Το «φθίνον Βυζάντιο»[1]Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, όταν ανασυστάθηκε μετά την εκδίωξη των Λατίνων, ήταν μια περιορισμένη εδαφικά κυριαρχία που δεν μπορούσε να καλύψει με τα έσοδά της τις δημοσιονομικές δαπάνες που δημιουργούνταν. Οι δαπάνες αυτές, μέχρι το τέλος του βίου της υπήρξαν παραδοσιακά υψηλές και επαχθείς … Πέρα όμως από την περιορισμένη έκταση του Βυζαντινού κράτους … , πρέπει να αποδώσουμε την πενιχρή οικονομική κατάσταση και στην τακτική των ιταλικών ναυτικών πόλεων, της Βενετίας, της Γένουας και της Πίζας. Οι πόλεις αυτές, ενεργώντας συστηματικά και μεθοδικά από τους πριν από την άλωση χρόνους, έγιναν η κυριότερη αιτία της οικονομικής καταρρεύσεως του Βυζαντίου, δανείζοντας τους αυτοκράτορες και απομυζώντας τους πόρους της Αυτοκρατορίας.
Η αναδρομή στην δράση των ιταλικών πόλεων πείθει για την καταστρεπτική τους επίδραση στην οικονομία κατά την περίοδο της αγωνίας του Βυζαντίου
[2], αν λάβουμε υπ’ όψιν και τις διάφορες ατέλειες, εξαιρέσεις, απαλλαγές και παραχωρήσεις που είχαν επιτύχει σε διάφορες χρονικές περιόδους.
Στην περίοδο … της λατινικής κυριαρχίας (1204-1261), πρέπει να αποδώσουμε την επερχόμενη εξουθένωση της Βυζαντινής οικονομίας (δημόσιας και ιδιωτικής), η οποία άγγιξε το όριο της ολικής ανυπαρξίας επί Παλαιολόγων.
Κατά συνέπεια δεν θα ήταν δίκαιο να καταλογίσουμε όλες τις ευθύνες στην τελευταία δυναστεία της Αυτοκρατορίας, γιατί ακριβώς η τότε κατάσταση δεν ήταν τίποτε άλλο παρά, η φυσική, βέβαια όχι χωρίς σοβαρή αντίδραση εκ μέρους του Βυζαντίου, κατάληξη του οικονομικού χάους που δημιουργήθηκε επί λατινικής κυριαρχίας.
Το χάος υπήρξε έργο κυρίως της επικρατήσεως των ιταλικών ναυτικών πόλεων, η οποία έπληξε ανεπανόρθωτα την ιδιωτική και δημόσια οικονομία του περιορισμένου σε δυνατότητες Βυζαντίου. Παραστατική είναι η εικόνα του ρόλου των ξένων εμπόρων στην εθνική οικονομία των χωρών που μας παρέχει ο Γάλλος εμποροκράτης
Μονκρετιέν : «
οι ξένοι έμποροι παραβάλλονται χαρακτηριστικώς προς αντλίαν που αντλεί το αίμα του εντοπίου λαού και τον οποίον τότε μόνο αφήνουν όταν είναι νεκρός».
Παράλληλα όμως με τις ιταλικές πόλεις και η απολιθωμένη … αντίληψη και τακτική ως προς την αντιμετώπιση των οικονομικών ζητημάτων συνετέλεσε στην θλιβερή οικονομική κατάσταση, στην οποία περιήλθε το Βυζάντιο κατά τους τελευταίους αιώνες. … με το να αρνούνται οι Βυζαντινοί τις νέες μεθόδους ασκήσεως του εμπορίου
[την ανάπτυξη του θεσμού του εμπορικού συνεταιρισμού, την κατανομή της ευθύνης, την αξία της εμπορικής πίστεως, τους τύπους των συμβολαιογραφικών πράξεων, την αποστολή του μεσίτη, τα πρωτοδημιουργούμενα εμποροδικεία του πτωχευτικού δικαίου, την μεταβίβαση αξιών και εμπορευμάτων με οπισθογράφηση, την ανάπτυξη της τραπεζικής εργασίας, την έκδοση τραπεζικών γραμματίων «πληρωτέων εν όψει» που κυκλοφορούσαν αντί χρημάτων, την προεξόφληση γραμματίων μακράς λήξεως, καθώς επίσης και τα νέα συστήματα εμπορικής επικρατήσεως, δηλαδή τον συνδυασμό ξένου κεφαλαίου για την αναπλήρωση του ακινητοποιημένου ρευστού σε διάφορες επιχειρήσεις, τον συνδυασμό ξένου κεφαλαίου για την αναπλήρωση του ακινητοποιημένου ρευστού σε διάφορες επιχειρήσεις, τον συνδυασμό κεφαλαίου που ανήκε σε τρίτους και εμπορικής επιχειρήσεως που ασκείται από έμπορο ή ναυλομεσίτη] δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τις νέες εξελίξεις, ώστε να επιβιώσουν στον οξύτατο ανταγωνισμό της οικονομικής ζωής.
Ένας από τους σοβαρότερους … λόγους της οικονομικής καταπτώσεως του Βυζαντίου πρέπει να αναζητηθεί στην επικράτηση της μεγάλης αγροτικής ιδιοκτησίας από τον 11ο αιώνα και μετά με όλα τα … επακόλουθα (στείρα μορφή κεφαλαιοκρατίας). Κατά τους δύο τελευταίους αιώνες η οικονομία του βυζαντίου περιορίσθηκε μεταβαλλόμενη διαρκώς από παραγωγική σε καταναλωτική. … Τέτοια οικονομικά φαινόμενα αποτελούν σαφείς εκδηλώσεις όχι παροδικής κάμψεως, αλλά επερχόμενης μοιραίας παρακμής. … κάτω από αυτό το πρίσμα θα έπρεπε να εκτιμηθεί η συνεχής επιδείνωση της βυζαντινής οικονομίας και η έλλειψη ανταγωνιστικότητας απέναντι στις αναπτυσσόμενες τάσεις της Δύσεως.
Η πλήρης οικονομική κάμψη της βυζαντινής οικονομίας προήλθε αρχικά από την εξασθένιση της Διοικήσεως σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό του κράτους και την παράλληλη εμφάνιση των «
ισχυρών» που ενισχύθηκαν με διαφόρους τρόπους.
Από εκεί προήλθε και η κάμψη των δημοσίων οικονομικών, μα αποτέλεσμα την παραμέληση των αμυντικών μέσων. Ο άμεσος αντίκτυπος εκδηλώθηκε στην εμπορική ναυτιλία και όταν μάλιστα εμφανίστηκε η πειρατεία, χάθηκε και ο πρώτος παράγων της βυζαντινής οικονομίας.
Αφού η ναυτιλία περιήλθε σε αδράνεια, ακολούθησε η κάμψη του διαμετακομιστικού εμπορίου και η πτώση των εξαγωγών. Παράλληλη ήταν και η διακοπή της βιοτεχνική παραγωγής. Στην περιοχή μάλιστα της Κωνσταντινούπολής δεν παρατηρούνται πια ονόματα Ελλήνων που ασκούν εμπορία-βιοτεχνία, ενώ αντίθετα οι ξένες παροικίες ανθούν.
… οι ξένες παροικίες εφοδιασμένες, αφενός … με ατέλεια εισαγωγής- εξαγωγής, με απαλλαγές από την φορολογία, προστατευμένες από το ίδιο τους το δίκαιο, αφετέρου αντιτάσσοντας όλη τους τη δυναμικότητας απέναντι στην βυζαντινή αδράνεια, πέτυχαν τελικά τον σκοπό τους. Έτσι συγκεντρώθηκε η παραγωγική δραστηριότητα στα χέρια των ξένων κοινοτήτων, προς όφελος όχι των ελληνικών πληθυσμών, αλλά των ιταλικών μητροπόλεων. Εκεί τελικά κατέληγαν οι καρποί της ξένης δραστηριότητας.
… προκειμένου να πραγματοποιήσουν οικονομικά οφέλη οι ξένες κοινότητες μετέρχονταν όλα τα μέσα, αδιαφορώντας αν οι ενέργειές τους δεν συμφωνούσαν προς τον στοιχειώδη ανθρωπισμό και αν ήταν αντίθετες προς την υπάρχουσα νομοθεσία με τις αυστηρές κυρώσεις ή ακόμη και με τους αφορισμούς της Εκκλησίας
[3]. Εκμεταλλεύονταν μέλιστα ληστρικά τις περιοχές, υιοθετώντας συμπεριφορά και μεταχείριση αποικιακής μορφής, δανείζοντας με υψηλό τόκο, συνεργαζόμενες με άπιστους εναντίον Σταυροφόρων, όταν … επρόκειτο να προσπορίσουν οικονομικά οφέλη. Από την τακτική αυτή μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι επικρατεί και διέπει τη σκέψη τους ωμή κερδοσκοπική αντίληψη. Με την εγκατάσταση μάλιστα και στα παράλια της Συρίας και της Μικράς Ασίας δυτικών εμπόρων, ιδρύονται και νέες κοινότητες που χρησιμεύουν ως ορμητήρια και βάσεις ασκήσεως του εμπορίου των ιταλικών μητροπόλεων. Από τότε έχουμε, κατά τον
Κέτσκε[4], τα πρώτα κεφαλαιοκρατικά κέντρα.
… εκ μέρους του Βυζαντίου δεν παρατηρείται καμιά δραστηριότητα, παρά μόνο η τοποθέτηση του πλεονάζοντος κεφαλαίου σε ακίνητα ή ο αποθησαυρισμός. Από τις πληροφορίες που έχουμε, προκύπτει ότι ο αποθησαυρισμός δεν πραγματοποιείτο σε μεγάλη κλίμακα, οι τοποθετήσεις όμως σε ακίνητα γίνονταν σε μεγάλο βαθμό, αν και η αξία τους δεν έμενε σταθερή, αντιθέτως μειωνόταν. … Αντίθετα … στην Ιταλία οι τιμές των ακινήτων ανέβαιναν. … η αύξηση ήταν αποτέλεσμα της ανοδικής πορείας της οικονομίας των ιταλικών πόλεων.
…
Την εποχή κατά την οποία το εμπόριο απορροφούσε περισσότερα κεφάλαια, επειδή πολλαπλασιάζονταν οι ανάγκες, οι Βυζαντινοί δεν διέβλεπαν την ανάγκη παραγωγικής απασχολήσεως του κεφαλαίου που πλεόναζε προς την κατεύθυνση αυτή. … υποστηρίζεται … ότι η κατάσταση είχε διαφοροποιηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι Βυζαντινοί σχεδόν έχασαν και αυτό το ένστικτο της αυτοσυντηρήσεως και άρχισε να αμβλύνεται ακόμα και η επιθυμία του κέρδους.
… κατά τον
Ζ. Λίγκενθαλ, ασχολούνταν λεπτομερειακά και με υπερβολική σχολαστικότητα με τις ερμηνείες διαφόρων απηρχαιωμένων διατάξεων, χωρίς βέβαια να προσφέρουν τίποτε. Δεν δέχτηκαν τους νέους θεσμούς, ούτε αυτούς που διαμορφώθηκαν, ούτε αυτούς που διαμορφώνονταν, έμειναν αδρανείς, προσηλωμένοι στα έθιμά τους – ίσως να μην μπορούσαν να προσαρμοστούν – πάντως παρέμειναν απλοί θεατές της οικονομικής αναγεννήσεως των δυτικών.
Στον γεωγραφικό χώρο του Βυζαντίου αρχίζουν να εμφανίζονται ιταλικές βιοτεχνίες και να καταλαμβάνουν τη θέση που είχαν πριν αντίστοιχες βυζαντινές οικονομικές μονάδες.
… παντού σε όλους του τομείς της παραγωγής και της δραστηριότητας οι Βυζαντινοί υποχωρούν και φυσικοί τους αναπληρωτές στον ανατολικό χώρο αναδεικνύονται οι Γενουάτες, οι Βενετοί και οι Πιζάνοι.
__________________________
[1] Από το βιβλίο του Σάββα Σπέντζα «Γ. Γεμιστός – Πλήθων, ο φιλόσοφος του Μυστρά, οι οικονομικές, κοινωνικές και δημοσιονομικές του απόψεις», σελ. 24-29, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996
[2] Α. Διομήδη : Ανέκδοτον. Η οικονομική πολιτική του φθίνοντος Βυζαντίου, σελ. 192-193 : Υπήρξαν οι Ιταλικές πόλεις και ιδίως η Βενετία, πρωτεύοντες συντελεσταί της πολιτικής υποδουλώσεως του Βυζαντίου, της εδαφικής καταρρεύσεως αυτού περισφθίξασαι δε επί αιώνας ολοκλήρους τον ανατολικόν κόσμον έπεσαν ως ακρίδες επί των Βυζαντινών χωρών απομυζώσαι κάθε των ικμάδα.
[3] Αναφέρεται κυρίως η Βενετία ως ασκήσασα κατ’ εξοχήν το δουλεμπόριον και το σωματεμπόριον. Α. Διομήδη, Ανέκδοτον, σελ. 158
[4] R. Koetschke : Allgemeine Wirtschaftgeschichte des Mittelalters. Jena 1924, σελ. 538