Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

Πολιτική


σαν σήμερα

τα κόμματα και η Πατρίδα[1]

Το Μεσολόγγι αποτελεί μια ένδοξη αλλά και μαύρη σελίδα της ιστορίας του Αγώνα. Ένδοξη για τη γενναιότητα και την καρτερία, την ανένδοτη αντίσταση και την αντοχή των αγωνιστών, για το ολοκαύτωμα της Εξόδου. Μαύρη για τα αίτια που οδήγησαν στην καταστροφή – πράξεις και παραλείψεις ιδιοτελείς, πάθη και αθλιότητες, ψυχροί υπολογισμοί και τύφλωση. Το Μεσολόγγι αφέθηκε στη μοίρα του εν ψυχρώ. Συναγωνίσθηκαν για το χαμό του, από αδυναμία ή αμέλεια, από εγωισμό ή σκοπιμότητες, η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία. Ακόμα και οι ίδιοι οι πολιορκημένοι. Όλοι και όλα εναντίον του. Και η τραγική ειρωνεία: η τουρκοαιγυπτιακή νίκη ήρθε τη στιγμή που τα στρατεύματα του Ιμπραήμ και του Κιουταχή είχαν φθάσει στα έσχατα της αντοχής και αντιμετώπιζαν ακόμα και εγκατάλειψη της πολιορκίας.

Εδώ προβάλλει το ερώτημα: Ήταν δυνατή η διάσπαση του κλοιού, η διάλυση του τουρκοαιγυπτιακού στρατοπέδου και η σωτηρία του Μεσολογγίου ; Όλα δείχνουν πως υπήρχαν οι προϋποθέσεις για την ανατροπή των εχθρικών σχεδίων. Είχαν γίνει εισηγήσεις για συντονισμένη πολεμική δράση και σχέδια καταστρώθηκαν για εκστρατεία ναυτική και χερσαία. Αλλά οι εσωτερικές διαμάχες, η αχρηματία, η ιδιοτέλεια και η διαφθορά δεν άφηναν περιθώρια για βοήθεια. Όλων η προσοχή είχε στραφεί, μήνες πριν, στην Γ΄ Εθνική Συνέλευση που είχε ορισθεί για τον Μάρτιο του 1826. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση, τα τρία ξενοκίνητα κόμματα, πολιτικοί και στρατιωτικοί, άτομα και ομάδες αγωνίζονταν για την ανάδειξη δικών τους πληρεξουσίων με στόχο την εξουσία. Η Διοίκηση Κουντουριώτη έβλεπε την προσωρινότητά της και αδιαφορούσε, οι αντίπαλοί της πάσχιζαν με μανία για την άλωση της Αρχής. ο αγωνιστής Σπυρομίλιος, ένας από τους απεσταλμένους της Φρουράς, κομιστής απεγνωσμένου μηνύματος από το Μεσολόγγι, εξεικονίζει στα ενθυμήματά του το χάος, την ακυβερνησία, την αδράνεια, την αδιαφορία και την ιδιοτέλεια που επικρατούσε στ’ Ανάπλι. «Αλλά κατά δυστυχίαν είχε προκηρυχθεί να συγκροτηθεί Εθνική Συνέλευσις και εις αυτόν τον καιρόν ενεργούνται όλαι αι σκευωρίαι και αι ραδιουργίαι διά τας εκλογάς των πληρεξουσίων και των κομμάτων· άρα ήταν εις τον μεγαλύτερον βρασμό ναι φατρίαι»[2]. Κι’ επειδή οι απεσταλμένοι της Φρουράς δεν είχαν προσχωρήσει σε καμμία παράταξη, κανείς δεν τους πρόσεχε, κανείς δεν ενδιαφερόταν. «Αφ’ ου επληροφορήθησαν τω όντι ότι δεν εμελετούσαμεν να ενισχύσωμεν κανέν κόμμα, αδιαφόρησαν όλα τα κόμματα από ημάς, και ενώ τους ωμιλούσαμεν διά το Μεσολόγγιον όλοι έλεγαν το ‘’ναι, έχετε δίκαιον’’, αλλά δεν συνέπραττον υπέρ αυτού με ζήλον»[3]



[1] Κυριάκου Σιμόπουλου, «πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ‘21», τ. Ε΄, σ.σ. 15-16 & 39-41, Αθήνα 1984

[2] Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου, 1825-1826, Αθήναι 1926, σ. 111

[3] Ένθ’ αν., σ. 112. Δεν αποτελούσε κάτι καινούργιο η πολιτική διαφθορά που επικρατούσε στ’ Ανάπλι. Έγραφαν οι Σπετσιώτες (16 Ιουνίου 1825) στην Κυβέρνηση: «Αν δεν εξέλθωσιν οι εν Ναυπλίω εις τας ηδονάς κυλιόμενοι να υπάγωσιν εις τον πόλεμον, ήθελον μετακαλέσει και εκείνοι τα πλοία των» (Ν. Σπηλιάδη, τ. Β΄, σ. 464-465)