Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2007

Ιστορία και εξωτερική πολιτική

Μακεδονία. Περί της προέλευσης των ονομάτων, της έκτασης και της ιστορίας, έως της Αλεξάνδρου εποχής.[1]

Εξετάζοντας την Μακεδονία σε διαφορετικές χρονικές περιόδους ο καθένας, οι γεωγράφοι δεν συμφωνούν απόλυτα μεταξύ τους ως προς την έκταση και τα σύνορά της[2], δεδομένου ότι τα όρια της επικράτειας αυτής γνώρισαν άπειρες μεταβολές στο πέρασμα των αιώνων. Αν πάλι ανατρέξουμε στους ιστορικούς, θα δούμε ότι κι εκείνων οι απόψεις δεν συμπίπτουν σ’ ότι αφορά στη διαίρεσή της[3]. Το βασίλειο αυτό, όπως άλλωστε και οι σημαντικότερες αυτοκρατορίες, όσο μπορούμε βέβαια να κρίνουμε από την μυθολογία, προήλθε από μια αποικία των πελασγών, τους οποίους οι Κάδμιοι, ένας δωρικός λαός, είχαν εκδιώξει από την Εστιωτίδα[4], κι αφού εκείνοι εγκαταστάθηκαν στην Πίνδο με το όνομα Μακεδνοί, επεκτάθηκαν σταδιακά φτάνοντας ως τη χώρα που λέγεται Ημαθία. Οι ιστοριογράφοι, αντιγράφοντας τους συγγραφείς της μυθολογίας, μας αφηγούνται κι εκείνοι με ποιον τρόπο η επαρχία πήρε το όνομά της από τον Μακεδόνα, το γιο του Δία και της Θύας, της θυγατέρας του Δευκαλίωνα[5], για ποιο λόγο ονομάστηκε Μακετία[6] και μας εξηγούν από πού προέκυψαν όλες αυτές οι ονομασίες, … Με αυτήν την ανίσχυρη αποικία βλέπουμε να συγχωνεύονται, πιθανόν μετά από κατακτήσεις, οι επαρχίες εκείνες στις οποίες αναπτύχθηκαν ανεξάρτητα και νομαδικά φύλα, γνωστά με τις ονομασίες Βρύγιοι, Εορδοί, Ελιμειώτες, Στυμφαλοί, οι οποίοι δεν πρέπει να συγχέονται με τους Τυμφαίους, Βοτταικοί, Λυγκισταί, δηλαδή οι περίοικοι της λίμνης Λύχνιδου, Δασσαρίται και ημαθιείς, που αποτελούσαν και το κυρίαρχο φύλο, Πηλαγόνιοι, Ορεστιείς, τα εδάφη των οποίων υπήρξαν το θέατρο των γιγαντομαχιών και τέλος οι Παίονες, που κατοικούσαν βορειότερα. Έτσι τα κυριότερα έθνη της Μακεδονίας, ανάμεσα στα οποία παρεμβάλλονται και μερικά άλλα φύλα, όπως εκείνα των Πιαστών, την τοποθεσία των οποίων θα καθορίσω παρακάτω και των Πενεστών, ενός λαού ανάλογου προς τους Είλωτες, ήταν αρχικά δεκαπέντε, μέχρι την εποχή που ο γιδοβοσκός Καρανός[7], αρχηγός μιας πολυάριθμης αποικίας Αργείων και Ελλήνων, κατέλαβε την Ημαθία, εξετόπισε τον Μίδα από τις όχθες του Αλιάκμονα κι αφού ανέτρεψε αναρίθμητους βασιλίσκους, συσπείρωσε σ’ ένα συμπαγές έθνος τους διάφορους λαούς της Μακεδονίας, θεμελιώνοντας, πάνω στα ερείπια της φεουδαρχίας των ηρωικών χρόνων, ένα βασίλειο, που αιφνιδίως απέκτησε εξέχουσα θέση μέσα στα όρια του ημιπολιτισμένου κόσμου.

Ο Ιουστίνος, … , ισχυρίζεται ότι ανάμεσα στους ηγέτες που διαδέχθηκαν τον Καρανό, συγκαταλέγονταν ο Περδίκκας, ο Αργαίος, ο Φίλιππος, ο Εύρωπος, στο διάστημα της βασιλείας του οποίου οι Μακεδόνες επιχείρησαν νικηφόρους πολέμους κατά των Θρακών και των Ιλλυριών. Μετά τον Εύρωπο κι ενώ, κατά τον Ιουστίνο πάντοτε, οι περίοδοι ευημερίας διαδέχονταν σταθερά η μία την άλλη, στον θρόνο ανεβαίνουν ο Αμύντας και μετά ο Αλέξανδρος, που απέσπασε από τον Ξέρξη όλη την περιλαμβανόμενη μεταξύ Ολύμπου και Αίμου χώρα την οποία και προσάρτησε στην Μακεδονία. Μετά τον ηγεμόνα αυτόν, το σκήπτρο, σύμφωνα με την σειρά διαδοχής, παραδόθηκε στον Αμύντα, γιο του Μενέλαου, αδελφό του Αλέξανδρου, έναν προικισμένο με τα πιο σπάνια χαρίσματα μονάρχη, που απέκτησε από τον γάμο του με την Ευρυδίκη τρεις γιους, δηλαδή: τον Αλέξανδρο, τον Περδίκκα και τον Φίλιππο, πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Έως την εποχή που βασίλευσε αυτός ο ηγεμόνας, η ιστορία περιγράφει τους Μακεδόνες σαν έναν φτωχό και περιπλανώμενο λαό, που κοιμάται πάνω σε προβιές, ασχολείται με την βοσκή των λιγοστών κοπαδιών του, μάχεται, ανεπιτυχώς συνήθως, κατά των Ιλλυριών, των Τριβολλών, των Θρακών και καταβάλλει τους πρώτους φόρους υποτελείας. Παράλληλα, λόγω της πολυγαμίας του, ο Αμύντας απέκτησε μια σειρά άρρενων τέκνων και από την Κυκναία, δηλαδή τον Αρχέλαο, τον Αριδαίο και τον Μενέλαο. Θα είχαν όλοι αποτελέσει μια θαυμάσια ελπίδα για τον θρόνο, αν η ομόνοια είχε βασιλεύσει ανάμεσα στις αντίζηλες μητέρες και ανάμεσα στους ετεροθαλείς αδελφούς.

Παρόλα αυτά, ο μονάρχης εκείνος, δηλαδή ο Αμύντας, κατάφερε να τερματίσει ειρηνικά την σταδιοδρομία του, αφού προηγουμένως επιχείρησε σκληρούς πολέμους κατά των Ιλλυριών και των Ολυνθίων.

Στο μεταξύ, η μοίρα είχε επιφυλάξει στην Μακεδονία ένα από τα φαινόμενα εκείνα που οι ουρανοί στέλνουν σε αραιά διαστήματα στα έθνη για να τα δοκιμάσουν, ρίχνοντάς τους το ριψοκίνδυνο δόλωμα της δόξας. Όταν ο Αλέξανδρος, ο γιος του Αμύντα ανέβηκε στον θρόνο, παρέδωσε, σαν μια εγγύηση ειρήνης, όμηρο στους Ιλλυριούς τον Φίλιππο, τον αδελφό του. Και χάρη σ’ αυτό το ενέχυρο ο Αλέξανδρος, σε κάποια άλλη περίσταση, συμφιλιώθηκε με τους Θηβαίους, ανάμεσα στους οποίους ο Φίλιππος είχε ζήσει τρία χρόνια, στο σπίτι του Επαμεινώνδα, ενός αξιόλογου φιλοσόφου αλλά και μεγάλου στρατηγού. Λίγο καιρό αργότερα το πένθος εισχώρησε στα ανάκτορα των βασιλέων της Μακεδονίας. Ο Αλέξανδρος έπεσε θύμα πλεκτάνης, στημένης από την μητέρα του Ευρυδίκη, ενώ ο Περδίκκας, ο αδελφός του, δοκίμασε την ίδια τύχη κι αυτός. Συνέπεια όλων αυτών των εγκλημάτων ήταν να απομείνει ο Φίλιππος κηδεμόνας του νεαρού πρίγκιπα, της ισχνής εκείνης ελπίδας του βασιλείου και να «υποχρεωθεί» να αποδεχθεί τον τίτλο του βασιλέα, για τον οποίο μετέπειτα δικαιώθηκε στα μάτια αυτού του τόσο φιλοπόλεμου λαού, χάρη στις νίκες και τις κατακτήσεις του, ενώ ταυτόχρονα, χάρη στην επιρροή που είχε αποκτήσει, άνοιγε τον δρόμο στον Αλέξανδρο, το γιο του, για να κατακτήσει τον κόσμο, …
________________________

[1] Φραγκίσκου Καρόλου Ούγγου Λαυρεντίου Πουκεβίλ, «Ταξίδι στην Ελλάδα, Μακεδονία, Θεσσαλία», εκδόσεις Αφων τολίδη, Αθήνα 1995
[2] Μακεδνόν σήμαινε μια υπερυψωμένη περιοχή. Ο Ησύχιος, στην Οδύσσεια του Ομήρου, 106, ερμηνεύει την μακεδνή ως υψηλή. Οι κάτοικοι της Ανατολής την αποκαλούσαν κιτία ή κιτίμ. Γενεσις Χ, 4. Ισαάκ κεφ. ΧΧΙΙΙ, στίχοι 1, 12, 13. Rein. Macetia. Γέλλιος, βιβλ. ΙΧ, κεφ. 3. Prisc. Perigees. Στ. 433. F. Avienus perieg., στ. 588. Heins. Ad Claudian. In Rufin., ΙΙ, 279. Γρονόβιος (Σενέκα, Ηρακλής μαινόμενος) στ. 980. Drakenb. Ad Sil. XVII, στ. 633.Ausonii ordo nobelium Urbium apud poet. Latin. Mirror., T.IV, σελ. 510, εκδ. N.E.Lemaire. Τη συναντάμε και με την ονομασία Ημαθία, Πλίνιος βιβλ. ΙΙ, κεφ. 23. Ιουστ., βιβλ. VII, κεφ. 1. ενώ ο Τραϊανός την ονομάζει Παιονία, Τίτος λίβιος, βιβλ. XL., κεφ. ΙΙΙ. Emonia, Edonia και Πιερία, Mydonia, Aemathium solum, Σολίνος, Polyhistor. Βιβλ. XV.
[3] Με αυτήν την άποψη ταυτίζεται και η ακόλουθη παρατήρηση: Notum est multas Illyricas, Epiroticas, etiamque Thracicas partes ad Macedoniam referri solitas, neque ignoratur causa.
Ξύλανδρος, σημ. 1, στο βιβλ. VIIIΣτραβ., σελ. 332.
Σύμφωνα με τον Στράβωνα, βιβλ. Χ, σελ. 722 η Θράκη εκτεινόταν κάποτε μέχρι τους πρόποδες του Ολύμπου.
[4] Ηρόδοτος, βιβλ. Ι, κεφ. 56. Κατά τον R. Rochette, το 1392 π.Χ. Hist. De l’ Etabliss. Des Col. Grec., τ. ΙΙ, σελ. 38
[5] Από την λέξη Μακεδονία, λέει ο Στέφανος Βυζάντιος, ενώ ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος τον διορθώνει λέγοντας ότι προέρχεται από το Μακεδών, βιβλ. ΙΙΙ, κεφ. 2 και παραθέτει τους τρεις ακόλουθους στίχους του Ησιόδου:
Η δ’ υποκυσσαμένη Διί γείνατο τερπικεραύνω
Υιέ δύω Μάγνητα, Μακεδόνα θ’ ιππόχαρμον,
Οι περί Πιερίην και Όλυμπον δώματα’ έναιον.
[6] Μακετία, ο Ευστάθιος, στον Διονύσιο Περιηγητή. Ο Περιηγητής απλώς ναφέρει ποιοι ήταν οι τέσσερις σημαντικότεροι λαοί: Βοιωτοί, Λοκριείς, Θεσσαλοί και Μακεδόνες. Τους κατονομάζει χωρίς να προσθέτει τίποτε περισσότερο γι’ αυτούς, στίχος 427. Γέλλιος, Αττικαί Νύκται, βιβλ. IX, κεφ. 3.
[7] Ο Ιουστ., βιβλ.VII, κεφ. 1, μας λέει ότι αυτός ο βασιλιάς – βοσκός, επωφελούμενος από την ομίχλη, κατέλαβε την Έδεσσα και ότι οδηγήθηκε εκεί από ένα κοπάδι γίδια.