Έχω μιαν ερώτηση για σένα μόνο, αδελφέ μου: σα βολίδα ρίχνω την ερώτηση αυτή στην ψυχή σου, για να μάθω πόσο βαθειά ‘ναι.
Είσαι νέος και θέλεις να παντρευτείς και να κάμεις παιδί. Μα εγώ σε ρωτώ: είσαι ένας άνθρωπος που έχει δικαίωμα να θέλει παιδί;
Είσαι πλούσιος σε νίκες, ο δαμαστής του εαυτού του, ο κυρίαρχος των αισθήσεών σου, ο αφέντης των αρετών σου; Αυτό σε ρωτώ.
Ή μήπως με την επιθυμία σου μιλά το ζώο και η στέρηση; Ή ο φόβος της μοναξιάς; Ή η διχόνοια με τον εαυτό σου;
Θέλω το παιδί να το λαχταρούν η νίκη σου κ’ η ελευθερία σου. Ζωντανά μνημεία πρέπει να υψώσεις στη νίκη σου και στην ελευθερία σου.
Ανώτερα από σένα χτίρια πρέπει να υψώσεις. Μα πρώτα πρέπει να χτιστείς ο ίδιος εσύ, μ’ ορθογωνισμένο κορμί και ψυχή.
Δεν πρέπει να φυτεύεις μακρύτερα μόνο, παρά και ψηλότερα! Ο κήπος του γάμου ας σε βοηθήσει σ’ αυτό!
Ένα ανώτερο σώμα πρέπει να δημιουργήσεις, μια πρώτη κίνηση, έναν τροχό που να κυλά μόνος του, - έναν δημιουργό πρέπει να δημιουργήσεις.
Γάμο: έτσι ονομάζω τη θέληση των δύο να δημιουργήσουν το Ένα, που είναι περισσότερο απ’ αυτούς που το δημιούργησαν. Αμοιβαίο σεβασμό ονομάζω τον γάμο εκείνων που θέλουν μια τέτοια θέληση.
Ας είναι αυτό το νόημα κ’ η αλήθεια του γάμου σου. Μ’ αυτό που οι υπερβολικά πολλοί ονομάζουν γάμο, οι περιττοί, – αχ , πώς τ’ ονομάζω εγώ;
Αχ, αυτή η φτώχεια της ψυχής των δύο! Αχ, αυτός ο ρύπος της ψυχής των δύο! Αχ αυτή η αξιοθρήνητη τέρψη των δύο!
Ολ’ αυτά τα ονομάζουνε γάμο και λένε πως ο γάμος τους σφραγίστηκε στον ουρανό.
Ε. λοιπόν, εμένα δε μ’ αρέσει αυτός ο ουρανός των περιττών! Όχι, δε μ’ αρέσουν αυτά τα ζώα που πιάστηκαν στα ουράνια δίχτυα!
Μακρυά από μένα κι ο Θεός που έρχεται, χωλαίνοντας, να ευλογήσει ό,τι δεν έσμιξε.
Μη γελάτε για τέτοιους γάμους! Ποιο παιδί δε θα ‘χε λόγο να κλαίει για τους γονείς του;
Άξιος μου φάνηκε ο άντρας αυτός και ώριμος για το νόημα της γης: μα όταν είδα τη γυναίκα του, η γη μου φάνηκε φρενοκομείο.
Ναι, θα ‘θελα να δονείται με σπασμούς η γη, όταν ζευγαρώνουν ένας άγιος με μια πάπια.
Τούτος εδώ ξεκίνησε σαν ήρωας, κυνηγώντας αλήθειες, και στο τέλος έπιασε ένα μικρό, στολισμένο ψέμα. Γάμο του τ’ ονόμασε αυτό.
Εκείνος εκεί ήταν επιφυλαχτικός στις σχέσεις του και δύσκολος στην εκλογή του. Μα κατάστρεψε μια για πάντα τις σχέσεις του: γάμο του τ’ ονόμασε αυτό.
Εκείνος εκεί γύρευε μια δούλα, με τις αρετές ενός αγγέλου. Μα να τον που έγινε, ξαφνικά, η δούλα μιας γυναίκας, και τώρα είναι ανάγκη να γίνει άγγελος ο ίδιος.
Τώρα βρήκα προσεχτικούς όλους τους αγοραστές, κι όλοι είχαν υποψιασμένα μάτια. Μα κι ο πιο υποψιασμένος αγοράζει τη γυναίκα του καβαλλάρης.
Πολλές μικρές τρέλες – αυτό ονομάζετε έρωτα. Κι ο γάμος σας βάζει τέλος σε πολλές μικρές τρέλες, σαν μια μεγάλη ανοησία.
Η αγάπη σας στη γυναίκα και της γυναίκας η αγάπη στον άντρα: αχ, να ‘ταν συμπάθεια, αλήθεια, για κρυμμένους Θεούς που υποφέρουν! Μα τις πιο πολλές φορές πρόκειται για δυο ζώα που συνεννοούνται.
Μα κι ο μεγαλύτερος έρωτάς σας δεν είναι παρά μόνο ένα εκστατικό σύμβολο και μια οδυνηρή ζέση. Μια λαμπάδα είναι που πρέπει να σας φωτίζει σε πιο ψηλούς δρόμους.
Κάποτε, πρέπει ν’ αγαπήσετε πέρα από τον εαυτό σας! Μάθετε πρώτα, λοιπόν, ν’ αγαπάτε! Και γι’ αυτό πρέπει να πιείτε το πικρό ποτήρι της αγάπης σας.
Και στης μεγαλύτερης αγάπης το ποτήρι υπάρχει πίκρα: έτσι γεννιέται ο πόθος για τον υπεράνθρωπο, έτσι γεννιέται μέσα σου η δίψα, δημιουργέ!
Δίψα δημιουργού, σαΐτα κ’ επιθυμία για τον υπεράνθρωπο: πε μου, αδελφέ μου, αυτή ‘ναι η θέλησή σου για γάμο;
Μια τέτοια θέληση κ’ ένας τέτοιος γάμος είναι άγια για μένα.
Έτσι μίλησεν ο Ζαρατούστρα.
[1] Φρήντριχ Νίτσε, «Έτσι μίλησεν ο Ζαρατούστρα (τάδε έφη Ζαρατούστρα)», σελ. 112-114, εκδόσεις Δωδωνη, Αθήνα – Γιάννενα 1983.