Τετάρτη 7 Μαΐου 2008

Αρχαιολογία

Ο κόσμος την εποχή των Ομηρικών επών[i]

Οι κλασικοί φιλόλογοι αποδέχονται, σχεδόν ομόφωνα, την άποψη ότι ο Όμηρος συνέθεσε τα έπη του κατά τη διάρκεια του τελευταίου μισού του 8ου αιώνα π.Χ. και ότι η Ιλιάδα είναι το παλαιότερο από τα δύο. Ο ελεύθερος εξαρχαϊσμός των αφηγήσεών του θεωρείται ως προσπάθεια του ποιητή να τοποθετήσει τα γεγονότα βαθιά μέσα σε μια μακρά παράδοση, μετατοπίζοντας τα Τρωικά πίσω στο χρόνο και μέσα στο πολιτισμικό πλαίσιο της Εποχής του Χαλκού. Οι διάδοχοι του Ομήρου φαίνεται ότι έχουν αντιληφθεί αυτό το γεγονός. Ο Ηρόδοτος, ο «πατέρας της ιστοριογραφίας», πίστευε ότι ο Όμηρος έζησε τον 9ο αιώνα π.Χ., δηλαδή, τέσσερις αιώνες πριν από αυτόν. Ο Ησίοδος, γράφοντας περίπου το 700 π.Χ., όχι πολύ μετά τον Όμηρο, τοποθετεί τον Τρωικό πόλεμο στην Εποχή του Χαλκού. Ο Θουκυδίδης χρονολογεί την κάθοδο των Δωριέων στην Ελλάδα ογδόντα χρόνια μετά την πτώση της Τροίας και συνεπώς όχι αργότερα από το 1196 π.Χ. Στο βυζαντινό λεξικό του Σουΐδα του 10ου αιώνα μ.Χ. διαβάζουμε ότι η Τροία καταλήφθηκε 410 χρόνια πριν από την πρώτη Ολυμπιάδα, δηλαδή το έτος 1154 π.Χ.

Επομένως, ο αγώνας για την κατάληψη της Τροίας που υμνείται στην λογοτεχνία χρονολογείται στην εποχή του Μυκηναϊκού πολιτισμού. Τα κείμενα των Χιττιτών που αναφέρονται σε μια χώρα με το όνομα «Αχχιγιάβα», η οποία ταυτίζεται από πολλούς μελετητές με την Μυκηναϊκή Ελλάδα και πιθανόν στους βασιλείς των Μυκηνών και σε άλλα πρόσωπα, υπαινίσσονται γεγονότα του τέλους του 14ου αιώνα π.Χ., που θα μπορούσαν να συσχετιστούν με τις πολεμικές επιχειρήσεις στην Τροία και με την μυκηναϊκή εξάπλωση στο Αιγαίο και την Μικρά Ασία.

Είναι πολύ πιθανόν, αν και σχεδόν αδύνατόν να αποδειχθεί [τοις πράγμασι], ότι τα ίχνη εκτεταμένης καταστροφής από φωτιά που βρέθηκαν στο στρώμα της Τροίας VI (το μόνο αξιόλογο από χρονολογική άποψη) είναι συνέπεια μιας επίθεσης από Μυκηναίους Έλληνες, που είναι γνωστοί ως Αχαιοί. Παρόλα αυτά, η φωτιά μπορεί επίσης να προκλήθηκε από ένα σεισμό που αναφέρεται στις πηγές των Χιττιτών. Αν και δεν μπορεί να απαντηθεί εδώ αυτό το ερώτημα, είναι σαφές ότι το χρονικό πλαίσιο των γεγονότων της Τροίας που αναφέρονται στην Ιλιάδα, μπορεί πράγματι να επιβεβαιωθεί βάσει αρχαιολογικών στοιχείων.

Οι αρχαιολόγοι συνεχίζουν να φέρνουν στο φως ευρήματα τόσο από το Μυκηναϊκό όσο και από το μετά-Μυκηναϊκό πολιτισμό, δηλαδή αντικείμενα από τους λεγόμενους «Σκοτεινούς Αιώνες» της πρώιμης Ελληνικής Ιστορίας, που επιτρέπουν συγκρίσεις με πληροφορίες από τον Όμηρο και σε ορισμένες περιπτώσεις απεικονίζουν κάποιες Ομηρικές μαρτυρίες. Η αρχαιολογία επομένως, βρίσκεται σήμερα σε καλύτερη θέση να υποστηρίξει την θεωρία ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια εμπεριέχουν στην πραγματικότητα αρκετά σαφείς χρονολογικές τομές. Στην διπλή – φιλολογική και αρχαιολογική – ερμηνεία της (1990) η Ε. Σ. Σέρρατ επεξεργάστηκε ξανά αυτό το «στρωματογραφικό» σχήμα, που καλύπτει την περίοδο από το 16ο έως τα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ. Στην πορεία των διαφόρων προανακτορικών και ανακτορικών φάσεων (16ος-13ος αιώνας π.Χ.), η ιστορία με επίκεντρο την Πελοπόννησο, την καρδιά του Μυκηναϊκού πολιτισμού, φαίνεται να τελειώνει σχεδόν ταυτόχρονα με τον Τρωικό πόλεμο. Ο σίδηρος, που βρέθηκε εδώ για πρώτη φορά, έπαιζε ακόμη ασήμαντο ρόλο. Οι πολεμιστές φορούσαν κράνη που καλύπτονταν από δόντια κάπρου, έφεραν μακριά ξίφη και λόγχες και ήταν προστατευμένοι από μια πλατιά πυργόσχημη ασπίδα που κάλυπτε όλο το σώμα και σε κάποιες περιπτώσεις από χάλκινη πανοπλία που έφθανε μέχρι το γόνατο (πανοπλία τύπου Δένδρων). Αυτοί οι πολεμιστές ήταν οπλισμένοι για μάχες ευγενών σώμα με σώμα, στις οποίες οδηγούνταν πεζή ή με δίτροχα πολεμικά άρματα. Οι χώροι κατοικίας τους ήταν τα πρώιμα Μυκηναϊκά ανάκτορα, πολύπλοκα οικοδομήματα με κλιμακοστάσια και επίπεδες οροφές.

Η Μετανακτορική περίοδος (από τον 12ο έως τις αρχές του 8ου αιώνα π.Χ.) διακρίνεται ακόμα σαφέστερα από το δυναμικό της χαρακτήρα. Είναι η περίοδος της Φοινικικής επίδρασης και του θαλάσσιου εμπορίου. Ο σίδηρος ήταν πλέον σε κοινή χρήση. Η καύση των νεκρών ήταν η επικρατέστερη ταφική συνήθεια. Οι πολεμιστές χρησιμοποιούσαν μια μικρή στρογγυλή ασπίδα, ένα ξίφος, δύο λόγχες ή ακόντια και φορούσαν κερασφόρα κράνη. Οι στρατιώτες πολεμούσαν στοιχισμένοι σε μια πρώιμη μορφή φάλαγγας, για να αποκρούουν τις μετωπικές επιθέσεις των εχθρών. Τα ανάκτορα ήταν μάλλον απλά οικοδομήματα με κεκλιμένες οροφές και δωμάτια στο επίπεδο του εδάφους.

Η τελευταία περίοδος (από τον 8ο αιώνα π.Χ.) συμπίπτει περίπου με την σύνθεση των ηρωικών επών του Ομήρου. Οι πολεμιστές τώρα πολεμούν πεζοί, προστατευμένοι με κράνη, στρογγυλές ασπίδες με γοργόνεια, κοντούς θώρακες και κνημίδες. Στην μάχη έφεραν δύο λόγχες. Δεν ζούσαν πια σε ανάκτορα, αλλά σε απλές κατοικίες με θεμελίωση που μας είναι γνωστή από άλλους οικισμούς της ίδιας περιόδου.


Οι ήρωες του Ομήρου ήταν οι βασιλείς και οι ευγενείς της Μυκηναϊκής και Προκλασικής Ελλάδας. Ανεξάρτητα από το μέγεθος της επικράτειας ενός ηγεμόνα, αυτός είχε πάντα ξεχωριστή θέση στην κοινωνία. Ο κόσμος των ευγενών απεικονίζεται στα πολύτιμα αντικείμενα που κατείχαν και αντάλλασσαν μεταξύ τους, καθώς και στις κατοικίες τους, τα ανάκτορα. Δεν είναι καθόλου δύσκολο, επομένως, να αποδώσουμε τους πολυτελείς τάφους του Μυκηναϊκού πολιτισμού – τους Λακκοειδείς Τάφους των Μυκηνών, τους Θολωτούς των Μυκηνών, της Πύλου ή του Ορχομενού και τους Θαλαμωτούς Τάφους των Δένδρων, για παράδειγμα, σε αυτήν την συγκεκριμένη κοινωνική τάξη. Εξαφανίστηκαν με το τέλος του Μυκηναϊκού πολιτισμού τον 12ο αιώνα π.Χ., τον πρώτο των «Σκοτεινών Αιώνων» της Ελληνικής Ιστορίας. …

Έξω από την περιοχή του Αιγαίου οι αρχαιολόγοι έχουν ανακαλύψει ευρήματα από όλες τις φάσεις της Εποχής του Χαλκού. Τα πιο σημαντικά είναι πλούσια κτερισμένες ταφικές θέσεις και αντικείμενα μεγάλης αξίας, που μπορούμε να συνδέσουμε με ευγενείς, πολέμαρχους ή «βασιλείς», δηλαδή, με την ανώτερη κοινωνική τάξη στις αντίστοιχες κοινωνίες. Ορισμένα αντικείμενα της Εποχής του Χαλκού έχουν σημαντικά κοινά χαρακτηριστικά με άλλα που βρίσκονται σε αρκετά μακρινές περιοχές, γεγονός που δείχνει ότι οι άμεσες ή έμμεσες επαφές μεταξύ των μελών της Ευρωπαϊκής άρχουσας τάξης μπορεί να ήταν πολύ στενότερες από ό,τι γενικά είχαμε υποθέσει. Ο Οδυσσέας, ο αρχαίος εξερευνητής, αναλαμβάνει τον συμβολικό ρόλο του μεσάζοντος μεταξύ των ευγενών της Ευρώπης …
______________________

[i] Θεοί και Ήρωες της Εποχής του Χαλκού, αφιερωματική έκδοση στο πλαίσιο της 25ης έκθεσης τέχνης του Συμβουλίου της Ευρώπης, αποσπάσματα από το εισαγωγικό άρθρο «Γραπτές Πηγές και Αρχαιολογία: ο Όμηρος, η Γραμμική Β΄ γραφή και η Αρχαιολόγια», των Καίτης Δημακοπούλου, Κριστιάν Ελυέρ, Γιόργκεν Γιένσεν, Αλμπρεχτ Γιοκενχέβελ, Ζαν-Πιερ Μοέν