Τετάρτη 2 Απριλίου 2008

Πολιτική

Απανθίσματα[1]

Οι Άγγλοι

«Αν είχε η Ελλάδα υποκύψει στο τελεσίγραφο του Μουσολίνι», θα υπογραμμίσει χαρακτηριστικά μέλος της βρετανικής κυβέρνησης, ο Φίλιπ Νόελ Μπαίκερ, «τότε ο Άξονας θα είχε στη διάθεσή του ολόκληρη την Ευρώπη για να αναπτύξει τα μέσα επικοινωνίας του ενώ τα αεροπλάνα και τα υποβρύχιά του θα κυριαρχούσαν από τις ακτές της Ελλάδας και κατά μήκος ολόκληρης της Μεσογείου. Το έργο της άμυνάς μας στην Αίγυπτο θα είχε αποδειχθεί πολύ δυσκολότερο. Η Συρία, το Ιράκ, το Ιράν, η Κύπρος θα είχαν καταληφθεί από τον Άξονα. Η Τουρκία θα είχε περικυκλωθεί. Οι πετρελαιοπηγές της Εγγύς ανατολής θα ήταν στη διάθεσή του. Η κάτω πύλη του Καυκάσου θα ήταν ανοιχτή. Πιστεύουμε, χωρίς δισταγμό, ότι θα είχαμε χάσει ολόκληρη τη Μέση ανατολή και ίσως τον πόλεμο !».


Οι Γερμανοί

«Εν τω σημερινώ αγώνι περί υπάρξεως μεταξύ Άξονος και Αγγλίας, υφιστάμενα μικρά κράτη δεν δύνανται ληφθώσιν υπ’ όψιν, εφ’ όσον ταύτα παρεμβαίνουσιν ως εμπόδια», επισήμαινε ωμά ο Γερμανός πρεσβευτής στον Έλληνα ομόλογό του στο Βελιγράδι, δύο ημέρες ακριβώς μετά την ιταλική επίθεση.


Οι γείτονες

Οι πραγματικές προθέσεις των γειτονικών βαλκανικών κρατών έμελλαν τελικά να αποκαλυφθούν όταν θα δημοσιοποιούνταν οι διπλωματικές πράξεις που συνομολόγησαν με την κυβέρνηση του Τρίτου Ράιχ : 1η Μαρτίου και 25 Μαρτίου [1941], προσχώρηση στο τριμερές Σύμφωνο της Βουλγαρίας, αντίστοιχα και της Γιουγκοσλαβίας[2], με αντάλλαγμα, στη δεύτερη περίπτωση, την επέκταση ως τον Θερμαϊκό κόλπο (!). 8 Ιουνίου, τουρκογερμανικό Σύμφωνο Φιλίας. Σύμπτωση μονιμότερων συμφερόντων ή μήπως, πιθανότερα, εκδήλωση βραχυπρόθεσμου καιροσκοπισμού ; Ή ακόμη, ειδικό φαινόμενο κρατών, τα οποία, όπως χαρακτηριστικά επισήμαναν κύκλοι του Φόρεϊν Όφφις, «εν τη επιθυμία τους όπως αποφύγωσιν ενέργειαν ην η Γερμανία θα εθεώρει προκλητικήν, αδρανούσιν επί τοσούτω ώστε αι μεταγενέστεραι γερμανικαί πιέσεις ευρίσκουσι ταύτα ανίκανα προς άμυναν» ;


Η Τουρκία

Στο μέτρο που γινόταν αντιληπτή, έστω και με αισθητή καθυστέρηση, η κατολίσθηση των βαλκανικών γειτόνων της Ελλάδας στη σφαίρα άμεσης επιρροής της χιτλερικής Γερμανίας, οι συμμαχικές ελπίδες ολοένα και συρρικνώνονταν για να εντοπιστούν, στις παραμονές της γερμανικής εισβολής, σε μόνη την Τουρκία. «Είναι αναμφισβήτητο ότι οι Tούρκοι θα πολεμήσουν και μάλιστα γενναία», είχε προαναγγείλει στα μέσα του 1940 ο Λόρδος Χάλιφαξ, υπουργός των Εξωτερικών σε μια εποχή που η πρόταξη από την Ελλάδα αποτελεσματικής άμυνας απέναντι σε ενδεχόμενη ιταλική επίθεση δεν θεωρούνταν από την κυβέρνησή του πολύ πιθανή. Σύμφωνα, μάλιστα, με την εκτίμηση του βρετανικού Γενικού Επιτελείου, το πρόβλημα ήταν η προσέλκυση της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας προς την πλευρά της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Τουρκίας (!)

Η μόνη αντίσταση

Στις 6 Απριλίου του 1941, οι γερμανικές δυνάμεις προσέβαλαν ταυτόχρονα τις ελληνικές και τις γιουγκοσλαβικές θέσεις.

Η επίγνωση της συντριπτικής υπεροχής του εχθρού δεν έμελλε να κάμψει την απόφαση των Ελλήνων να αντισταθούν και στην νέα εισβολή. Στο μέτωπο της ανατολικής Μακεδονίας και της δυτικής Θράκης, κατά μήκος των οχυρών της Νυμφαίας, του Εχίνου, του Λύσσε, του Περιθωρίου, του Ρούπελ, του Ιστίμπεϋ, οι Έλληνες μαχητές επιτέλεσαν με αυταπάρνηση ένα ύστατο χρέος τιμής. Η οχυρή γραμμή αποδεικνυόταν και στην πράξη ικανή να αναστείλει ακόμη και επιθετικές ενέργειες ευρείας κλίμακας με ισχυρή υποστήριξη πυρός από τον αέρα. Οι υπερασπιστές της, αντιμετωπίζοντας για τέσσερα εικοσιτετράωρα τις υπέρτερες εχθρικές δυνάμεις με σθένος και επιδεξιότητα, υπέκυψαν οριστικά μόνον όταν οι θωρακισμένες γερμανικές μεραρχίες, μετά την αστραπιαία διάσπαση του γιουγκοσλαβικού μετώπου, εισέδυσαν στην κοιλάδα του Αξιού και υπερκέρασαν την αμυντική γραμμή του Στρυμόνα. …

Ήρωες και γραικύλοι

Η κατάρρευση του μετώπου σημείωσε την απαρχή δεινής δοκιμασίας για το έθνος. Το κράτος έδινε την εικόνα καθολικής αποσυνθέσεως, λανθάνουσες ηττοπαθείς και φιλοαξονικές τάσεις έρχονταν στην επιφάνεια, κορυφαία στελέχη του στρατεύματος επιζητούσαν άμεση σύναψη ανακωχής. Ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής, ευαίσθητος στην αντίληψη του ηθικού χρέους, θα αυτοκτονήσει στις 18 Απριλίου – ημέρα Μεγάλης Παρασκευής. Στις 20 Απριλίου, παραβιάζοντας τη ρητή εντολή της κυβερνήσεως για αντίσταση «μέχρις εσχάτων», ο αντιστράτηγος Τσολάκογλου, Διοικητής του Τμήματος Στρατιάς Ηπείρου, θα αναλάβει την πρωτοβουλία να συνθηκολογήσει με τον εισβολέα. «Στρατός δέον αγωνισθή μέχρις εσχάτου ορίου δυνατοτήτων του. Αντικαταστήσατε αμέσως Τσολάκογλου», θα τηλεγραφήσει ο αρχιστράτηγος Παπάγος, χωρίς όμως τελικά να αποτρέψει τη διάλυση του στρατεύματος. Όταν, στις 27 Απριλίου, οι γερμανικές δυνάμεις φθάσουν στην Αθήνα, ο Γεώργιος Β΄, ο νέος πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός και τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου θα έχουν ήδη μεταφέρει την έδρα της κυβερνήσεως στην Κρήτη. Η Μεγαλόνησος, σημείο στρατηγικής στηρίξεως ιδιαίτερης σημασίας για τον έλεγχο της ευρύτερης γεωγραφικής ζώνης που οριοθετείται από τις νότιες παρυφές της Ρωσίας, στο βορρά, ως τις βορειοαφρικανικές ακτές, στο νότο, θα γίνει το θέατρο της ύστατης μεγάλης μάχης σε ελληνικό έδαφος


________________________

[1] Κωνσταντίνου Σβολόπουλου, «Η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική, 1900-1945», κεφ. Ζ΄, Εστία, Αθήνα 1992
[2] Στις 27 Μαρτίου, επικρατούσε στο Βελιγράδι το φιλοσυμμαχικό πραξικόπημα του πρίγκιπα Πέτρου. Η καθυστερημένη, όμως, συμπαράταξη της Γιουγκοσλαβίας δεν θα μεταβάλει ριζικά τους διπλωματικούς συσχετισμούς, αλλ’ ούτε, όπως έμελλε σύντομα να αποδειχτεί, και το συσχετισμό των πολεμικών δυνάμεων.