«Ελληνική φυλή είσε ανήθικος, διότι θέλεις οι φραγκικοί στρατοί και στόλοι να σου φυλάν τ’ αμπέλια σου»
Περικλής Γιαννόπουλος[1]
Οι Φράγκοι βιβλιαράδες μας είπον ότι ο Αλέξανδρος δεν ήτο Έλλην. Και το πράγμα εσυζητήθη ! Και δεν ευρέθη κανείς να τους ειπή: «Τον κακό σας τον καιρό». Μας είπον ότι ο Αλέξανδρος εζουρλάθη, εξασιανίσθη … διότι οι Φράγκοι καλαμαράδες και οι κάθε βιβλιοφάγοι, είνε ζωύφια στενοχονδροκέφαλα. Κουτάβια θεόστραβα εις την αντίληψιν της πολυμόρφου φύσεως των ανθρωπίνων πραγμάτων. Διότι, βράστον τον Βασιληά άμα δεν στέκεται ψηλά. Διότι αν δεν αστράφτει πάγχρυσος ο Βασιλεύς στην Ανατολή και δεν πατίση το χρυσό του πόδι στο σβέρκο του ανατολίτη, κανείς δεν τον παίρνει για βασιληά. Και τα λένε αυτά οι Φράγκοι, που ντένουν τους βασιλείς των αυτήν την ώρα, με τα μεσαιωνικά τους μασκαριλίκια κατά τα ανωτάτας των εορτάς. … Και ελέχθησαν αυτά και χίλια χειρότερα, διότι ο Ελληνισμός εκατάντησε ένα ζευγάρι τρέμον τον αφέντη του το Φράγκο και φοβούμενον να πη: Λέτε ό,τι θέλτε, πιστέψτε ξεπιστέψτε ό,τι θέλτε, αφού στο τέλος δε θέλτε, θ’ αναγκασθήτε πάντα να πιστεύσετε τα πράγματα.
Ο Αλέξανδρος τίποτε παράδοξα δεν έκαμε. Το έργον του το επέβαλεν η λογική, η φύσις, η φορά, η ώρα των πραγμάτων. Και οσονδήποτε κολοσσαία δι’ εμάς τους τότε και διά τον πολιτισμόν του κόσμου, οσονδήποτε μεγάλα και ζωντανά και φρεσκότατα έως την ώραν αυτήν, ειπέρ ποτε αυτήν, είνε τα αποτελέσματα και τα διδάγματα, το έργον του είνε το νεανικόν το πρώτον του βήμα. Η πρώτη σελίς ζωής του εκόπη. Τρέξας και πιάσας από τα θαυμάσια μοσχοβολάτα γένεια τον Πέρση, σκάσας αυτόν κατά γης και πατήσας την γιασεμόλευκη κοιλιά του, σπα την βάρβαρον δύναμιν που αιώνια εμπόδιζε το δρόμο και απειλούσε κάθε λίγο να χυθή και πνίξη τη φυλή, ανοίγει την Ανατολή και την Ασίαν εις το Εμπόριον και το Πνεύμα. Ο Ελληνισμός τότε, ο από της προσωρινώς μυθολογικής λεγομένης εποχής, ευρισκόμενος εις τας αυτάς περίπου γεωγραφικάς εκτάσεις, με άλλα μόνον ονόματα και άλλα φορέματα, εγκαθίσταται τότε επισήμως ως άρχων και πρωτεύων παντού όπου ήτο, καθιερούται μόνον και εδραιούται διά παντός και επεκτείνεται εις όλον τον φυσικόν κύκλον της προαιωνίου, της καθ’ όλης την έκτοτε ιστορικήν περίοδον της ανθρωπότητος, της έως τώρα υπάρξεως και ενεργείας του, από την οποίαν τίποτε έως τώρα και τίποτε εις κανένα μέλλον δεν θα κατορθώση να τον ξεκολλήση, να τον ξεριζώση, διότι είνε στο σπήτι του, εκτός των συνήθων κατά τα ανθρώπινα ανακατεύματα μετατοπίσεων, υποχωρήσεων, κυνηγημάτων, σπρωξιμάτων, τα οποία δυνατόν να του κάμουν κατά διαφόρους ιστορικάς στιγμάς …
[1] από την Έκκλησι προς το πανελλήνιον κοινόν, του Περικλέους Γιαννοπούλου, σελ. 27-28, εκδόσεις Νέα Θέσις, Αθήναι 1987