Α, ναι, πόσες ανόητες μάχες, ηρωισμοί ...
Θυσίες και ήττες και ήττες κι’ άλλες μάχες, για πράγματα που κιόλας
Ήταν από άλλους αποφασισμένα ...
Γιαννης Ρίτσος, «Ελένη», εκδ. Κέδρος 1972, σ. 28.
Τον Σεπτέμβριο του 1944, ο Τσώρτσιλ υπενθυμίζει στους Σοβιετικούς το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του για την Ελλάδα και την συμφωνία του Λονδίνου και ζητεί να μην στείλουν και εκείνοι στρατό στην Ελλάδα. Οι Σοβιετικοί συμφωνούν[1]. Είχαν ικανοποιηθεί οι δικές τους βλέψεις σε άλλες περιοχές της Βαλκανικής. Τον Οκτώβριο ου 1944 επικυρώνεται κατά την τριμερή διάσκεψη της Μόσχας η ένταξη της Ελλάδας στην αγγλική ζώνη επιρροής. «Μέσα σε ένα λεπτό (9/10/1944) η Ελλάδα εκχωήθηκε στην αγγλική ζώνη επιρροής ως είδος δώρου, κτήματος ή ανταλλακτικού αγαθού. Περιγράφει ο Τσώρτσιλ στα απομνημονεύματά του: «Η στιγμή ήταν κατάλληλη για μπίζνες. Λέω στον Στάλιν. Ελάτε να κανονίσουμε τί θα κάνουμε στα Βαλκάνια. Οι στρατιές σας βρίσκονται στην Ρουμανία και στην Βουλγαρία. Έχουμε κι εμείς συμφέροντα εκεί. Τί θα λέγατε, να κρατήσετε εσείς το 90% στην Ρουμανία κι εμείς (Αγγλοι και Αμερικανοί) το 90% στην Ελλάδα και να μοιράσουμε την Γιουγκοσλαβία μισό-μισό. Κι ενώ μεταγλώττιζε ο διερμηνέας γράφω σ’ ένα κομμάτι χαρτί: Ρουμανία: Ρωσία 90%, άλλοι 10% - Ελλάδα: Βρεταννία 90%, Ρωσία 10% - Γιουγκοσλαβία: 50%-50% - Ουγγαρία: 50%-50% - Βουλγαρία: Ρωσία 75%, άλλοι 25%. Έσπρωξα το χαρτί προς το μέρος του Στάλιν. Ακολούθησε μικρή σιωπή. Ο Στάλιν πιάνει το γαλάζιο μολύβι, τσεκάρει με μια κίνηση το σημείωμα και μας το ξαναδίνει. Αυτό ήταν. Η υπόθεση τακτοποιήθηκε στο λεπτό». Ο Ρούσβετλ παρακολουθούσε ικανοποιημένος την χυδαία αγοραπωλησία.
Ο Τσώρτσιλ τον Δεκέμβριο του 1944 ζητά από την Τουρκία να στείλει εκστρατευτικό σώμα στην Αθήνα για την συμμετοχή στις μάχες, επειδή οι αγγλικές δυνάμεις αντιμετώπιζαν δυσκολίες. Τα τουρκικά στρατεύματα θα μεταφέρονταν στον Πειραιά με βρεταννικά μεταγωγικά. Και θα ξαναπολεμούσαν οι Έλληνες, ύστερα από 123 χρόνια, γύρω από την Ακρόπολη εναντίον των Τούρκων αν δεν κρίνονταν από τους άγγλους ασύμφορα τα ανταλλάγματα που αξίωνε η κυβέρνηση της Άγγκυρας. Την διαπραγμάτευση αυτή αποκάλυψε ο Σουηδός πρέσβυς στο Λονδίνο με τηλεγράφημά του (15/12/1944) προς την κυβέρνησή του[2] .
Τον Ιανουάριο του 1945, παραμονές της Γιάλτας, ο διπλωμάτης Ιβάν Μαΐσκι δηλώνει στον Αμερικανό υπουργό εξωτερικών Άβερελ Χάριμαν: «Μ’ όλο που οι Άγγλοι δεν χειρίστηκαν την ελληνική υπόθεση με την συνηθισμένη τους φινέτσα, η Σοβιετική Ένωση θα παραμείνει απόλυτα ουδέτερη». Και συνέχισε: «Δική τους η ευθύνη (των Ελλήνων), είναι αγριάνθρωποι. Οι Έλληνες είναι πρωτόγονος λαός, έτοιμοι να τραβήξουν με ο πρώτο τα μαχαίρια και να αλληλοπετσοκοφτούν».
Να την χέσω τέτοια λευτεριά οπού θα κάμω εγώ έσενα πασιά [3]
Στρατηγός Μακρυγιάννης
Τέλη Μαρτίου του 1947 οι Άγγλοι είχαν αποφασίσει να αποσυρθούν από την Ελλάδα, εξαιτίας της οικονομικής τους αιμορραγίας. Τότε ακριβώς χαράχτηκε η στρατηγική της οικουμενικής κυριαρχίας. Ο αμερικανός πρόεδρος Τρούμαν διακύρηττε με αλαζονεία (πανεπιστήμιο Μπέυλορ, 6/03/1946): «Είμαστε οι γίγαντες του οικονομικού κόσμου. Η υφήλιος περιμένει να δει τί θα κάνουμε. Δική μας η επιλογή. Μπορούμε να οδηγήσουμε τα έθνη σε οικονομική ειρήνη ή να τα βυθίσουμε σε οικονομικό πόλεμο ...». Ο αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών Ντην Άτσεσον αναφερόμενος στα χρόνια του ψυχρού πολέμου έγραφε: «Οι ΗΠΑ βρέθηκαν σε μια πρωτοφανή από την αρχαιότητα θέση. Τέτοια πόλωση δεν είχε ξαναγίνει από την εποχή της Αθήνας και της Σπάρτης, της Ρώμης και της Καρχηδόνας.»[4]. Οι Αμερικανοί χρειάζονταν την Ελλάδα και την Τουρκία εξαιτίας της γεωπολιτικής σημασίας των δύο αυτών χωρών. Ήταν η πύλη και το κλειδί για τον έλεγχο των πετρελαίων της Μέσης Ανατολής. Έπρεπε η προσέγγιση να είναι ελεύθερη και αυτό προϋπέθετε την πολιτική εξάρτηση των νευραλγικών κέντρων της περιοχής. Ειδικότερα για την στρατηγική σημασία της χώρα μας η Αμερικανική «Επιτροπή Δικαιοσύνης για την Ελλάδα» υπέβαλε στον υπουργό Οικονομικών Snyder έκθεση όπου αναφέρονταν μεταξύ άλλων πως: «η Ελλάδα βρίσκεται σε σταυροδρόμι τριών ηπείρων, αποτελεί σύνορο ανάμεσα στη θαλάσσια και την χερσαία ισχύ και φυσικό οχυρό για εναέριες, θαλάσσιες και χεραίες επιχειρήσεις σε πόλεμο και ειρήνη. Αυτή η μικρή χώρα κατέχει εξαιρετικά στρατηγική θέση στον κόσμο. Είναι (1) αφετηρία για τις εμπορικές διασυνδέσεις της Αμερικής με τη Βαλκανική και την εγγύς Ανατολή και (2) φυσική πύλη που ελέγχει απόλυτα όλους τους θαλάσσιους δρόμους προς το Σουέζ, τα Δαρδανέλλια και την Αδριατική ...»[5].
[1] Barker, British Policy on South-East Europe, σ. 144.
[2] «Το Βήμα», 13 Αυγούστου 1989, σ. 29.
[3] από το ομώνυμο βιβλίο του Κώστα Ζουράρι, εκδόσεις Αρμός 2009.
[4] Laurence S. Wittner, American intervention in Greece 1943-1949, New York 1982, σ. 71.
[5] Κόντης, Η αγγλοαμερικανική πολιτική και το ελληνικό πρόβλημα: 1945-1949, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 239-240.