Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

φιλοσοφία

Περί σύμπαντος κόσμου[1]
Η αιώνια έλξη των δύο φύλων
«Ο σκοπός της ανθρώπινης ζωής βρισκεται στο ότι στην ψυχή μέσα είναι χαραγμένη όλη η τάξη του Σύμπαντος και των αιτίων του»
Θωμάς Ακκινάτος
Κάποτε για μια στιγμή πρέπει να φύγη από μέσα μας η χαρά για τον κόσμο, να ξεχάσωμε ότι υπάρχομε και γενικά να γίνη μέσα μας προβληματικό ή καλλίτερα να χαθή κάθε τι που είναι γήινο, για να μπορέσωμε να πάρωμε ιδέα τι άβυσσο και τι ύψος είναι η Δημιουργία και σε ποια πληρότητα και μαζί σε ποιο κενό και ποιο αχανές είμαστε τοποθετημένοι, για να αισθανθούμε μ’ αυτό ένα εσωτερικό δυνατό κλονισμό.
Ο Θεός για όρια βάζει στο Σύμπαν τα όριά Του. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι ένας εξευτελιστικός περιορισμός κι’ ένα ταπεινωτικό στένεμα, αλλά απόλυτα και πραγματικά θεϊκά όρια, είναι το πλάτυσμα της επίγειας μικρότητας, το τέλειο μέτρο, το πράγματι ωφέλιμο, το χόρτασμα της ζωής της Πλάσης. Το μέγεθος της Πλάσης περιορίζεται από τον Θεό κι όχι απ’ το Μηδέν.
Ο Θεός έκαμε την Πλάση.
… Η Πλάση χωρίς τον άνθρωπο δεν θάταν ούτε τέλεια ούτε αρκετά θεία. Για να πάρη τη μακάρια απάντηση των έργων της Πλάσης έκαμε ο Θεός τον άνθρωπο. Απ’ τον άνθρωπο, που με τις αισθήσεις του κατανοεί κι’ αντιλαμβάνεται τον κόσμο, για να τον ξαναφέρη πνευματικά στο Θεό, παίρνει το Σύμπαν συνείδηση, φωνή και λόγο. Ο άνθρωπος πρέπει να πη το Αμήν της Δημιουργίας. Από το χώμα κι’ απ’ τα υλικά του Σύμπαντος δημιουργείται κι’ ανυψώνεται …
… Κι’ όλο τον πλούτο της ύπαρξής του και την ευτυχία γιατί πλάστηκε, που έχει ο άνθρωπος, τα πήρε χωρίς να κοπιάση και χωρίς να τα ζητήση. Ο Θεός τάδωσε μόνος του στο καλλίτερο απ’ τα πλάσματά του. Δεν υπάρχει κανένα άλλο σημάδι που νάχη βαθύτερο νόημα για την αυταπάρνηση και την εγγύτητα του Θεού προς τον άνθρωπο, απ’ τον βαθύ, απόκοσμο κι’ αδιατάρακτο ύπνο του Αδάμ, που στο ξύπνημά του παίρνει για δώρο την Εύα. … Γι’ αυτό η γυναίκα απ’ αρχής και για πάντα είναι για τον άνδρα κυριολεκτικά θεϊκός φύλακας, επάνοδος στη γαλήνη, αληθινά θεϊκό δώρο, που πρέπει να προσμένη, να χαίρεται και βαθειά να κατανοή.
«Και κατέπαυσεν ο Θεός τη ημέρα τη εβδόμη από πάντων των έργων αυτού, ων εποίησε»




[1] Ρισάρ Σαττελμαίρ, «Η Γένεση του Σύμπαντος», τυπογραφείο Χέρντερ, Φράιμπουργκ, 1943