Τρίτη 7 Απριλίου 2009

Διπλωματία

Η νομιμότητα του διεθνούς δικαίου και των Ηνωμένων Εθνών[1]

Ο διπλωμάτης-μελετητής Ε. Χ. Καρ, το 1939 ήδη, εξέτασε ευφυώς και σχολαστικά το διεθνές δίκαιο και τις συνθήκες από μια εξαντλητικά ρεαλιστική σκοπιά. Παρατήρησε ότι τα κράτη δεσμεύονται με συνθήκες μόνο όταν επιθυμούν να δεσμεύσουν και έναν επικίνδυνο αντίπαλο. Όταν η διεθνής ισορροπία ισχύος αλλάζει προς όφελός τους, παραβιάζουν τις συνθήκες ή τις αλλάζουν. Όταν η ισορροπία μεταβληθεί και πάλι εις βάρος τους, επιμένουν απελπισμένα στην ιερότητα των συνθηκών ως εργαλείων διατήρησης του στάτους κβο.

Οι μονομερείς πηγές διεθνούς νομιμοποίησης της Αμερικής, οι στρατιωτικές της συμμαχίες, είναι καταλληλότατες για να προστατευθούν οι Αμερικανοί έναντι των ασήμαντων συμβατικών απειλών που αντιμετωπίζουν την τρέχουσα περίοδο. Είναι όμως οδυνηρά ακατάλληλες για να εκσυγχρονίσουν προς όφελος των συμφερόντων της Αμερικής, ιδίως των οικονομικών της συμφερόντων, τους κανόνες ενός αδύναμου και ατελούς διεθνούς συστήματος που βρίθει από ευερέθιστα, ανταγωνιστικά όχι ακριβώς έθνη-κράτη. Υπάρχουν πολυμερείς εναλλακτικές λύσεις; Είναι το διεθνές δίκαιο πηγή νομιμοποίησης που θα βοηθήσει τους ξένους πολιτικούς να κάνουν ό,τι θέλει η Αμερική και να επιβιώσουν πολιτικά; Η απάντηση είναι συνήθως καταφατική, αλλά το τίμημα είναι να δεσμεύονται και οι ΗΠΑ με τους ίδιους νομικούς και θεσμικούς περιορισμούς που επιβάλλουν στους άλλους.

Η κυνική ανάλυση του Καρ ήταν πιστευτή λόγω της χρεοκοπίας της Κοινωνίας των Εθνών και του ότι ο Χίτλερ πέτυχε τη μονομερή αποκατάσταση των αδικιών της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Παρά αυτά τα αποκρουστικά προξγούμενα, η κυβέρνηση Μπους αποδύθηκε στην προσπάθεια ακύρωσης ή αγνόησης συνθηκών που επιβάλλουν περιορισμούς στην αμερικανική συμπεριφορά – της Συνθήκης για τους Αντιβαλλιστικούς Πυραύλους, της Συνθήκης για τη Γενική Απαγόρευση των Πυρηνικών Δοκιμών, των Συμβάσεων της Γενεύης, του Πρωτοκόλλου του Κιότο και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Μόνο στο οικονομικό μέτωπο ήταν πρόθυμη η κυβέρνηση Μπους να τηρήσει τις διεθνείς της δεσμέυσεις – και μόνο όπου το ρίσκο των αντιποίνων από τους εμπορικούς εταίρους ήταν άμεσο και σίγουρο.

Το πρόβλημα που προκύπτει για τις ΗΠΑ από την άρνηση εφαρμογής του διεθνούς δικαίου είναι ότι υπονομεύεται η δυνατότητα να χρησιμοποιείται ως πολιτική δικαιολόγία για να συμπεριφέρονται οι ξένοι κόσμια. Οι ΗΠΑ δεν χρειάζονται τις Συμβάσεις της Γενεύης για να προστατεύουν αιχμαλώτους Αμερικανούς στρατιώτες. Μπορούν να απειλήσουν με μαζικά αντίποινα και συχνά αυτή η απειλή είναι αποτελεσματική. Όμως, με αυτό τον τρόπο οι ΗΠΑ πληρώνουν σημαντικό κόστος στην άσκηση της εξωτερικής τους πολιτικής. Αντιθέτως, η προσφυγή στις Συμβάσεις της Γενεύης είναι άνευ κόστους, μπορεί επίσης να προκαλέσει θαυμασμό, υπό τον όρο ότι η Αμερική πληρώνει το αμελητέο επιπλέον κόστος της σύμμόρφωσής της σ’ αυτές.

Σήμερα, η κύρια πηγή διεθνούς νομιμοποίησης είναι τα Ηνωμένα Έθνη, ένα μεγάλο, δυσκίνητο, ευμετάβλητο σώμα που οι Αμερικανοί διδάχθηκαν από τους εθνικιστές πολιτικούς τους να απεχθάνονται. Κάθε δεδομένη στιγμή, κάποιοι ελάχιστοι, ενεπαρκώς ελεγχόμενοι αξιωματούχοι του ΟΗΕ, στις πράξεις των οποίων δίνεται ευρεία δημοσιότητα, κουτσομπολεύουν πίνοντας καφέ, πασπατεύουν τις υπαλλήλους τους, προμηθεύονται ανήλικες πόρνες, καταχρώνται κονδύλια, διαπράττουν κατασκοπία, παρκάρουν παράνομα στις κόκκινες λωρίδες ή συντάσσουν προσχέδια ομιλιών εχθρικά προς τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Όμως, θα έπρεπε να θυμόμαστε ότι ένας ανάλογος πάνω κάτω αριθμός Αμερικανών αξιωματούχων κάνει τα ίδια πράγματα.

Η Αμερική είναι υπόχρεη στον ΟΗΕ ως τον μόνο θεσμό που μπορεί να νομιμοποιεί την αμερικανική ηγεσία στην αστυνόμευση του πλανήτη. Ο ΟΗΕ δεν διαθέτει μόνιμο στρατό, ούτε στόλο μυστηριωδών μαύρων ελικοπτέρων, ούτε δικό του μεταγωγικό αεροπλάνο για να παραδίδει βοήθεια προς ανακούφιση των πληγέντων από τσουνάμι. Στην πραγματικότητα, ο ΟΗΕ είναι απλώς ένας συντονιστικός μηχανισμός της διεθνούς συνεργασίας και αντιπροσωπεύει ένα χαλαρό σύνολο κανόνων που διέπουν τη διεθνή συμπεριφορά. Αυτοί οι κανόνες επιβάλλονται από ένα μικρό αριθμό κρατών-μελών, συχνά υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, που λειτουργούν υπό τη σημαία των Ηνωμένων Εθνών και την προστατευτική του αύρα.

[1] Μαθήματα Διπλωματίας, Τζων Μπρέιντυ Κήσλινγκ, σελ. 121 επ., εκδόσεις Λιβάνη.