Την άνοιξη του 133, ο βασιλιάς της Περγάμου, Άτταλος Γ΄ ο Φιλομήτωρ, πέθανε ξαφνικά από ηλίαση. Λίγο αργότερα, απεσταλμένοι από την Πέργαμο έφταναν στη Ρώμη, όπου τότε κορυφώνονταν οι αγροτικές ταραχές, για να διαβιβάσουν στη Σύγκλητο και στο ρωμαϊκό λαό κληρονόμο των κρατών του. Αλλά στην Ασία, κάποιος Αριστόνικος, γιος του Ευμένη Β΄, αρνιόταν ν’ αναγνωρίσει τις αποφάσεις του ετεροθαλούς αδελφού του, και συγκέντρωσε στρατό στον οποίο γρήγορα κατατάχτηκαν «πολυάριθμοι άποροι και δούλοι» στους οποίους υποσχέθηκε ελευθερία, και τους ονόμασε «Ηλιοπολίτες»[2]. Στο γεωγράφο Στράβωνα οφείλουμε αυτή την πληροφορία που προκάλεσε πολλές συζητήσεις, οι οποίες αναφέρονταν περισσότερο στο όνομα που είχε δώσει στους οπαδούς του και λιγότερο στο χαρακτήρα της εξέγερσης του Αριστόνικου. Πράγματι, το ίδιο αυτό όνομα το ξαναβρίσκουμε σε μια παράξενη αφήγηση του Διόδωρου[3], για το ταξίδι ενός κάποιου Ιάμβουλου σε μια χώρα προφανώς φανταστική όπου το βασικό χαρακτηριστικό ήταν η πλήρης ισότητα που βασίλευε μεταξύ των κατοίκων της και η απουσία δούλων. Έμπαινε κανείς στον πειρασμό να συσχετίσει το όνομα των οπαδών του Αριστόνικου με εκέινο των κατοίκων των νησιών που περιγράφει ο Ιάμβουλος, και να επιχειρήσει έτσι να κάνει τον τελευταίο Ατταλίδη οπαδό ενός «ουτοπιστικού εξισωτισμού» που θα ήταν έκφραση ενός ρεύματος σκέψης διαδεδομένου μέσα σε ορισμένους φιλοσοφικούς ή πολιτικούς κύκλους κατά την ελληνιστική εποχή.
Έχουμε ήδη αναφερθεί στις περιστάσεις που ευνόησαν τη γέννηση τέτοιων εξισωτικών ουτοπιών. Η επιδείνωση της κοινωνικής ισορροπίας στην παλιά Ελλάδα, αλλά και στην Ανατολή, όπου οι ιθαγενείς αγροτικές κοινότητες υπόκεινταν σε μια όλο και συστηματικότερη, άρα όλο και σκληρότερη κυριαρχία, ενώ ταυτόχρονο η δουλεία κλασσικού τύπου αναπτυσσόταν στις πόλεις, δεν μπορούσε παρά να δημιουργήσει ταραχές που δεν αρκούσε η «καλή θέληση» του βασιλιά για να γεφυρωθούν. Δεν είναι τυχαίο ότι η ελληνιστική εποχή είναι κι εποχή των μεταρρυθμιστών βασιλέων, των επαναστατών τυράννων. Το πρόβλημα είναι να ξέρουμε σε ποιο βαθμό οι εξισωτικές ουτοπίες, και ιδιαίτερα η ουτοπία του Ιάμβουλου, αποτέλεσαν απάντηση σ’ αυτή την ανισορροπία.
Για να πούμε την αλήθεια, η αφήγηση που αναφέρει ο Διόδωρος δεν είναι και πολύ πρωτότυπη. Ξαναβρίσκουμε σ’ αυτήν θέματα ήδη παλιά, όπως εκείνο της χρυσής εποχής, που περιγράφει ο Ησίοδος και στη συνέχεια ο Πλάτων. Όπως και οι άνθρωποι της χρυσής εποχής, οι κάοτικοι των νησιών του Ήλιου χαίρονται μια αιώνια νεότητα, που μόνο ένας γλυκός θάνατος έρχεται να διακόψει. Δεν πάσχουν από ασθένειες και δεινά, κι αγνοούν το σκληρό νόμο της εργασίας αφού η γη τους παρέχει άφθονα όλα όσα έχουν ανάγκη για να ζήσουν. Μεταξύ τους βασιλεύει η πιο τέλεια ισότητα, κι αν υπάρχει ένα έμβρυο κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης, αυτό θυμίζει την ελληνική δημοκρατία με την άσκηση των δημοσίων λειτουργημάτων απ’ όλους διαδοχικά τους πολίτες και τις ιδεώδεις κατασκευές των θεωρητικών. Επιπλέον, αυτή η οργάνωση παραμένει πολύ ασαφής: διανομή των κατοίκων σε φυλές των τετρακοσίων μελών, διάκριση σε μερικές κατηγορίες (κυνηγοί, τεχνίτες) κτλ.
Πιο ενδιαφέρουσα είναι μια άλλη «ουτοπία» που αναφέρεται κι αυτή από το Διόδωρο (V, 45 κ.ε.): Πρόκειται για την περιγραφή της νήσου Πανχαίας από κάποιον Ευφήμερο, που υποθέτουμε ότι έζησε στο τέλος του 4ου ή στις αρχές του 3ου αιώνα. Αυτή η περιγραφή προσφέρει πράγματι την εικόνα μιας κοινωνίας οργανωμένης κατά τον τρόπο των ιδανικών κατασκευών των θεωρητικών. Οι κάτοικοι του νησιού χωρίζονται σε τρεις τάξεις: τους ιερείς στους οποίους συγκαταλέγονται οι τεχνίτες, τους γεωργούς, και τέλος τους στρατιώτες και βοσκούς. Η ατομική ιδιοκτησία δεν υπάρχει: ο καθένας έχει δικό του μόνο το σπίτι του και τον κήπο του. Οι ιερείς φροντίζουν για τη διανομή των προϊόντων του εδάφους ανάμεσα σε όλους, και παρέχουν στον εαυτό τους διπλό μερίδιο, πράγμα που σημαίνει ότι κατέχουν ξεχωριστή θέση μέσα στην πόλη. Εκεί επίσης, ορισμένες ακριβείς και ρεαλιστικές λεπτομέρειες συνυπάρχουν με παραστάσεις πιο αφηρημένες. Θα ήταν μάταιο ωστόσο να επιδιώξουμε να ενοπίσουμε την Πανχαία του Ευφήμερου. Όπως και τα νησιά του Ηλίου του Ιάμβουλου, ανήκει κι αυτή στον κόσμο της ουτοπίας.
Είναι δυνατό ν’ ανακαλύψει κανείς καμιά σχέση ανάμεσα σ’ αυτές τις ουτοπικές αφηγήσεις και στο φιλοσοφικό και πολιτικό κλίμα της εποχής ; Σ’ αυτό το ερώτημα οι άνθρωποι της σύγχρονης εποχής έδωσαν διαφορετικές απαντήσεις. Για ορισμένους, οι εξισωτικές ουτοπίες απορρέουν άμεσα από τις στωικές θεωρίες, και ιδιαίτερα από την Κοσμόπολη του Κλεάνθη. Οι θεωρίες αυτές είναι τέτοιες που σε μερικά πνεύματα, γεννάνε σχέδια για μια επίγεια δημοκρατία όπου ο θεός (Ήλιος ο κοσμοκράτωρ) θα ήταν επιφορτισμένος με την επίβλεψη της κατάργησης της δουλείας και με την ισοκατανομή της περιουσίας[4]. Άλλοι, όπως ο άγγλος ιστορικός W. Tarn[5], προσπάθησαν ν’ αποδείξουν ότι οι εξισωτικές θεωρίες συνδέονται άμεσα με τη βασιλική ιδεολογία της ελληνιστικής εποχής, μια και όπως αποδεικνύεται από πολλά παραδείγματα, ο βασιλιάς ταυτιζόταν με τον ήλιο, διέθετε όλα τα αγαθά κι έλαμπε εξίσου για όλους τους ανθρώπους. Μπορούμε ν’ αναρωτηθούμε αν αυτές οι δύο ερμηνείες είναι τόσο ασυμβίβαστες όσο φαινόταν στους δημιουργούς τους. Αν αναλύσουμε πράγματι τα επαναστατικά κινήματα της ελληνιστικής εποχής, δεν μπορούμε παρά να εκπλαγούμε από δύο σειρές γεγονότων: αφενός όλες οι «επαναστάσεις» έγιναν από «βασιλιάδες» ή από ανθρώπους που απέβλεπαν στην άσκηση της «βασιλικής» εξουσίας: Άγις, Κλεομένης, και κατόπιν ο ναβής στη Σπάρτη, ο ανδρίσκος στη Μακεδονία, ο Αριστόνικος στην Πέργαμο, κι ακόμα και οι ηγέτες των εξεγέρσεων των δούλων στη Σικελία που έσπευσαν ν’ ανακηρυχρούν «βασιλιάδες» … Αλλά αν παραβλέψουμε τις εξεγέρσεις των δούλων που δε φαίνονται να εμψυχώνονταν από σαφή ιδεολογία, είναι εκπληκτικό να διαπιστώνει κανείς την παρουσία αντιπροσώπων της στωικής σκέψης πλάι σ’ αυτούς τους επαναστάτες ηγέτες: ο Σφαίρος από το Βυζάντιο στη Σπάρτη, ο Βλόσσιος από την Κύμη, αρχικά στη Ρώμη … και κατόπιν στην Πέργαμο … κοντά στον Αριστόνικο … Δεν μπορεί να είναι απλή σύμπτωση, και μας φαίνεται μάταιο ν’ αρνηθούμε την επιρροή του στωικού εξισωτισμού στη δράση των επαναστατών ηγετών της ελληνιστικής εποχής. Αλλά αυτοί εδώ ήσαν και άνθρωποι της εποχής τους, της εποχής των βασιλιάδων ευεργετών κι οργανωτών της αρμονίας του κόσμου, που ονειρεύονταν να ενώσουν όλους τους ανθρώπους σε μια και μόνη ισότητα, να συνδέσουν Έλληνες και βαρβάρους μέσα στους κόλπους ενός και του ίδιου κόσμου.
[1] Claude Mosse, Ιστορία των πολιτικών θεωριών στην αρχαία Ελλάδα, Δαίδαλος – Ι. Ζαχαρόπουλος.
[2] Στράβων, XIV, 1, 38.
[3] Διόδωρος ο Σικελιώτης, II, 55 κ.ε.
[4] J. Bidez, « La cite du soleil et la cite du monde chez les Stoiciens », Bull. de l’ Acad. Royale de Belg ;ique, 5η σειρά, XVIII, 1932, σελ. 244 κ.ε.
[5] “Alexander the Great and the Unity of Mankind”, Proceed. of Brit. Acad. XXI, 1933, σελ. 141 κ.ε.