει, να κάνει πράγματα μαζί και να θαυμάσει αυτά που θα δει.

Δεν τα πάω καλά με τους άκαμπτους ανθρώπους που επιμένουν όλα να γίνονται με βάση τους κανονισμούς. Κολλάνε στο γράμμα του νόμου, δεν μπορούν να συμβιβαστούν και δεν υποχωρούν καθόλου, ποτέ. … Αλλά μια επιτυχημένη σχέση δεν πρόκειται να λειτουργήσει χωρίς συμβιβασμούς. Οι γονείς πρέπει να προσαρμόζουν τους κανόνες ώστε να ταιριάζουν στην κάθε ξεχωριστή περίπτωση: τα παιδιά κοιμούνται στα δικά τους κρεβάτια, αλλά κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας μπορούν να κοιμηθούν όλα μαζί, τα παιδιά πρέπει να μαζεύουν τα πιάτα του δείπνου, αλλά απόψε έχουν τόσο πολύ διάβασμα που μπορούμε να τα απαλλάξουμε. Συμπέρασμα: Οι κανόνες και η σταθερότητα είναι σημαντικοί για τα παιδιά, αλλά πρέπει να υπάρχει περιθώριο για ελαστικότητα και συμβιβασμό.

Ένα παιδί δύο χρονών δεν μπορεί να κάνει επιλογές αλλά ένα παιδί σχολικής ηλικίας χρειάζεται κάποια ελευθερία να αποφασίζει για τη μοίρα του. Οι εξουσιαστικοί γονείς κάνουν δυστυχισμένα παιδιά που δεν μπορούν να πάρουν μια απόφαση.

Αν θέλετε τα παιδιά συνεργάσιμα πείτε τους τί θέλετε να κάνουν, ενθαρρύνετε τις ενέργειές τους, παρακολουθήστε τα αποτελέσματα, και μετά αφήστε τα ήσυχα. … Τα παιδιά κλείνουν το διακόπτη και κουφαίνονται όταν οι γονείς γκρινιάζουν.

Τα παιδιά συχνά αντιμετωπίζουν την εξής συμπεριφορά από τους γονείς τους: Στρώνουν το τραπέζι με περισσή προσοχή: «Έβαλες τα μαχαίρια και τα πιρούνια ανάποδα». Πλένουν τα πιάτα: «Εδώ έχει μείνει αυγό». Σκουπίζουν το καθιστικό: «Σου ξέφυγε ένα σημείο». Όταν οι άνθρωποι εργάζονται σκληρά και οι άλλοι προσέχουν μόνο τα λάθη τους και όχι την προσπάθειά τους, αυτός είναι ένας σίγουρος τρόπος να τους αποθαρρύνουν και να τους απογοητεύουν.

Παιδιά Πέντε έως Οχτώ χρονών: Αυτά τα μικρά ανθρωπάκια διατηρούν αρκετή από την αναλλοίωτη αθωότητα της προσχολικής ηλικίας. Παραμένουν κοντά, υπερβολικά εξαρτώμενα από τη μαμά και τον μπαμπά. Είναι τρυφερά, δεν είναι πολύπλοκα και θέλουν να σας ευχαριστούν. Χοροπηδάνε, είναι ζωηρά και πιστεύουν σε φαντάσματα και τέρατα.

Παιδιά Οχτώ έως Δώδεκα χρονών: Στην ηλικία των οχτώ τα παιδιά πατάνε στο πρώτο σκαλί της σκάλας που οδηγεί στην ενηλικίωση. Η εξάρτηση από τη μαμά και τον μπαμπά αρχίζει να αποδυναμώνεται. Ολοένα και πιο πολύ επηρεάζονται από τους δασκάλους, τους φίλους, τα μέσα ενημέρωσης και το περιβάλλον τους και αρχίζουν να αμφισβητούν τις αξίες και τη σοφία των γονιών τους. Τα παιδιά αυτής της ηλικίας συγκρίνουν την εμφάνισή τους, την επίδοσή τους στο σχολείο, την κοινωνική αποδοχή και τις ικανότητές τους στα αθλήματα, και ανησυχούν όταν πιστεύουν πως υστερούν. Τα χοροπηδητά και οι αγκαλιές γίνονται σπάνια, και τώρα μόνο τα μωρά πιστεύουν σε τέρατα. … Χάνουν επίσης αυτήν την υπέροχη ειλικρίνεια που έχουν τα μικρά παιδιά και αρχίζουν να είναι πιο μυστικοπαθή.

[1] Δρ Κρίστοφερ Γκρην, «Τα νήπια έγιναν Παιδιά», επιστημονική επιμέλεια Δρ Ν. Προδρόμου MD, σε μετάφραση Έλενας Γεωργιάδου, σ. 10 επ., Πλατύπους εκδοτική 2005