Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

Μυθολογία

Οι Θεσσαλοί [1]

Οι μυθολόγοι χαρακτηρίζουν τους πρώτους κατοίκους της Θεσσαλίας σαν ένα φιλοπόλεμο λαό επιδιδόμενο στον κλεφτοπόλεμο και εμποτισμένο με πολεμοχαρή αισθήματα. Οι Λαπίθες, φερόμενοι ως άσεβοι, επειδή εναντιώνονταν στην υιοθέτηση ψευδών θεών από τους Πελασγούς, ήταν εκείνοι που καθάρισαν την κοίτη των Τεμπών[2]. Οι Κένταυροι, γιοι του Ιξίωνα και της Νεφέλης[3], κατάφεραν να δαμάσουν τα άλογα που μαζί τους θα μοιράζονταν τους κινδύνους του πολέμου. Ο Μονικλής, που έσπαγε με το χέρι του τους βράχους, ο Φόλος, που καυχιόταν ότι ήταν ο αμφιτρίωνας του μεγάλου Αλκίδη, και ο Νέσσος, τον οποίο αυτός ο ήρωας τρύπησε με τα βέλη του, κατασκεύασαν κυκλώπεια κτίσματα που συναντάμε και σήμερα ακόμη πάνω στα βουνά[4], πριν συμβεί το γεγονόε εκείνο, χάρη στο οποίο το λεκανοπέδιο της Θεσσαλίας είχε καταστεί κατοικήσιμο, στην περίοδο της βασιλείας του Πήλωρου[5]. Όταν όμως νέες πεδιάδες προσφέρθηκαν στα μέχρι τότε αποτραβηγμένα πάνω στα υψώματα φύλα, θα πρέπει να επήλθαν και σημαντικές αλλαγές στα ήθη. Αν ο Ιάσων και ο θερμόαιμος Αχιλλέας, καθώς και οι υπήκοοί τους, εξακολουθούσαν να εκπροσωπούν το πρότυπο του ήρωα, οι ιδιότητες αυτές θα είχαν αναπόφευκτα εξαλειφθεί από τους εποίκους μιας παρθένας και εύφορης γης. Ικανοποιημένοι από τους θησαυρούς με τους οποίους η φύση αντάμειβε τα έργα τους, εγκατέλειψαν το κηνύγι, τον κλεφτοπόλεμο, συνεπώς και την τέχνη του κλέφτη, δηλαδή του τυχοδιώκτη. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η μαρτυρία των αρχαίνω, αντίθετη προς την δική μας σ’ ό,τι αφορά σο χαρακτήρα των Θεσσαλών, ερμηνεύεται από τη μεταβολή που είχε επέλθει στο φυσικό χώρο, ανατρέποντας την προϋπάρχουσα κατάσταση.

[1] Πουκεβίλ, «Ταξίδι στην Ελλάδα, Μακεδονία – Θεσσαλία», σε μετάφραση Νίκης Μολφέτα, κεφ. Θ΄, σ.σ. 326-327, εκδ. Αφών Τολίδη, Αθήνα 1995
[2] Ο τρίτος Ζευς (άγνωστο αν ο όρος Ζευς αποτελούσε τον τίτλο βασιλικού αξιώματος, όπως ο όρος Φαραώ για τους αιγύπτιους βασιλείς, ή ο όρος Μίνως για τους βασιλείς της Κρήτης) και οι θεότητες που υμνούσε ο Ησίοδος τους έδωσαν την άδεια να το κάνουν. Clavier, Histoire des premieres temps de la Grece, I, 137, αρ. 2, 138, 222, 271. Βιβλιοθήκη Απολλοδώρου, ΙΙ, 7, παρ. 7. Διόδωρος, βιβλ. IV, παρ. 37. Στράβων, βιβλ. ΙΧ, σελ. 673.
[3] Οι Κένταυροι και οι Ιππόβοτοι της Εύβοιας φαίνεται ότι αποτελούσαν σώματα ιππικού, σε μια εποχή όπου η ιππευτική τέχνη δεν ήταν πολύ διαδεδομένη στην Ελλάδα, αφού βλέπουμε πάντοτε τους ήρωες του Ομήρου να πολεμούν είτε πεζή είτε πάνω σε άρματα.
[4] Τα ψηλά βουνά ήταν η πρώτη κατοικία των ανθρώπων. Nos foecunda manus viduo mortalibus orbe / Progenerat, nos abruptae tum montibus altis / Deucalio neae cautes peperere. Colym. De Hort.
[5] Το περιστατικό αυτό εξιστορείται διαφορετικά από τον Ηρόδοτο, βιβλ. VII, παρ. 129. Σενέκας, Φυσικά Ζητήματα, VI, 25. Ο Βάττων από τη Σινώπη το προσδιόριζε στην εποχή του Πεγασγού Β΄. Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, βιβλ. XIV.