Κερδοφόρα προαγωγή της αλλοτρίωσης[1]
«Να λες το υπαρκτό ανύπαρκτο και το ανύπαρκτο υπαρκτό, αυτό είναι το ψεύδος» όριζε ο μέγας και πρώτος δάσκαλος των ορισμών, ο Αριστοτέλης. Παρέπεμπε στην εμπειρία: Ο συλλογικός βίος των ανθρώπων βασιζόταν πάντοτε, σαν σε προϋπόθεση, σε αυτή τη διαστολή.
…
Δεν είναι σπάνιο να γίνεται το ψεύδος, η υπαρκτική αλλοτρίωση, εργαλείο για την καταδυνάστευση των πολλών από συμφέροντα των λίγων. Ο Μαρξ έδειξε, με ιδιοφυή ρεαλισμό, πόσο κερδοφόρα μπορεί να είναι για τους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής η υπαρκτική αλλοτρίωση του ακτήμονα εργάτη. Στα νεανικά του «Χειρόγραφα»[2] σκιτσάρει μιαν ανθρωπολογία που ήταν και παραμένει έκπληξη για τη δυτικοευρωπαϊκή φιλοσοφική παράδοση: Ορίζει την ανθρώπινη ύπαρξη όχι πια ως λογική ατομικότητα[3], όχι ως άτομο φορέα του cogito, αλλά ως γεγονός σχέσης· ο άνθρωπος υπάρχει μόνο και εφόσον σχετίζεται ενεργά, έμπρακτα, με την πραγματικότητα που τον περιβάλλει. Οργανώνει τις σχέσεις του σε παραγωγική – δημιουργική δραστηριότητα, η οποία και διαφοροποιεί τον άνθρωπο από κάθε άλλο ζώο. Όταν υποχρεώνεται να παραιτηθεί από τη δημιουργική του ικανότητα, ψευτίζει την ύπαρξή του. Πουλάει την εργασία του, η εργασία του γίνεται ξένη προς τον εαυτό του. Άλλος καθορίζει τις σκοπιμότητες και τον τρόπο της παραγωγής, η εργασία είναι τότε για τον εργάτη πραγματική απώλεια του εαυτού του, απώλεια της ανθρώπινης ιδιαιτερότητάς του: υπαρκτική αλλοτρίωση.
«Να λες το υπαρκτό ανύπαρκτο και το ανύπαρκτο υπαρκτό, αυτό είναι το ψεύδος» όριζε ο μέγας και πρώτος δάσκαλος των ορισμών, ο Αριστοτέλης. Παρέπεμπε στην εμπειρία: Ο συλλογικός βίος των ανθρώπων βασιζόταν πάντοτε, σαν σε προϋπόθεση, σε αυτή τη διαστολή.
…
Δεν είναι σπάνιο να γίνεται το ψεύδος, η υπαρκτική αλλοτρίωση, εργαλείο για την καταδυνάστευση των πολλών από συμφέροντα των λίγων. Ο Μαρξ έδειξε, με ιδιοφυή ρεαλισμό, πόσο κερδοφόρα μπορεί να είναι για τους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής η υπαρκτική αλλοτρίωση του ακτήμονα εργάτη. Στα νεανικά του «Χειρόγραφα»[2] σκιτσάρει μιαν ανθρωπολογία που ήταν και παραμένει έκπληξη για τη δυτικοευρωπαϊκή φιλοσοφική παράδοση: Ορίζει την ανθρώπινη ύπαρξη όχι πια ως λογική ατομικότητα[3], όχι ως άτομο φορέα του cogito, αλλά ως γεγονός σχέσης· ο άνθρωπος υπάρχει μόνο και εφόσον σχετίζεται ενεργά, έμπρακτα, με την πραγματικότητα που τον περιβάλλει. Οργανώνει τις σχέσεις του σε παραγωγική – δημιουργική δραστηριότητα, η οποία και διαφοροποιεί τον άνθρωπο από κάθε άλλο ζώο. Όταν υποχρεώνεται να παραιτηθεί από τη δημιουργική του ικανότητα, ψευτίζει την ύπαρξή του. Πουλάει την εργασία του, η εργασία του γίνεται ξένη προς τον εαυτό του. Άλλος καθορίζει τις σκοπιμότητες και τον τρόπο της παραγωγής, η εργασία είναι τότε για τον εργάτη πραγματική απώλεια του εαυτού του, απώλεια της ανθρώπινης ιδιαιτερότητάς του: υπαρκτική αλλοτρίωση.