Η πρώτη στρατιωτική οργάνωση του νέου Ελληνικού κράτους[1]
Κύριον μέλημα του Κυβερνήτου εγένετο η οργάνωσις του κατά την άφιξιν αυτού ολοτελώς παραλελυμένου στρατού, όπως αφ’ ενός μεν καταργηθώσιν αι επικρατήσασαι καταχρήσεις, αφ’ ετέρου δε στρατιώται και αξιωματικοί αναγνωρίσωσιν εαυτούς μόνον τη πολιτεία ανήκοντας και παύσωσι να θεωρώνται υποτελείς μιας ή ετέρας φατρίας και καταλυθή ούτω ο τέως εις άκρον επιζήμιος δεσμός της απολύτου του στρατιώτου εξαρτήσεως από του διατηρούντος αυτόν αρχηγού.
Την γνώμην του Υψηλάντου και του στρατηγού Τσωρτς αποδεξάμενος ο Κυβερνήτης ενέκρινε τον κατά χιλιαρχίας οργανισμόν του στρατού. Οργανωθείσας δε εν Τροιζήνι τας χιλιαρχίας υπό τους χιλιάρχους Κίτσον Τζαβέλαν, Θ. Γρίβαν, Χατζή Πέτρον, Ιω. Στράτον, Δυοβουνιώτην, Δ. Ζέρβαν, καπιτάν Κώσταν, πλην του σώματος των Ολυμπίων και της φρουράς του στρατάρχου, τας μεν έπεμψεν εις Ελευσίνα υπό τον Υψηλάντην ως στρατάρχην, τας μεν έπεμψεν εις Ελευσίνα υπό τον Υψηλάντην ως στρατάρχην της Ανατολικής Ελλάδος, τας δε διέταξε να μεταβώσι και συμπληρωθώσιν εις το εν Δραγαμέστω στρατόπεδον όπου ο στρατηγός Τσωρτς διωργάνου τους υπ’ αυτόν. Και συντελεσθέντος του οργανισμού ο Κυβερνήτης μετέβη εις το στρατόπεδον, όπου παρουσία των διοικητών και αξιωματικών της ναυτικής μοίρας των συμμάχων παρέδωκε τας σημαίας τοις χιλιάρχοις, παρήνεσε τους αρχηγούς εις τήρησιν της απαραιτήτου τω στρατώ πειθαρχίας και εξέδωκεν αυστηράς διαταγάς εις παύσιν των στρατιωτικών αυθαιρεσιών και πιέσεων καθόσον ουχί ολίγα παράπονα τω εγένοντο. Συστήσας δε εν Πόρω Επιμελητήριον, εφρόντισε τα πάντα λεπτομερώς να κανονίσεη κατά τας περιστάσεις, υπό την εποπτείαν και προσωπικήν ευθύνην των χιλιάρχων, όπως μόνον μετά την βεβαίωσιν της πραγματικής εν τω στρατώ κατατάξεως παρέχηται εκάστω, αναλόγως του βαθμού, καθ’ ημέραν ο άρτος και το συσσίτιον, ανά τριμηνίαν δε η μισθοδοσία κατά τα κεκανονισμένα. Προ πάντων δε συνέστησε άκραν οικονομίαν. Διότι το ποσόν 300.000 φράγκων άτινα εκ συνεισφοράς ομογενών και φιλελλήνων κατά την άφιξίν του εκόμισεν, εντός του πρώτου μηνός της κυβερνήσεώς του εξηντλήθη εις τας επέιγουσας ανάγκας του στρατού, του ναυτικού και της διοικήσεως, ουδέν δε είχε λάβη εισέτι εκ της χρηματικής επικουρίας ην επανειλημμένως ητήσατο και αι σύμμαχοι Δυνάμεις τω υπεσχέθησαν, Όθεν και ηναγκάσθη να επιζητήση δάνειον προσωρινόν δέκα χιλιάδων ταλλήρων παρά του εν Κερκύρα αρμοστού σιρ Φρειδ, Αδάμ και έτερον εκατόν χιλιάδων ταλλήρων παρά της Ιονικής κυβερνήσεως όπως επαρκέση εις τας ανάγκας της Ελληνικής πολιτείας.
Απαραίτητον θεωρών ο Κυβερνήτης την σύστασιν σώματος πυροβολητών καλώς γεγυμνασμένων περί την χρήσιν του πεδινού και του τοπομαχικού πυροβολικού συνέστησε τάγμα επί τούτω εκ λόχων εξ εκάστου λόχου μετά των αξιωματικών και υπαξιωματικών αποτελουμένου εξ εκατόν ανδρών, χωρίς των του επιτελείου. Εις συμπλήρωσιν του τάγματος προσελήφθησαν οι των δύο υφισταμένων λόχων και εθελονταί εκ πάσης επαρχίας, ιδίως νέοι των ωαυτικών νήσων, επί υποχρεώσει τετραετούς θητείας. Ωρίσθησαν δε τα περί συσσιτίου και μισθοδοσίας αξιωματικών, υπαξιωματικών και λοιπών ανδρών και ιδιαιτέρως τα περί ιματισμού και εκδόσεως τριμήνων κατ’ έτος αδειών. Ταυτοχρόνως εκανονίσθη η υπηρεσία του στρατιωτικού και του ναυτικού φροντιστηρίου.
Επειδή ένεκα της δεινότητος των περιστάσεων δεν υπήρξε δυνατόν να τεθή εις πλήρη ενέργειαν ο περί στρατολογίας νόμος, εκ πείρας δε απαδείχθη ωφέλιμος η επενεχθείσα μεταρρύθμισις της συστάσεως ταγμάτων αντί συνταγμάτων, ακούσας την γνώμην του Πανελληνίου ο Κυβερνήτης εξέδωκε βραδύτερον ψήφισμα δι ου προσωρινώς εκανόνισε τα της στρατολογίας. Τότε συνέστη και ο λόχος των ευελπίδων το πρώτον εκ πεντήκοντα νέων προωρισμένων να καταταχθώσιν ως αξιωματικοί ή υπαξιωματικοί εν τω τακτικών στρατώ.
[1] Α. Μ. Ιδρωμένου, «Ιωάννης Καποδίστριας, Κυβερνήτης της Ελλάδος», σελ. 82-85, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Τύποις Π.Δ. Σακελλαρίου, 1900
Κύριον μέλημα του Κυβερνήτου εγένετο η οργάνωσις του κατά την άφιξιν αυτού ολοτελώς παραλελυμένου στρατού, όπως αφ’ ενός μεν καταργηθώσιν αι επικρατήσασαι καταχρήσεις, αφ’ ετέρου δε στρατιώται και αξιωματικοί αναγνωρίσωσιν εαυτούς μόνον τη πολιτεία ανήκοντας και παύσωσι να θεωρώνται υποτελείς μιας ή ετέρας φατρίας και καταλυθή ούτω ο τέως εις άκρον επιζήμιος δεσμός της απολύτου του στρατιώτου εξαρτήσεως από του διατηρούντος αυτόν αρχηγού.
Την γνώμην του Υψηλάντου και του στρατηγού Τσωρτς αποδεξάμενος ο Κυβερνήτης ενέκρινε τον κατά χιλιαρχίας οργανισμόν του στρατού. Οργανωθείσας δε εν Τροιζήνι τας χιλιαρχίας υπό τους χιλιάρχους Κίτσον Τζαβέλαν, Θ. Γρίβαν, Χατζή Πέτρον, Ιω. Στράτον, Δυοβουνιώτην, Δ. Ζέρβαν, καπιτάν Κώσταν, πλην του σώματος των Ολυμπίων και της φρουράς του στρατάρχου, τας μεν έπεμψεν εις Ελευσίνα υπό τον Υψηλάντην ως στρατάρχην, τας μεν έπεμψεν εις Ελευσίνα υπό τον Υψηλάντην ως στρατάρχην της Ανατολικής Ελλάδος, τας δε διέταξε να μεταβώσι και συμπληρωθώσιν εις το εν Δραγαμέστω στρατόπεδον όπου ο στρατηγός Τσωρτς διωργάνου τους υπ’ αυτόν. Και συντελεσθέντος του οργανισμού ο Κυβερνήτης μετέβη εις το στρατόπεδον, όπου παρουσία των διοικητών και αξιωματικών της ναυτικής μοίρας των συμμάχων παρέδωκε τας σημαίας τοις χιλιάρχοις, παρήνεσε τους αρχηγούς εις τήρησιν της απαραιτήτου τω στρατώ πειθαρχίας και εξέδωκεν αυστηράς διαταγάς εις παύσιν των στρατιωτικών αυθαιρεσιών και πιέσεων καθόσον ουχί ολίγα παράπονα τω εγένοντο. Συστήσας δε εν Πόρω Επιμελητήριον, εφρόντισε τα πάντα λεπτομερώς να κανονίσεη κατά τας περιστάσεις, υπό την εποπτείαν και προσωπικήν ευθύνην των χιλιάρχων, όπως μόνον μετά την βεβαίωσιν της πραγματικής εν τω στρατώ κατατάξεως παρέχηται εκάστω, αναλόγως του βαθμού, καθ’ ημέραν ο άρτος και το συσσίτιον, ανά τριμηνίαν δε η μισθοδοσία κατά τα κεκανονισμένα. Προ πάντων δε συνέστησε άκραν οικονομίαν. Διότι το ποσόν 300.000 φράγκων άτινα εκ συνεισφοράς ομογενών και φιλελλήνων κατά την άφιξίν του εκόμισεν, εντός του πρώτου μηνός της κυβερνήσεώς του εξηντλήθη εις τας επέιγουσας ανάγκας του στρατού, του ναυτικού και της διοικήσεως, ουδέν δε είχε λάβη εισέτι εκ της χρηματικής επικουρίας ην επανειλημμένως ητήσατο και αι σύμμαχοι Δυνάμεις τω υπεσχέθησαν, Όθεν και ηναγκάσθη να επιζητήση δάνειον προσωρινόν δέκα χιλιάδων ταλλήρων παρά του εν Κερκύρα αρμοστού σιρ Φρειδ, Αδάμ και έτερον εκατόν χιλιάδων ταλλήρων παρά της Ιονικής κυβερνήσεως όπως επαρκέση εις τας ανάγκας της Ελληνικής πολιτείας.
Απαραίτητον θεωρών ο Κυβερνήτης την σύστασιν σώματος πυροβολητών καλώς γεγυμνασμένων περί την χρήσιν του πεδινού και του τοπομαχικού πυροβολικού συνέστησε τάγμα επί τούτω εκ λόχων εξ εκάστου λόχου μετά των αξιωματικών και υπαξιωματικών αποτελουμένου εξ εκατόν ανδρών, χωρίς των του επιτελείου. Εις συμπλήρωσιν του τάγματος προσελήφθησαν οι των δύο υφισταμένων λόχων και εθελονταί εκ πάσης επαρχίας, ιδίως νέοι των ωαυτικών νήσων, επί υποχρεώσει τετραετούς θητείας. Ωρίσθησαν δε τα περί συσσιτίου και μισθοδοσίας αξιωματικών, υπαξιωματικών και λοιπών ανδρών και ιδιαιτέρως τα περί ιματισμού και εκδόσεως τριμήνων κατ’ έτος αδειών. Ταυτοχρόνως εκανονίσθη η υπηρεσία του στρατιωτικού και του ναυτικού φροντιστηρίου.
Επειδή ένεκα της δεινότητος των περιστάσεων δεν υπήρξε δυνατόν να τεθή εις πλήρη ενέργειαν ο περί στρατολογίας νόμος, εκ πείρας δε απαδείχθη ωφέλιμος η επενεχθείσα μεταρρύθμισις της συστάσεως ταγμάτων αντί συνταγμάτων, ακούσας την γνώμην του Πανελληνίου ο Κυβερνήτης εξέδωκε βραδύτερον ψήφισμα δι ου προσωρινώς εκανόνισε τα της στρατολογίας. Τότε συνέστη και ο λόχος των ευελπίδων το πρώτον εκ πεντήκοντα νέων προωρισμένων να καταταχθώσιν ως αξιωματικοί ή υπαξιωματικοί εν τω τακτικών στρατώ.
[1] Α. Μ. Ιδρωμένου, «Ιωάννης Καποδίστριας, Κυβερνήτης της Ελλάδος», σελ. 82-85, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Τύποις Π.Δ. Σακελλαρίου, 1900