Τα τέκνα της Αθηνάς[1]
Να γεννηθεί κανείς Αθηναίος : η απαίτηση αυτή – όπου θεμελιώνεται η ιδιότητα του πολίτη – , παίρνει μια νομική κατοχύρωση με το νόμο του Περικλή, που θεσπίζει ότι η συγγένεια είναι αμφίπλευρη και σχολιάζεται από ένα μύθο ο οποίος με όλους τους δυνατούς τρόπους παρακάμπτει το γεγονός της διαίρεσης των φύλων. Το να είσαι πολίτης σημαίνει – όπως βεβαιώνει ο επιτάφιος λόγος – να έχεις ανδρεία. Σημαίνει ακόμη όπως πιστοποιεί η ζωή των μύθων στην πόλιν – να έχει ιδέες σχετικά με την ανδρείαν. Παραμένει ωστόσο το γεγονός πως όταν μιλάμε για αποκλεισμό των γυναικών δεν χαρακτηρίζουμε παρά την «πραγματική» πολιτική πρακτική της πόλεως. Έτσι, το θηλυκό, έστω και αν ενσαρκώνεται από μια ένοπλη παρθένα, στοιχειώνει το πολιτικό φαντασιακό των Αθηναίων που ποτέ δεν καταφέρνει να διαχωρίσει αμετάκλητα τη θεά από τις γυναίκες της Αθήνας.
Το πιστοποιούν δύο έργα – μια τραγωδία και μια κωμωδία – των οποίων, η ανάγνωση ήταν επιβεβλημένη στο τέλος αυτής της διαδρομής, γιατί στο θέατρο του Διονύσου (στους πρόποδες της Ακροπόλεως, αλλά στο έδαφος του θεού της Ετερότητας) οι μύθοι της Ακροπόλεως καλούνται με πολιτική σχεδόν επισημότητα να παίξουν με τον ίδιο τον εαυτό τους. Πράγματι, στα δύο αυτά αθηναϊκά έργα που τιτλοφορούνται Ίων και Λυσιστράτη γίνεται λόγος για την Ακρόπολη και για την πανοπλία της αυτοχθονίας, για τις γυναίκες της Αθήνας και για το φύλον των γυναικών: για το φύλον των γυναικών και για το αυτόχθονον γένος, για τις γυναίκες των Αθηνών και για τη θεά.
Ο Ίων και η Λυσιστράτη : μια τραγική πλοκή και ένα κωμικό τέχνασμα για την ύπαρξη των γυναικών στην Ακρόπολη. Ο Αριστοφάνης ανοίγει το τέμενος της Αθηνάς στις παντρεμένες γυναίκες οι οποίες, απαρνούμενες τον έρωτα, παλινδρομούν στο χρόνο, προς το παρθενικό παρελθόν τους. Μοιραζόμενη με την Αθηνά το παλάτι του Ερεχθέως, η Κρέουσα μας παρουσιάζεται από τον Ευριπίδη σαν μια παντρεμένη γυναίκα που έμεινε παρθένος. Οι γυναίκες της Αθήνας θα αφήσουν την Ακρόπολη για να ξαναβρούν τον οίκον και το κρεβάτι του άντρα, η Κρέουσα αφήνει τους Δελφούς για να ξαναγυρίσει στον οίκον της πάνω στην Ακρόπολη, όπου επιτέλους θα ολοκληρώσει το γάμο της με τη μητρότητα. Για να περιοριστούμε όμως στο χρόνο της θεατρικής παράστασης, οι γυναίκες των πολιτών και η κόρη του βασιλιά είναι αυτές που θα αναλάβουν, υπό την προστασία της Αθηνάς, τις τύχες της πόλεως.
Ο Ίων και η Λυσιστράτη : δύο έργα των οποίων η θεματική, πέρα από την αναπόφευκτη διαφθορά ανάμεσα σε μια τραγική πλοκή και μια κωμική μυθοπλασία, παρουσιάζει παράξενες ομοιότητες. Και, αν υπάρχει μια σκηνή της Λυσιστράτης που υπαινίσσεται ότι ο Αριστοφάνης παρωδούσε τον Ευριπίδη, μπορούμε να στοιχηματίσουμε ότι ο κωμικός δεν δανείστηκε από την τραγωδία μόνο το σπήλαιο του Πανός : για να περιοριστούμε σε ένα μόνο παράδειγμα, από την τραγωδία μέχρι την κωμωδία, η ύφανση κρατά την ίδια θέση ανάμεσα στην υπηρεσία της θεάς και την υποταγή στον νόμο της ένωσης των φύλων, συμβολίζοντας έτσι τη διάσταση η οποία αντιπαραθέτει την παρθενία στο γάμο σαν μια πάντοτε δυνατή και πάντοτε επίφοβη για την οικιακή πραγματικότητα παλινδρόμηση της γυναίκας. Τέλος, δεν είναι ίσως αδιάφορο το ότι η τραγωδία Ίων, όπου δηλώνονται οι δυσκολίες της αμφίπλευρης συγγένειας, είναι ήδη σαν μια ηχώ των Ευμενίδων, αυτής της άλλης τραγωδίας της Αθήνας και της συγγένειας.
[1] Nicole Loraux, «Τα τέκνα της Αθηνάς», σελ. 28-29, εκδόσεις Νέα Σύνορα – Λιβάνης, 1992.