Οι μειονότητες, όπως και οι καταπιεσμένοι λαοί, δεν έχουν παρά μόνο ένα – αλλά ιερότατο – δικαίωμα : το δικαίωμα να πάψουν να είναι καταπιεσμένοι και να ξαναγίνουν τα υποκείμενα της Ιστορίας τους· κι εμείς δεν έχουμε απέναντί τους παρά ένα – αλλά απόλυτο – καθήκον : να τους συμπαρασταθούμε. Εντούτοις, το γεγονός πως μια κατηγορία ανθρώπων υπήρξε υπόδουλη δεν της προσδίδει καμιά μεταφυσική ανωτερότητα. Το να δούμε την Ιστορία από τη σκοπιά των ηττημένων, καθώς ζητούσε ο Βάλτερ Μπενζαμιν, δεν πρέπει να μας οδηγήσει στη θεοποίησή τους. Η άποψη σύμφωνα με την οποία αυτός που υπέστη την εκμετάλλευση έχει πάντα δίκαιο, ακόμα κι όταν εκτρέπεται στην τυφλή βία, δεν είναι πια αποδεκτή. Μια ιδεολογία δεν είναι αναγκαστικά δίκαιη επειδή κάποιοι πεθαίνουν γι’ αυτήν … Καμιά ομάδα δεν είναι απρόσβλητη από τη βαρβαρότητα λόγω της ιστορίας της, κανείς δεν έχει αποκτήσει ένα είδος θείας χάρης λόγω των δεινών που υπέστη, έτσι ώστε να μη χρειάζεται να δίνει κανένα λογαριασμό και να μπορεί να υποστηρίζει πως τα συμφέροντά του ταυτίζονται με τα συμφέροντα της ηθικής και του δικαίου. Τέλος, κανείς δεν είναι περιβεβλημένος με την οιστρήλατη αποστολή να λυτρώσει ή να καθοδηγήσει το ανθρώπινο γένος σαν καινούριος Μεσσίας. Οι ρόλοι του διώκτη και του διωκόμενου έχουν γίνει εναλλάξιμοι, οποιαδήποτε ομάδα – ή οποιοδήποτε άτομο – μπορεί να υιοθετεί πότε τον έναν και πότε τον άλλον. Τέρμα λοιπόν με τους λαούς αρχαγγέλους, με τα ανέγκιχτα άτομα που απαγορεύουν στους άλλους να τα κρίνουν και να ρίχνουν σε όλον τον κόσμο ένα βλέμμα αποδοκιμασίας, πιστεύοντας πως τους χρωστά τα πάντα λόγω των συμφορών που πέρασαν.
Εντούτοις, δεν πρέπει να πάψουμε να συντρέχουμε τον αδικημένο, τον αδύναμο, δεν πρέπει να εγκαταλείπουμε στη μοίρα τους τούς καταπιεσμένους με το πρόσχημα πως στο εξής η οποιαδήποτε επανάσταση βαρύνεται με την υποψία πως κλωσσά το έγκλημα και πως επιδιώκει απλώς να αντικαταστήσει μια τυραννία με μια άλλη. Η εύλογη δυσπιστία μας απέναντι στα ψεύδη του αιώνα … θα επιφέρει την επίταση της αδικίας αν απαγορεύσει κάθε επανάσταση κι εξέγερση, αν αποκλείσει όλες τις εξόδους καταλήγοντας στην οδυνηρή συμμόρφωση με την κατεστημένη τάξη των πραγμάτων. Πρέπει να αφήσουμε μια ανοικτή πύλη για την εξέγερση, έστω κι αν πρόκειται για μια στενή πύλη. Κάθε απειλούμενο άτομο ή μειονότητα έχει το απαράγραπτο δικαίωμα της αντίστασης, και οφείλουμε να χαιρετίζουμε με τις μύριες προσπάθειες των αδικημένων και ταπεινωμένων να ξεφύγουν από την εξευτελιστική τους κατάσταση, να ανακτήσουν την αξιοπρέπειά τους. Έχουμε πάντα δίκιο να επαναστατούμε, όταν αυτός είναι ο μόνος τρόπος να γίνουμε άνθρωποι.
[1] Πασκάλ Μπρυκνέρ, «ο πειρασμός της αθωότητας», σ. 326-328, Αστάρτη 1995.