Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2008

Η 4η Εξουσία

«Με την επίμονη, μαζική, ολοκληρωτική προπαγάνδα και κάτω από τις κατάλληλες κοινωνικές συνθήκες, ο άνθρωπος είναι σε θέση να μάθει το ίδιο καλά ότι δύο επί δύο κάνει πέντε και όχι τέσσερα»

Γκέμπελς

Περί Τύπου[1]

Ο κιτρινισμός είναι μια νοοτροπία καθαρά αντιδεοντολογικής δημοσιογραφίας, που έχει ως στόχο την κυκλοφοριακή άνοδο. Εκμεταλλεύεται όλα τα φαινόμενα της ζωής, ανεξάρτητα από την κατεύθυνσή τους και επιδιώκει να αντλήσει οφέλη, είτε με εκβιασμούς είτε με την άνοδο της δημοτικότητας του ΜΜΕ, διοχετεύοντας προς το κοινό ψεύδη ή φήμες, χωρίς έλεγχο ή πλασματικά στοιχεία ή συνδυασμό πλασματικών και αληθοφανών στοιχείων.

Ο λαϊκισμός διατηρεί στοιχεία κιτρινισμού, αλλά ως προς την τακτική διαφέρει απ’ αυτόν. Εκφράζεται με τρόπο που να μιλάει κατ’ ευθείαν στο θυμικό των λαϊκών στρωμάτων. Δηλαδή διατηρεί λαϊκά φραστικά «κλισέ» και μιμείται τον εκφραστικό τρόπο των λαϊκών μαζών που έχουν ελλιπή μόρφωση, έτσι ώστε να απευθύνεται κυρίως στα απωθημένα τους και στο αίσθημα αδικίας που τους διακατέχει εξαιτίας της συμπίεσης της ζωής τους από τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα με τη δική του τεχνική και τη δική του «αλήθεια» για να δημιουργήσει οπαδούς, εξαρτημένους ανθρώπους, μιμούμενος την δική τους φρασεολογία και το δικό τους σκεπτικό.

Ο Χίτλερ[2] στο βιβλίο του «ο Αγών μου» έγραφε : «Αλήθεια είναι ό,τι μας συμφέρει. Η εξυπνάδα των μαζών είναι μικρή, η δύναμή τους όμως να ξεχνούν τεράστια» και σε άλλο σημείο «Κάθε προπαγάνδα πρέπει να είναι λαϊκή και να τοποθετεί το πνευματικό της επίπεδο στα όρια της δεκτικότητας, έστω και της πιο χαμηλής, μεταξύ εκείνων προς τους οποίους απευθύνεται. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες η προπαγάνδα και το πνευματικό της επίπεδο πρέπει να βρίσκεται όσο πιο χαμηλά είναι οι μεγάλες μάζες του πληθυσμού. Όσο το επιστημονικό της ύψος είναι πιο χαμηλό – της προπαγάνδας – όσο απευθύνεται αποκλειστικά στις δυνατότητες κατανόησης του πλήθους, τόσο η επιτυχία της θα είναι αποφασιστική. Αυτό το τελευταίο είναι η καλύτερη απόδειξη της αξίας της προπαγάνδας. Αποδίδει περισσότερο όταν απορρίπτεται από τα καλλιεργημένα πνεύματα …»

«Η αλλοτρίωση των πλατιών μαζών – ισχυριζόταν ο Χίτλερ – πρέπει ν’ αρχίσει απ’ αυτούς που νιώθουν απογοήτευση, αηδία, οργή και αγανάκτηση». Ένα άλλο αξίωμα του Χίτλέρ ήταν : «Όσο μεγαλύτερες μάζες ανθρώπων θέλει να επηρεάσει κανείς, τόσο χαμηλότερο πρέπει να είναι το πνευματικό τους επίπεδο»

Ο λαϊκισμός, λοιπόν, που στηρίζεται…στην λογική του φασισμού, έχει στόχο να προσεταιρισθεί τις λαϊκές μάζες μιμούμενος το σκεπτικό τους, την νοοτροπία τους, το λεκτικό τους, τη φρασεολογία τους, αλλά και κυρίως εκμεταλλευόμενος τα απωθημένα τους. Γιατί όσο χαμηλότερο είναι το πνευματικό επίπεδο εκείνων στους οποίους απευθύνεσαι, όπως έλεγε ο Χίτλερ, τόσο ευκολότερα μπορείς να τους επηρεάσεις και να τους κατευθύνεις. Το να μπορείς να ερεθίσεις τα βιώματα της αδικίας, τα απωθημένα μέσα στην συνείδηση των λαϊκών μαζών, με καθαρά λαϊκίστικο σκεπτικό, δηλαδή με την απομίμηση της σκέψης των ίδιων εκείνων ανθρώπων που τους διακατέχει το σύνδρομο της αδικίας, της καταπίεσης, της απογοήτευσης, αυτό ακριβώς είναι το όπλο του λαϊκισμού, που ο Χίτλερ ανακάλυπτε μέσα στους απογοητευμένους, ανάμεσα σ’ αυτούς που νιώθουν αηδία, οργή και αγανάκτηση, του «πρώτους στόχους», όπως χαρακτηριστικά έλεγε.

Για τον λαϊκιστή δεν έχει σημασία το θέμα. Σημασία έχει ο αντίπαλoς. Δεν έχει σημασία το πρόβλημα. Αν ο αντίπαλος εξουδετερωθεί, αυτομάτως το πρόβλήμα επιλύεται ή εκπίπτει σε δεύτερη μοίρα. Ο λαϊκιστής δημοσιογράφος αναπαράγει τον πολιτικό λαϊκισμό, γιατί με αυτό το σκεπτικό και με τις δυνατότητες που έχει για διόγκωση, παραπλάνηση και παραπληροφόρηση, κατορθώνει να συσκοτίσει την πραγματικότητα και να κατευθύνει τις λαϊκές μάζες.

Ο προβληματισμένος, ο σκεπτόμενος, ο καλλιεργημένος πολίτης δεν είναι χρήσιμος στον λαϊκιστή. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι θεωρείται «εχθρός», εκ προοιμίου αντίπαλος. Θα επιχειρήσει να τον προσεταιριστεί. Τις περισσότερες φορές δεν θα το κατορθώσει. Θα προσπαθήσει όμως να τον επιτηρεί. Εφόσον κρίνει ότι μπορεί να γίνει εμπόδιο κάποια στιγμή στον λαϊκίστικο δρόμο θα προσπαθήσει να συγκεντρώσει οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία, έστω και διαστρεβλωμένα, θα τα στρέψει εναντίον του, για να τον εξουδετερώσει. Αν κατορθώσει να τον προσεταιριστεί διατηρεί τα στοιχεία σε κάποιο αρχείο και αν κάποια στιγμή εκείνος προσπαθήσει να διαφύγει από τον κλοιό του λαϊκισμού, θα δεχθεί τα δηλητηριώδη βέλη από εκείνον που υπηρετούσε. Δεν έχει έλεος ο λαϊκισμός, δεν έχει αισθήματα, δεν έχει φίλους. Έχει μόνο στόχους. Αν δεν μπορεί να πλήξει με πραγματικά στοιχεία ή έστω με διαστρεβλωμένα πραγματικά περιστατικά τον αντίπαλό του, καταφεύγει στο «χιούμορ» δια της φημολογίας, διατηρώντας την διέξοδο του «χιουμοριστικού» δημοσιεύματος σε περίπτωση αντεπίθεσης του «αντιπάλου».

[1] Αποσπάσματα από το βιβλίο «Τα μυστικά της Δημοσιογραφίας – Δεοντολογία» του Λυκούργου Κομίνη, σελ. 192 και επόμενες, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1990
[2] Ο Χίτλερ αναφερόμενος γενικά στην αποκλειστική αξία του ηγεμόνα αναφέρει : «Δεν πρέπει λοιπόν ποτέ να ξεχνούμε πως καθετί μεγάλο στον κόσμο αυτό δεν έγινε ποτέ με αγώνες λογικούς, αλλά πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά από έναν και μόνο ηγετικό εγκέφαλο. Δεν είναι η μάζα που δημιουργεί, ούτε η πλειοψηφία που οργανώνει ή σκέπτεται, αλλά παντού και πάντα το μεμονωμένο άτομο. Η προσωπικότητα πρέπει να τοποθετηθεί πάνω από τη μάζα και αντίστροφα η μάζα να τεθεί στην υπηρεσία της προσωπικότητας» … «Καμιά εντολή δεν υπόκειται σε ψηφοφορία. Δεν υπάρχουν παρά εντολές υπό παρατήρηση που ανάμεσά τους ο υπεύθυνος αρχηγός διαλέγει εκείνες που πρέπει να εκτελεσθούν. Μόνο ο αρχηγός του κόμματος εκλέγεται, ανάλογα με τους κανόνες του καταστατικού, από το σύνολο των μελών. Αλλά είναι ο απόλυτος άρχων. Όλες οι εντολές είναι κάτω από τη δικαιοδοσία του. Δεν εξαρτάται από κανέναν. Έχει ολόκληρη την ευθύνη, αλλά την σηκώνει ολόκληρη πάνω στους ώμους του».