Πέμπτη 28 Μαΐου 2009

η ιστορία επαναλαμβάνεται ...

η βούληση του θεού, οι επιούσιοι λαοί και η νέα τάξη ή …
το σχέδιο του Αχούρα Μάζντα[1]

Σύμφωνα με τους Πέρσες, η καταστροφή των ελληνικών ναών αποτελούσε μέρος της εντυπωσιακής αυτοκρατορικής επέκτασης που είχαν πραγματοποιήσει με τη βοήθεια του Αχούρα Μάζντα. Ο ιδρυτής της αυτοκρατορίας, ο Κύρος Β', «ο Μέγας», (559-530), είχε υποτάξει στην περσική κυριαρχία πρώτα την Μηδία (550), μετά τη Λυδία και τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας (540), έπειτα τη Βαβυλωνία (539), και τέλος τη Βακτριανή και τη Σογδιανή.

Μετά το θάνατο του Κύρου και την ταφή του στο καινούργιο βασιλικό κέντρο στις Πασαργάδες (στο κεντρικό Φαρς) ο γιος του Καμβύσης Β' (530-522) πρόσθεσε την Αίγυπτο στην περσική αυτοκρατορία. Μια συνταγματική κρίση ακολούθησε το θάνατο του Καμβύση κατέληξε με την άνοδο στο θρόνο του σφετεριστή Δαρείου Α' (522/21-486). Τώρα η βορειοδυτική Ινδία, αρκετά ελληνικά νησιά συμπεριλαμβανομένης και της Σάμου, και το δυτικό μέρος της Θράκης (περίπου το 513) περιήλθαν υπό την περσική κυριαρχία, καθώς ο Δαρείος προσπάθησε να εδραιώσει τα σύνορα της αυτοκρατορίας.

Μέχρι το τέλος του έκτου αιώνα η Περσία είχε γίνει η μεγαλύτερη και επιτυχέστερη αυτοκρατορία στη μακριά ιστορία της αρχαίας Εγγύς Ανατολής, μια επιτυχία που οι βασιλείς της απέδιδαν στη θέληση και τη δύναμη του μεγάλου τους θεού. Στην τρίγλωσση επιγραφή που είναι σκαλισμένη σε ένα βράχο στο Μπεχτιστούν στα όρη Ζάγγρος στο δρόμο από την αρχαία Βαβυλωνία προς τα Εκβάτανα, ο Δαρείος, για παράδειγμα, ισχυρίζεται ότι έδωσε δεκαεννέα μάχες και αιχμαλώτισε εννέα βασιλείς σε ένα χρόνο υπό την προστασία του Αχούρα Μάζντα.

Οι Πέρσες πίστευαν ότι ο Αχούρα Μάζντα είχε καταστήσει τους Πέρσες βασιλείς κυρίους των εδαφών και των λαών της γης για να φέρουν σε πέρας το σχέδιο του περί ανθρώπινης ευτυχίας και τέλειας τάξης. Ήταν καθήκον του Πέρση βασιλιά να συμβάλλει στη διατήρηση αυτής της τάξης για χάρη όλης της ανθρωπότητας. Όσοι διατάρασσαν την τάξη ή προκαλούσαν ταραχή επαναστατούσαν κατά του θεϊκού σχεδίου του Αχούρα Μάζντα και έπρεπε να «συντριβούν».

Το 499, όμως, οι Ίωνες Έλληνες που ζούσαν στις ακτές της Μικράς Ασίας ξέκοψαν από το σχέδιο του Αχούρα Μάζντα επαναστατώντας κατά της περσικής κυριαρχίας. Με επικεφαλής την πόλη της Μιλήτου και με περιορισμένη ναυτική υποστήριξη από την Ερέτρια και την Αθήνα, στην ηπειρωτική περιοχή της Ελλάδας, οι επαναστάτες κατάφεραν να κατακάψουν τις Σάρδεις, το τοπικό περσικό κέντρο ελέγχου, και το ναό της εκεί θεότητας Κυβέλης. Μέχρι το 494, όμως, οι Πέρσες είχαν καθυποτάξει και τα νησιά και τις πόλεις των ακτών της Μικράς Ασίας. Η Μίλητος κατελήφθη, οι άντρες της φονεύθηκαν, οι γυναίκες και τα παιδιά της έγιναν σκλάβοι, και το ιερό των Διδύμων, που στέγαζε το μαντείο του Απόλλωνα, λεηλατήθηκε και κάηκε. Ο Απόλλωνας είχε πληρώσει το τίμημα για την καταστροφή του ιερού της Κυβέλης.

Ο Δαρείος έκανε μετά μια εκστρατεία αντιποίνων εναντίον της Ερέτριας και της Αθήνας για τη βοήθεια που έδωσαν τα στρατεύματα τους στους Ίωνες. Παρά την αριθμητική υπεροχή των αντιπάλων, οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς νίκησαν εκείνη την περσική δύναμη στον Μαραθώνα στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 490.


Δέκα χρόνια αργότερα, όμως, ο γιος και διάδοχος του Δαρείου, ο Ξέρξης, οδήγησε μια ακόμη μεγαλύτερη δύναμη στην Ελλάδα και τότε έγινε η αποτέφρωση της αθηναϊκής Ακρόπολης. Κι όμως δεν ήταν θέληση του Αχούρα Μάζντα να κάνει ο Ξέρξης την ηπειρωτική Ελλάδα μέρος του θεϊκού σχεδίου σχετικά με την τάξη: τον Σεπτέμβριο του 480, ο ελληνικός στόλος νίκησε αποφασιστικά τους Πέρσες και τους συμμάχους τους στα στενά της Σαλαμίνας. Σύντομα ο ίδιος ο Ξέρξης υποχώρησε στον Ελλήσποντο, αφήνοντας το στρατηγό του Μαρδόνιο να συγκρουστεί με τον ελληνικό στρατό στην ξηρά. Ο στρατός του Μαρδόνιου όμως υπέκυψε σε μια δύναμη οδηγούμενη από Σπαρτιάτες στις Πλαταιές το 479.

Παρά τις νίκες αυτές των Ελλήνων, οι Πέρσες εξακολουθούσαν να έχουν τον έλεγχο πολλών νησιών του Αιγαίου καθώς και της Θράκης και της ακτής της Μικράς Ασίας. Οι Αθηναίοι, επικεφαλής της Συμμαχίας της Δήλου (μιας ναυτικής συμμαχίας των πόλεων-κρατών), πολέμησαν επί τρεις περίπου δεκαετίες για να διώξουν τους Πέρσες από το Αιγαίο και την Μικρά Ασία. Το 450 οι εχθροπραξίες έληξαν με την Ειρήνη του Καλλία, σύμφωνα με τους όρους της οποίας οι ελληνικές πόλεις της Ασίας μπορούσαν να ζήσουν με τους δικούς τους νόμους. Αλλά ενώ οι Πέρσες βασιλείς μπορεί προσωρινά να παραιτήθηκαν από τις προσπάθειες να υποτάξουν τους Έλληνες, κατά τη διάρκεια του επόμενου αιώνα οι ίδιοι οι Έλληνες παρείχαν στους διαδόχους του Ξέρξη πολλές ευκαιρίες να επηρεάσουν τις ελληνικές υποθέσεις, καθώς οι πόλεις-κράτη εξαντλήθηκαν από τον άκαρπο πόλεμο για το ποια θα επικρατήσει στην Ελλάδα.

Μέχρι τα μέσα του τέταρτου αιώνα, οι πιο σημαντικές πόλεις-κράτη της Ελλάδας – η Σπάρτη, η Θήβα και η Αθήνα – είχαν όλες παραλύσει από τις προσπάθειες τους να πάρουν το πάνω χέρι η μία ενάντια στην άλλη, και η Περσία παρέμενε ο διαιτητής των ελληνικών υποθέσεων, ιδιαίτερα σε σχέση με τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας. Δεν ήταν ανάγκη να συντρίψει ο Πέρσης βασιλιάς τους Έλληνες۬ το είχαν καταφέρει αυτό μόνοι τους. Το 346 οι αυτοκρατορικές βλέψεις της Περσίας προς τη Δύση ήταν πιο λαμπρές από ποτέ πριν από τη μάχη της Σαλαμίνας.

Μόνο μία απειλή ξεπρόβαλε για το θεϊκό σχέδιο του Αχούρα Μάζντα σχετικά με την ανθρώπινη ευτυχία. Έπειτα από δεκαετίες πολιτικής αστάθειας το βασίλειο της Μακεδονίας, στο βόρειο μέρος της Ελλάδας, έδειχνε δυσοίωνα σημάδια ζωντάνιας και επιθετικότητας κάτω από την ηγεσία του χαρισματικού του βασιλιά, του Φιλίππου Β'. Αν κατάφερνε κάπως να συνενώσει το δικό του χωρισμένο βασίλειο, ενώ συγχρόνως διαιρούσε τους Έλληνες, θα προέκυπτε μια πολύ μεγάλη διαταραχή της τέλειας τάξης.


[1] Γκυ ΜακΛήν Ρότζερς, Αλέξανδρος, σελ. 12 επ., Πλατύπους εκδοτική 2004.