Από την «κριτική
της πολιτικής οικονομίας του Καρόλου Μαρξ»[1]
του Φρίντριχ
Ένγκελς
οι Γερμανοί
Ο αποχωρισμός της
Ολλανδίας από την Αυτοκρατορία[2]
απώθησε τη Γερμανία από το παγκόσμιο εμπόριο και περιόρισε από την αρχή στο
ελάχιστο τη βιομηχανική της ανάπτυξη. Και στο διάστημα που οι Γερμανοί
ανάρρωναν πολύ αργά και με μεγάλο κόπο από τις καταστροφές των εμφυλίων
πολέμων, στο διάστημα που ξόδευαν την αστικής τους δραστηριότητα – που ποτέ δεν
ήταν πολύ μεγάλη – στον άκαρπο αγώνα ενάντια στους τελωνιακούς περιορισμούς και
τους παράλογους εμπορικούς κανονισμούς που ο κάθε μικροπρίγκιπας και βαρόνος
της Αυτοκρατορίας επέβαλλε στη βιομηχανία των υπηκόων του, στο διάστημα που οι
αυτοκρατορικές πόλεις έφθιναν μέσα στο συντεχνιακό και πατρικιακό πνεύμα, στο
διάστημα αυτό, λοιπόν, η Ολλανδία, η Αγγλία και η Γαλλία κατακτούσαν τις πρώτες
θέσεις στο παγκόσμιο εμπόριο, ίδρυαν τη μία αποικία μετά από την άλλη και
ανέπτυσσαν τη χειρονακτική βιομηχανία ως τη μεγαλύτερή της άνθιση, ώσπου τελικά
η Αγγλία μπήκε επικεφαλής της σύγχρονης αστικής ανάπτυξης, εκμεταλλευόμενη τον
ατμό που έδωσε αξία στα κοιτάσματά της σε κάρβουνο και σίδερο.
Για το διάστημα στο
οποίο διεξαγόταν ο αγώνας ενάντια σε τόσο γελοία απαρχαιωμένα υπολείμματα του
Μεσαίωνα τα οποία μέχρι τη δεκαετία του 1830 δέσμευαν την υλική αστική ανάπτυξη
της Γερμανίας, δεν ήταν δυνατή η ύπαρξη μιας γερμανικής πολιτικής οικονομίας.
Μόνο με τη συγκρότηση της Τελωνειακής Ένωσης[3]
μπόρεσαν οι Γερμανοί να είναι σε θέση να καταλαβαίνουν γενικά την πολιτική
οικονομία. Από αυτήν την εποχή άρχισε στην πράξη η εισαγωγή της αγγλικής και
της γαλλικής πολιτικής οικονομίας προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων της
γερμανικής αστικής τάξης. Σύντομα, ο κόσμος των γραμμάτων και της
γραφειοκρατίας πήρε υλικό που είχε εισαχθεί και το επεξεργάστηκε με έναν τρόπο
που δεν τιμά πολύ το «γερμανικό πνεύμα». Από το παρδαλό συνονθύλευμα όλων αυτών
που συγγράφουν, των ιπποτών της βιομηχανίας, των εμπόρων, των δασκάλων και των
γραφειοκρατών, γεννήθηκε στη συνέχεια μια γερμανική οικονομική φιλολογία της
οποίας η ανοησία, η ρηχότητα, η απερισκεψία, η πολυλογία και η λογοκλοπή μπορεί
να συγκριθεί μόνο με αυτήν του γερμανικού μυθιστορήματος.
[1] Γράφτηκε από το Φ. Ένγκελς
στο πρώτο μισό του Αυγούστου 1859. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «o Λαός» (das Volk) της 6ης και
20ης Αυγούστου 1859.
[2] Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού
Έθνους (1486 – 1808)
[3] Η Γερμανική Τελωνειακή Ένωση (Deutscher Zollverein) μπήκε σε ισχύ από την 1η του
Γενάρη 1834 από την Πρωσία και από μια σειρά άλλα γερμανικά κρατίδια, μέλη της
Γερμανικής Ομοσπονδίας (ομοσπονδία κυρίως γερμανόφωνων κρατών μεταξύ του 1815 –
1866), με στόχο το ξεπέρασμα του τεράστιου κατακερματισμού μέσω της κατάργησης
των τελωνειακών δασμών κάθε κρατιδίου και της καθιέρωσης ενιαίων τελωνειακών
δασμών στα σύνορα της Ένωσης.