τον καιρό της αλλαγής ...
Βασίλειος ο Μακεδών[i]
Μόλις την υπέρτατη παρέλαβε
εξουσία, προσκάλεσε αμέσως τη γερουσία και τους αξιωματούχους και άνοιξε το
θησαυροφυλάκιο. Δεν βρέθηκε όμως τίποτα άλλο από τόσο απόθεμα χρημάτων παρά …
τρία μονάχα κεντηνάρια. Εζήτησε λοιπόν ο βασιλιάς απογραφή εξόδων, κι’ όταν τη
βρήκε σε κάποιον γέροντα ευνούχο και έμαθε πού πήγανε τα χρήματα, έθεσε προς συζήτηση
το θέμα στους αρίστους. Κι’ όταν ψηφίστηκε απ’ αυτούς, όσοι κακώς τα χρήματα
έλαβαν να τα επιστρέψουν στο δημόσιο, ο Βασίλειος την υπερβολική αυτή απαίτηση
εμετρίασε κι’ έδωσε διαταγή να επιστρέψουν στο βασιλικό ταμείο τα μισά απ’ όσα
ο καθένας είχε πάρει. Κι’ έτσι συνάχθηκαν για το δημόσιο τριακόσια κεντηνάρια
χρυσού.
…
Μόλις την εξουσία έλαβε ο
Βασίλειος, το πρώτο που έκαμε ήταν να επιλέξει για τα διάφορα αξιώματα ακέραιους
ανθρώπους, που ήταν βέβαιο γι’ αυτούς ότι τα χέρια καθαρά είχαν φυλάξει από τα
κέρδη τα αισχρά. Έπειτα για τη δικαιοσύνη εφρόντισε και την ισονομία των
υπηκόων, προσέχοντας στην πράξη, ώστε οι φτωχότεροι να μην καταπιέζονται απ’ τους
πλούσιους. Εξάλλου σε όλους έκαμε γνωστό διά διαταγμάτων, ότι η αδικία είναι
ανάγκη να εκλείψει εντελώς. … Κατέβαινε επίσης σ’ αυτό που λέγουν Γενικό και
εξέταζε τους φόρους που εισπράττει το δημόσιο, για να ελέγχει άδικες εισπράξεις
και έτσι ερχόταν βοηθός σε όσους αδικούνταν.