Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012

Λογοτεχνία


η ιστορία της διχόνοιας[1]

Στην ακτή της Σιδώνας, ένας ταύρος προσπαθούσε να μιμηθεί το ερωτικό γουργούρισμα. Ήταν ο Δίας. Ένα ρίγος τον διαπέρασε, όπως όταν τον τσιμπούσαν οι βοϊδόμυγες. Μόνο που αυτή τη φορά η ανατριχίλα ήταν γλυκιά. Ο Έρωτας που ανέβαζε στη ράχη τη νεαρή Ευρώπη. Ύστερα, ο άσπρος ταύρος ρίχτηκε στη θάλασσα, αλλά κράτησε το επιβλητικό σώμα του αρκετά έξω από το νερό για να μη βραχεί η νέα. Τον είδαν πολλοί. Ο Τρίτωνας αποκρίθηκε στο γαμήλιο μουγκάνισμα φυσώντας το κοχύλι του και στέλνοντας μαγευτικούς ήχους. Η Ευρώπη, τρέμοντας, είχε αρπάξει ένα από τα μακριά κέρατα του ταύρου για να κρατηθεί. Τους είδε κι ο Βορέας καθώς έσχιζαν τα κύματα. Πονηρός και ζηλιάρης, αναστέναξε βλέποντας εκείνα τα άγουρα στήθη, που φανερώνονταν με το φύσημά του. Η Αθηνά, βλέποντας από ψηλά τον πατέρα της να έχει στη ράχη του μια γυναίκα, κοκκίνισε. Κι ένα Αχαιός ναύτης τους είδε και σάστισε. Μήπως ήταν η Θέτις, περίεργη να δει τον ουρανό ; Ή μήπως ήταν μια Νηρηίδα, ντυμένη για πρώτη φορά ; Ή μήπως ο ορμητικός Ποσειδώνας είχε αρπάξει κάποια άλλη νέα ;

Η Ευρώπη, ωστόσο, δεν έβλεπε το τέλος εκείνου του τρελού ταξιδιού. Αλλά φανταζόταν ποια τύχη την περίμενε, όταν θα πατούσαν πάλι στη στεριά. Και φώναξε στους ανέμους και στη θάλασσα : «Πέστε στον πατέρα μου, ότι η Ευρώπη άφησε τη χώρα στη ράχη ενός ταύρου … Δώστε, σας παρακαλώ, αυτό το περιδέραιο στη μητέρα μου». Ετοιμαζόταν να καλέσει τον Βορέα, για να την πάρει με τα φτερά του, όπως είχε κάνει με τη σύντροφό του, την Αθηναία Ωρείθυια. Αλλά δάγκωσε τη γλώσσα της : γιατί να περάσει από τον ένα απαγωγέα στον άλλο ;

Εάν θέλουμε την ιστορία, τότε είναι η ιστορία της διχόνοιας. Και η διχόνοια γεννιέται από την απαγωγή ή τη θυσία μια νέας. Το ένα μεταγγίζεται αδιάκοπα στο άλλο. Ήταν οι «λύκοι έμποροι», που βγήκαν στη Φοινίκη και έφεραν στο Άργος την ταυροπάρθενο, την αφιερωμένη στον ταύρο παρθένα, που την έλεγαν Ιώ. Σαν τον άνεμο που κατεβαίνει από το βουνό, το γεγονός αυτό άναψε τη φωτιά του μίσους ανάμεσα στις δύο ηπείρους. Η Ευρώπη και η Ασία αντιμάχονται και χτύπημα διαδέχεται το χτύπημα. Έτσι οι Κρήτες, «κάπροι της Ίδης», έκλεψαν από την Ασία τη νεαρή Ευρώπη. Γύρισαν στην πατρίδα τους με τα ταυρόσχημα πλοία τους και πρόσφεραν την Ευρώπη, νύφη στο βασιλιά τους Αστέριο. Αυτό το ουράνιο όνομα θα έπαιρνε κι ένας εγγονός της Ευρώπης : ο ταυροκέφαλος νέος που ζούσε στο κέντρο του Λαβύρινθου κι εκεί περίμενε τα θύματά του …

Όταν έφτασαν στην Αργολίδα οι Φοίνικες έμποροι, χρειάστηκαν πέντε με έξι μέρες για να πουλήσουν τα εμπορεύματα που έφερναν από την Ερυθρά Θάλασσα, την Αίγυπτο και την Ασσυρία. το πλοίο τους ήταν ακόμη αγκυροβολημένο και στην ακτή οι κάτοικοι της περιοχής κοίταζαν, άγγιζαν, παζάρευαν εκείνα τα εμπορεύματα που έρχονταν από τόσο μακριά. Ελάχιστα είχαν απομείνει απούλητα, όταν έφτασε μια ομάδα γυναικών· ανάμεσά τους και η κόρη του βασιλιά, η Ιώ. Τα παζάρια και οι αγορές συνεχίζονταν. Άξαφνα, οι έμποροι ναύτες ρίχτηκαν πάνω τους. Μερικές κατάφεραν να ξεφύγουν, αλλά την Ιώ την άρπαξαν. Σ’ αυτήν την αρπαγή απάντησαν οι Κρήτες όταν έκλεψαν από τη Φοινίκη την κόρη του βασιλιά, την Ευρώπη. Οι Φοίνικες, όμως, διηγούνται την ιστορία εντελώς διαφορετικά : η Ιώ ; λένε, είχε ρωτευτεί τον καπετάνιο του ξένου πλοίου. Είχε μείνει έγκυος, ντρεπόταν για την κατάστασή της κι έτσι αποφάσισε να επιβιβαστεί στο πλοίο μαζί με τους Φοίνικες.

Από παρόμοια γεγονότα γεννήθηκε η ιστορία : η αρπαγή της ωραίας Ελένης και ο Τρωικός πόλεμος, όπως και πιο πριν, η Αργοναυτική εκστρατεία και η αρπαγή της Μήδειας είναι κρίκοι της ίδιας αλυσίδας.

Η Ευρώπη προχωρούσε με τις φίλες της, κρατώντας το υπέροχο χρυσό καλάθι της. Το είχε πλάσει ο Ήφαιστος, πριν από δύο γενεές, για να το χαρίσει στη Λιβύη. Η Λιβύη το χάρισε στην κόρη της Τηλέφασσα κι εκείνη, με τη σειρά της, στην κόρη της Ευρώπη. Ήταν το φυλαχτό της γενιά τους. Παρουσίαζε μια περιπλανώμενη αγελάδα, που έμοιαζε να κολυμπάει σε μια θάλασσα από σμάλτο. Όρθιοι στην ακτή, δύο μυστηριώδης άντρες, παρατηρούσαν τη σκηνή. Φαινόταν κι ένας ολόχρυσος Δίας, που άγγιζε με το χέρι τη μπρούτζινη αγελάδα. Στο βάθος, ο ασημένιος Νείλος. Εκείνη η αγελάδα ήταν η Ιώ, η προγιαγιά της Ευρώπης.


[1] Ρομπέρτο Καλάσσο, «οι γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας», σ.σ. 11 κ.επ., εκδόσεις Γνώση 1993-94