Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2008

Λογοτεχνία

Μιχάλη Καραγάτση
Το 10

Οι γυναίκες, τα ναυτάκια και η τεχνολογική πρόοδος

Η τεχνική πρόοδο έφερε επανάσταση στη ζωή των θαλασσινών. Δεν στριμώγνεται πια το πλήρωμα στο βρωμερό κι αναέριστο καμπούνι της πλώρης. Δεν τρώει γαλέτα και κρέας σαλάδο. Δεν κατασιγάζει την δίψα της Ερυθράς Θάλασσας με ζεστό νερό. Δεν ξεπαγιάζει το χειμώνα, ούτε χύνει την μπέμπελη το καλοκαίρι. Τώρα ο κάθε ναύτης έχει την κάμαρά του με λαβομάνο, ντους και ρυθμιζόμενο αερισμό – ζεστό ή παγωμένο, ανάλογα με τη θερμοκρασία. Τραπεζαρίες, σαλόνια, μπαρ, λες κι είσαι πασατζέρης σε πολυτελές ποστάλι, κι όχι κατραμόκωλος σε φορτηγό. Ψυγεία που διατηρούν ολόφρεσκα τα κρέατα, τα ψάρια, τα λαχανικά και τα φρούτα. Ζωή και μεγαλείο !

Κατά πως έλεγαν όμως οι παλιοί, τον περασμένο καιρό, με τους σκυλοπνίχτες, το φόρτωμα ή το ξεφόρτωμα στα λιμάνια βαστούσε 20 μέρες τουλάχιστον. Το βράδυ οι ναυτικοί βγαίναν εξώ, έκαναν τσάρκα, τα κοπανούσαν στα μπαρ και στα μπορντέλα, χόρταιναν γυναίκα, έπαιρναν όλα τα γνωστά κι άγνωστα αφροδίσια κι έμεναν πανί με πανί. Τώρα – και μάλιστα με τα γκαζάδικα – τί γίνεται; Φτάνεις άδειος στο Μπαχρέιν ή το Κουβέιτ. Μέσα σε δέκα ώρες, οι σωλήνες σού ρίχνουν 20.000 τόννους πετρέλαιο στα ντεπόζιτα. Σαλπάρεις αμέσως, φτάνεις στα Διϋλιστήρια – δέκα μίλια απ’ τη Μασσαλία, τη Τζένοβα, τη Βαρκελώνα. Μόλις ακοστάρεις, οι σωλήνες ρουφούν το πετρέλαιο ολοταχώς. Μόλα κάβο, βίρα άγκυρα και δρόμο για τον Περσικό Κόλπο κ.ο.κ. Μήνες κάνει ο ναυτικός να πατήσει χώμα. Μόνο λαμαρίνα, μήνες και μήνες. Η γυναίκα γίνεται όραμα ανέφιχτο, το πολυτελές ποστάλι φυλακή …

Το προσόν του να είσαι «γυναίκα»

Η κυρία Πόπη ήταν τύπος. Ζωντοχήρα, κοντά στα σαράντα, με απονιφάδια ομορφιάς, έξυπνη, ζωντανή, σβέλτη, μπίρμπα, με το τσιγάρο στα χείλη, ήξερε να ικανοποιή την πελατεία με την τέχνη της ραφτικής τους εγκάρδιους τρόπους, τη σπιρτόζα κουβέντα και τη χαριτωμένη κυνική φιλοσοφία της.

Όταν προσλάβαινε καινούρια κοπέλα στο μοδιστράδικο, αφού εξαντλούσε το κλασικό ερωτηματολόγιο, αμολούσε άξαφνα την ατομική μπόμπα.
- Ανύπαντρη είπες πως είσαι, ε;
- Ναι, κυρία Πόπη …
- Μήπως είσαι και παρθένα;
Η κοπέλα σάστιζε, δεν ήξερε τί ν’ αποκριθή. Μα η κυρία Πόπη προλάβαινε και την έβγαζε απ’ την αμηχανία.
- Σε ρωτώ, γιατί κατ’ αρχή, παρθένες δεν παίρνω στο μαγαζί μου. Θέλω κοπέλες που να τά ‘χουν τετρακόσια, κι όχι αποχαυνωμένες από άχρηστα ζουμιά. Τελοσπάντων, δεν επιμένω να μου απαντήσης. Αν όμως είσαι κορίτσι, φρόντισε το ταχύτερο να ξεφορτωθής αυτόν τον μπελά. Μόνο όποια κάνει τη δουλειά, μού κάνει για τη δουλειά μου.
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, η επαγγελματική ανεπάρκεια της Σίας, χρωστιόταν στην έλλειψη σεξουαλικής ζωής. Κάθε φορά που η μικρή δεν τα ‘βγαζε πέρα η κυρία Πόπη γκρίνιαζε:
- Δεν θα βρεθή ένας χριστιανός που να την τετοιώση, να ιδή εκέινη την υγεία της να βρω κι εγώ τον λογαριασμό μου;
Κατόπι κούναγε το κεφάλι με λύπηση και πρόσθετε,
- Με τέτοια μούτρα και το σουλούπι που έχει, όχι χριστιανός μα ούτε και μωαμεθανός δεν θα πάρη την απόφαση …