σήμερα, όπως παλιά[1]
Μήτε το Χάος, μήτε ο Άδης, μήτε ο Κρόνος, μήτε ο Ιαπετός,
μήτε κανένας απ’ αυτούς τους ξεπεσμένους και σκουριασμένους θεούς είναι ο
πατέρας μου. Με γέννησε ο Πλούτος, μόνος πατέρας ανθρώπων και θεών, και να με
συμπαθά ο Ησίοδος κι ο Όμηρος, ακόμα κι ο Δίας. Μ’ ένα του γνέψιμο, σήμερα,
όπως παλιά, όλος ο κόσμος έρχεται τα’ απάνω κάτω, εμ ιερός εμ βέβηλος. Αυτός
κανονίζει με τα κέφια του πολέμους, ειρήνη, κυβερνήσεις, συμβούλια, δικαστήρια,
συνελεύσεις, γάμους, συνθήκες, συμμαχίες, αν κάποιος τον θυμώσει, ακόμα κι η
Παλλάδα να κατέβει, δεν τον γλυτώνει. Απ’ την άλλη, όποιος τά ‘χει καλά μαζί
του, κοροϊδεύει ακόμα και τον μεγάλο Δία με τα’ αστροπελέκια του.
Τέτοιος είναι ο πατέρας μου, και το καυχιέμαι …