Τετάρτη 9 Ιουλίου 2008

Μύθοι

Μυθικές Ήπειροι[1]

Ο Όμηρος, ο κατ’ εξοχήν ποιητής, ζωγράφισε με χρώματα παραδεισιακά το γοητευτικότερο από τα νησιά που αναφέρει στα έπη του, το νησί των Φαιάκων, την Σχερία[2]: τα φοβερά οχυρώματα της πρωτεύουσας, την πυρετώδη κίνηση των λιμανιών, τα στάδια όπου γίνονταν κάθε λογής αγώνες, την αίγλη του ναού του Ποσειδώνα και των ανακτόρων, τους γοητευτικούς κήπους, όπου το νερό ξεπηδάει από χίλιες πηγές και τα δέντρα δίνουν κάθε λογής καρπούς, την γαλήνη, την αφθονία, τον πλούτο, τα αξιαγάπητα ήθη… Ο Όμηρος παραχαϊδεύει μέλλον τους Φαίακες… ίσως περισσότερο απ’ ό,τι απαιτεί η ιστορική αλήθεια.

Αποφεύγει ωστόσο την ανεύθυνη απιθανολογία, πράγμα που δεν συμβαίνει μ’ έναν Έλληνα ιστορικό του 4 π.Χ. αιώνα, τον Θεόπομπο, ο οποίος μας μεταφέρει τα όσα διηγήθηκε η Σιλένη στον βασιλιά Μίδα: «Η Ευρώπη, η Ασία και η Λιβύη ήταν νησιά που βρέχονταν απ’ όλες τις μεριές απ’ τον Ωκεανό. Υπήρχε ακόμα μια μοναδική ήπειρός που ήταν έξω από τον δικό μας κόσμο. Ήταν… τεράστια σε μέγεθος. Όλα τα ζωντανά που ζούσαν εκεί ήταν πελώρια και οι άνθρωποι ήταν δυο φορές ψηλότεροι από τους ανθρώπους που κατοικούν την δική μας χώρα. Δεν ζούσαν μόνο όσο ζούμε εμείς αλλά δυο φορές περισσότερο…». Υπάρχουν στον Θεόπομπο σελίδες γραμμένες σ’ αυτό το ύφος: πόλη δύο εκατομμυρίων κατοίκων, αφθονία χρυσού τόση, ώστε το μέταλλο αυτό να στοιχίζει φθηνότερα και από τον σίδηρο, ποταμός της Ηδονής και ποταμός της Θλίψης[3]

Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης εκτελεί χρέη αναδόχου όχι για ένα, αλλά για τρία μυστηριώδη νησιά. Το πρώτο «απέχει από την Λιβύη, από την δυτική της πλευρά, πολλών ημερών ταξίδι… Το νησί με τον υπερβολικό του πλούτο δείχνει ότι δημιουργήθηκε για να κατοικήσουν κάποιοι θεοί και όχι άνθρωποι». Εκεί βρίσκει κανείς βουνά ολόκληρα σκεπασμένα με θεόρατα δέντρα. Ανάμεσά τους κρύβονται άφθονα θηράματα, περιβόλια, όλα τα καρποφόρα και όλα τα λουλούδια που μπορεί κανείς να φανταστεί, ακριβές κατοικίες, πλούσια παλάτια, άφθονα «όλα τα αγαθά που συντελούν στην απόλαυση και την χλιδή»[4].

Ακολουθεί το νησί των μυθικών Υπερβορίων «λίγο μακρύτερα από την χώρα των Κελτών». Ο τόπος είναι τόσο εύφορος ώστε η συγκομιδή να γίνεται δύο φορές τον χρόνο. Υπάρχει ένας αξιοθαύμαστος σφαιρικός ναός του Απόλλωνα. Οι κάτοικοι παίζουν τέλεια κιθάρα, μιλούν μια δική τους γλώσσα και αντιμετωπίζουν ευνοϊκά τους Έλληνες. Επιπλέον έχουν το προνόμιο να δέχονται κάθε δεκαεννιά χρόνια την επίσκεψη των θεών[5]. Η πιο ελκυστική όμως από τις δημιουργίες του Διόδωρου παραμένει η Ιερά των Παγχαιών, τοποθετημένη στα νότια της Υεμένης. Με τα περιβόλια, τους καρπούς, τ’ αμπέλια, τις πηγές, τα πουλιά είναι κι αυτή ένα νησί γοητευτικό. Η πανίδα της παρουσιάζει ένα πλούτο μοναδικό και το υπέδαφός της ξεχειλίζει από μέταλλα. Όλες οι φυλές του κόσμου: Ωκεανίτες, Ινδοί, Σκύθες και Κρήτες συναντιούνται στην πρωτεύουσά της Πανάρα. Το μεγαλείο του ναού του Τριφίλιου Δία προξενεί γενικό θαυμασμό. Εκεί, μέσα στα άγια των αγίων, σε μια μεγάλη στήλη χρυσού είναι χαραγμένη η ιστορία του κόσμου ξεκινώντας από χρόνους αμνημόνευτους.

Οι Έλληνες δεν είχαν το μονοπώλιο της φαντασίας. Οι Αρχαίοι, όποια κι αν ήταν η καταγωγή τους, είχαν το χάρισμα να κάνουν τα μυθικά αρχιπέλαγα να ανθίζουν. Το περίφημο αιγυπτιακό παραμύθι του ναυαγού μιλάει για ένα νησί όπου είναι άφθονα τα σύκα, τα σταφύλια, τα πράσα και τα πεπόνια και όπου κατοικεί ένας δράκος τριχωτός, παράξενα φλύαρος, με κορμί σκεπασμένο με χρυσάφι[6]


[1] Μιχαήλ, «Η Κρήτη ναυάγιο της Ατλαντίδας», κ. Α΄, σ. 42 – 44, εκδόσεις Ίκαρος, 1975.
[2] Όμηρος: Οδύσσεια ζ 261 κ.ε., 290 κ. ε., η 8 – 132.
[3] F.H.G. Didot.
[4] Διόδωρος Σικελιώτης: Ιστορική Βιβλιοθήκη V – 19.
[5] Διόδωρος Σικελιώτης: Ιστορική Βιβλιοθήκη V – 47.
[6] Ο μύθος του ναυαγού, μετάφραση του G. Maspero. Λαϊκά παραμύθια της αρχαίας Αιγύπτου