Η Ασσυριακή κατοχή της Κύπρου[1]
Μετά το τέλος της δεύτερης π.Χ. χιλιετηρίδας η Κύπρος αποκτά χαρακτήρα καθαρά ελληνικό. Άποικοι από την Κρήτη, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και τη Μικρά Ασία καταφθάνουν και εγκαθίστανται στο νησί. Οι παλαιότεροι κάτοικοι, γνωστοί ως Ετεοκύπριοι αρχίζουν να παίζουν πλέον δευτερεύοντα ρόλο στη ζωή της τοπικής κοινωνίας.
Περί τα τέλη του όγδοου π.Χ. αιώνα η Κύπρος βρέθηκε κάτω από την κυριαρχία των Ασσυρίων. Το νησί περιγράφεται διαιρεμένο σε πόλεις – βασίλεια με τοπικές πρωτεύουσες τη Σαλαμίνα, το Κίτιο, την Αμαθούντα[2], το Κούριο, την Πάφο και τη Λάπιθο. Οι Κύπριοι, αν και υποτελείς των Ασσυρίων, διατήρησαν τον μηκυναϊκό τρόπο ζωής, απολάμβαναν δε πλήρη ελευθερία στη διαχείριση των εσωτερικών τους υποθέσεων.
Στην πραγματικότητα, η κατάληψη της Κύπρου από τους Ασσυρίους είχε σαν στόχο την προάσπιση των δυτικών συνόρων της Ασσυριανής αυτοκρατορίας που εκτείνονταν έως τις ακτές της Συρίας και της νότιας Μικράς Ασίας. Όπως φαίνεται, σκοπός τους δεν ήταν να κυριαρχήσουν πολιτικά στο νησί. Η κυριαρχία τους δεν κράτησε τελικά πολύ[3], αλλά η στήλη του Σάργου του Β΄[4], που βρέθηκε στο Κίτιο και βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο του Βερολίνου, αποτελεί ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ενθύμιο της Ασσυριανής κατοχής. Στα ασσυριακά κείμενα της εποχής η Κύπρος είναι γνωστή με το όνομα «Ιατανάκα».
Μετά την κατάρρευση της Ασσυριανής ισχύος και για έναν περίπου αιώνα οι Κύπριοι απόλαυσαν πλήρη πολιτική ανεξαρτησία.
[1] Σταύρου Παντελή, «Νέα ιστορία της Κύπρου», μέρος Ι, σ. 21, εκδόσεις Ι. Φλώρος.
[2] Οι Φοίνικες, ως σύμμαχοι των Περσών επεξέτειναν την παρουσία τους στην Κύπρο στη διάρκεια της Περσικής κυριαρχίας. Την περίοδο εκείνη το Κίτιο και η Αμαθούς [με αυτήν την σειρά] απέκτησαν εντονότερο φοινικικό χαρακτήρα. Η πρώτη εγκατάσταση Φοινίκων στο νησί χρονολογείται περίπου στα 1050 – 1058 π.Χ..
[3] ίσως γύρω στα 50 έτη.
[4] Σαργών Β΄